Αν και τα οικονομικά μεγέθη της ασφαλιστικής αγοράς εκ πρώτης όψεως δικαιολογούν μια τουλάχιστον συγκρατημένη αισιοδοξία, ωστόσο μια δεύτερη ανάγνωση των οικονομικών παραπέμπει περισσότερο σε ένα αίσθημα ανασφάλειας, προϊόν μιας μακράς μεταβατικής περιόδου που ήδη διανύει. Ο κ. Αλ. Σαρηγεωργίου, διευθύνων σύμβουλος της ασφαλιστικής εταιρείας Eurolife, θυγατρικής του χρηματοπιστωτικού ομίλου της Eurobank, η οποία στη διάρκεια του 2005 κατόρθωσε να αναδειχθεί στην πρώτη θέση της αγοράς, σε συνέντευξή του προς «Το Βήμα» είναι αρκετά σκεπτικιστής τονίζοντας ότι «η εικόνα αυτή δεν δικαιολογεί τη δημιουργία κλίματος ευφορίας για τον χώρο». Ειδικότερα:


– Κύριε Σαρηγεωργίου, προκαλεί αισιοδοξία σήμερα η κατάσταση στην ασφαλιστική αγορά; H περίοδος των αναταράξεων έχει παρέλθει;


«Σε πρώτη ανάγνωση τα αποτελέσματα δείχνουν σημαντικούς ρυθμούς ανάπτυξης για την ελληνική ασφαλιστική αγορά, το σύνολο της παραγωγής ασφαλίστρων εμφανίζει αύξηση 8,3%, με 12% περίπου στις ασφαλίσεις ζωής και 5% περίπου στις γενικές ασφαλίσεις. Παρ’ όλα αυτά, κατά την άποψή μου, η εικόνα αυτή δεν δικαιολογεί τη δημιουργία κλίματος ευφορίας για τον χώρο, για τους εξής λόγους:


Πρώτον, το ποσοστό των ασφαλίστρων σε σχέση με το ΑΕΠ ανέρχεται στο 2,2% και είναι το χαμηλότερο στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Ετσι βρισκόμαστε χαμηλότερα από χώρες όπως η Πολωνία, η Τσεχία και η Πορτογαλία που έχουν χαμηλότερο κατά κεφαλήν εισόδημα από την Ελλάδα.


Δεύτερον, οι σχετικά υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης που επετεύχθησαν τα τελευταία χρόνια δεν οφείλονται σε καθολική ανάπτυξη της αγοράς, αλλά σε επί μέρους παράγοντες και εντοπίζονται σε μεγάλο βαθμό στην ιδιαίτερη έμφαση της Eurobank & της EFG Eurolife Ασφαλιστικής στην ανάπτυξη του bancassurance καθώς και στην ανοδική τάση των ομαδικών ασφαλίσεων από συγκεκριμένες εταιρείες».


– Ποια θεωρείτε ότι είναι τα αναγκαία βήματα για να αλλάξει η κατάσταση και να δημιουργηθεί μια νέα δυναμική;


«H σύγκλιση της ελληνικής αγοράς με τα ευρωπαϊκά δεδομένα αποτελεί τη μεγάλη πρόκληση. Είναι απαραίτητες όμως οι ακόλουθες προϋποθέσεις: Πρωτίστως η ενίσχυση της αξιοπιστίας της ασφαλιστικής αγοράς. Αυτό σημαίνει ότι τόσο οι προσπάθειες του υπουργείου Ανάπτυξης στον τομέα ελέγχου όσο και η νεοϊδρυθείσα εποπτική αρχή πρέπει να λειτουργήσουν αποτελεσματικά ώστε να άρουν τις όποιες αμφιβολίες στη συνείδηση των καταναλωτών, ως προς την αξιοπιστία των ασφαλιστικών εταιρειών.


Ας μην ξεχνάμε ότι η συντριπτική πλειονότητα των ασφαλιστικών εταιρειών ικανοποιεί στο ακέραιο τις υποχρεώσεις της έναντι του καταναλωτικού κοινού, έχοντας πληρώσει το 2005 πάνω από 2,5 δισ. ευρώ σε αποζημιώσεις και όντας ο θεματοφύλακας πάνω από 8 δισ. ευρώ σε αποθέματα/επενδύσεις των ασφαλισμένων της.


Εξάλλου είναι γεγονός ότι από το 2005 πολλές ασφαλιστικές εταιρείες λειτουργούν με το καθεστώς Διεθνών Λογιστικών Προτύπων. Μέσα σε τρία χρόνια η γενικευμένη εφαρμογή της δεύτερης φάσης ΔΛΠ παράλληλα με την εφαρμογή της δεύτερης φάσης των περιθωρίων φερεγγυότητας και κεφαλαιακών απαιτήσεων (Solvency ΙΙ) θα καταστήσουν πολύ πιο δύσκολη και «ακριβή» την είσοδο και παραμονή στον ασφαλιστικό χώρο, εξασφαλίζοντας διαφάνεια και αξιοπιστία στον καταναλωτή με βάση ένα πανευρωπαϊκό πρότυπο. Επίσης η μεγάλη αναδιάρθρωση που λαμβάνει χώρα τα τελευταία χρόνια στα παραδοσιακά δίκτυα διανομής θα οδηγήσει σε υψηλότερα ποιοτικά επίπεδα παροχής υπηρεσιών, ανάλογα με τις ήδη αυξημένες απαιτήσεις του καταναλωτικού κοινού».


– H κυβέρνηση κατ’ επανάληψη την τελευταία περίοδο έχει υποσχεθεί, πέραν των ελέγχων, την παροχή κινήτρων για την ενίσχυση της ασφαλιστικής δραστηριότητας. Τι μέτρα περιμένετε από κυβερνητικής πλευράς;


«Πιστεύω ότι η ανάπτυξη της ασφαλιστικής συνείδησης στον έλληνα καταναλωτή θα ενισχυθεί με την άρση αντικινήτρων όπως του χαρτοσήμου και του ΦΚΕ, που βαρύνουν τα ασφάλιστρα. Παράλληλα η ενίσχυση των φορολογικών κινήτρων, ιδιαίτερα σε τομείς που είναι γνωστό πόσο σημαντικοί είναι τόσο για τον πολίτη όσο και για την οικονομία της χώρας, όπως τα προγράμματα σύνταξης και μακροπρόθεσμης αποταμίευσης. H ιδιωτική ασφάλιση μπορεί να παίξει συμπληρωματικό ρόλο στον δεύτερο και στον τρίτο πυλώνα, αλλά αυτό θα γίνει πράξη μόνο αν δοθούν τα κατάλληλα φορολογικά κίνητρα. H δημιουργία ατομικών συνταξιοδοτικών λογαριασμών με μακροπρόθεσμο επενδυτικό ορίζοντα είναι άλλωστε και ένας υγιής τρόπος να στηριχθεί η ελληνική κεφαλαιαγορά».


– Τελικώς, αν και από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 συζητείται και σχεδιάζεται το bancassurance, μόλις τα τελευταία χρόνια τέθηκε σε εφαρμογή, και μάλιστα μερικώς. Μήπως δεν είναι τόσο σημαντικό όσο λέγεται;


«Σε ό,τι αφορά το bancassurance ως τρόπο διανομής, νομίζω ότι ως ασφαλιστική αγορά πρέπει να δεχθούμε πως αποτελεί ένα σημαντικό μέρος του παρόντος αλλά και του μέλλοντός μας και δεν έχουμε παρά να κοιτάξουμε τις αγορές της Γαλλίας, της Ιταλίας, της Ισπανίας, του Βελγίου, όπου τα ποσοστά παραγωγής ασφαλίστρων ζωής μέσω bancassurance είναι υψηλότατα.


Στη Γαλλία ξεπερνά το 65%, στο Βέλγιο το 42%, στην Ισπανία το 40% και στην Ιταλία το 30% της συνολικής παραγωγής ζωής. Ειδικά στην Ιταλία πάνω από το 60% των πωλήσεων νέων ασφαλίσεων ζωής είναι μέσω bancassurance με ανοδικές τάσεις. Είναι δε αξιοσημείωτο ότι σε κάποιες ευρωπαϊκές αγορές το bancassurance κερδίζει σημαντικό έδαφος και ως τρόπος πώλησης ασφαλίσεων πυρός και αυτοκινήτου.


Είναι κατά την άποψή μου πολύ σημαντικό ότι αυτός ο νέος τρόπος διανομής συμβάλλει ιδιαίτερα στην ανάπτυξη του χώρου, αλλά σημειώνω ότι όλα τα δίκτυα διανομής, και όπως πάντα και ο παραδοσιακός ασφαλιστής, έχουν τη θέση τους στο μέλλον. H διαφορά είναι ότι το ανταγωνιστικό περιβάλλον, το υψηλό επίπεδο του καταναλωτή, οι εποπτικές αρχές και το κανονιστικό πλαίσιο για τις ασφάλειες δεν αφήνουν περιθώρια επιβίωσης στους μη σοβαρούς ή ευκαιριακούς παίκτες. Για τους υπόλοιπους, τους επαγγελματίες, άσχετα με τον τρόπο διανομής, άσχετα ακόμη και με το μέγεθος, το ασφαλιστικό μέλλον διαγράφεται ευοίωνο».


– Το θέμα των επενδύσεων για μια ασφαλιστική εταιρεία είναι ιδιαίτερα κρίσιμο. Παρατηρούμε όμως ότι εφέτος οι διάφορες αγορές (χρηματιστηριακές και ομολόγων) λόγω της ανόδου των επιτοκίων βρίσκονται σε αναταράξεις. Προβλέπετε ότι θα υπάρξουν δυσμενέστερες εξελίξεις στο προσεχές μέλλον;


«Με ρωτήσατε για το μέλλον των κεφαλαιαγορών, αφού παίζουν τόσο σημαντικό ρόλο στα αποτελέσματα των ασφαλιστικών εταιρειών. Τα τελευταία χρόνια ζήσαμε σε παγκόσμιο επίπεδο ένα περιβάλλον εξαιρετικά χαμηλών επιτοκίων και υπερβολικής ρευστότητας, που οδήγησαν τόσο τις αγορές ομολόγων όσο και τις χρηματιστηριακές αγορές σε ικανοποιητικές αποδόσεις.


H συνεχής αύξηση των επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες τόσο της Αμερικής όσο και της Ευρώπης έχει οδηγήσει στο τέλος του 2005 και στο πρώτο μισό του 2006 τις ομολογιακές αγορές σε μία εξαιρετικά απότομη και βίαιη διόρθωση. Πρόσφατα δε οι παρενέργειες έχουν μεταφερθεί και στις χρηματιστηριακές αγορές.


Εκτιμώ ότι η αύξηση των επιτοκίων των κεντρικών τραπεζών δεν θα οδηγήσει σε σημαντική επιβράδυνση των μεγάλων οικονομιών και επομένως δεν θα επιβραδύνει τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης κερδών των εταιρειών σε Ευρώπη και Αμερική. Πιστεύω ότι σε επίπεδο χρηματιστηρίων με ηπιότερους ρυθμούς από ό,τι στο παρελθόν θα δούμε υψηλότερα επίπεδα. Οσον αφορά την αγορά των ομολόγων, εκτιμώ ότι το χειρότερο έχει περάσει αλλά ότι το τέλος της χρονιάς θα μας βρει σε ελαφρά υψηλότερα επίπεδα μακροπρόθεσμων επιτοκίων. Το ρίσκο στο ανωτέρω σενάριο είναι η παρατεταμένη αύξηση των επιτοκίων να οδηγήσει, με lead time (καθυστέρηση) 12-18 μηνών, οικονομίες όπως η αμερικανική σε ύφεση πλήττοντας τα κέρδη των εταιρειών».


– Στη διάρκεια του 2005 η EFG Eurolife Ασφαλιστική έκανε την έκπληξη. Κατέλαβε την πρώτη θέση στην ελληνική ασφαλιστική αγορά. Πώς σκοπεύετε να κινηθείτε το επόμενο διάστημα;


«Οι δύο ασφαλιστικές εταιρείες EFG Euroilfe AEAZ και EFG Eurolife ΑΕΓΑ, που είναι 100% θυγατρικές της Eurobank, παρουσίασαν ιδιαίτερη θετική πορεία με ισχυρή ανάπτυξη εργασιών που το 2005 παρουσίασε αύξηση 44% σε σχέση με το 2004, φθάνοντας τα 386 εκατ. ευρώ σε καθαρά εγγεγραμμένα ασφάλιστρα. Τα συνολικά κέρδη προ φόρων αυξήθηκαν σε ποσοστό 27% και ανήλθαν το 2005 σε 38,6 εκατ. ευρώ, σύμφωνα με τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα.


Και οι δύο εταιρείες διατηρούν υψηλή αποθεματοποίηση και ίδια κεφάλαια τα οποία υπερκαλύπτουν τα απαιτούμενα περιθώρια φερεγγυότητας. Ειδικότερα η EFG Eurolife ΑΕΑΖ κατέχει την πρώτη θέση στις Ασφαλίσεις Ζωής, με μερίδιο αγοράς 19%.


H παραγωγή ασφαλίστρων ζωής της εταιρείας σημείωσε αύξηση 45% και διαμορφώθηκε στα 366 εκατ. ευρώ, ενώ ιδιαίτερη ανάπτυξη σημείωσαν τα προγράμματα περιοδικών καταβολών. Τα κέρδη προ φόρων ανήλθαν σε 30,2 εκατ. ευρώ παρουσιάζοντας αύξηση 30% σε σχέση με το 2004. Στον κλάδο των γενικών ασφαλίσεων η EFG Eurolife ΑΕΓΑ σημείωσε αύξηση παραγωγής 26%, η οποία διαμορφώθηκε στα 20 εκατ. ευρώ. Τα κέρδη προ φόρων ανήλθαν σε 8,4 εκατ. ευρώ παρουσιάζοντας αύξηση 16% σε σχέση με το 2004».