Ανακατατάξεις , οι οποίες προδιαγράφουν ταχεία συγκεντροποίηση της πολυτεμαχισμένης ελληνικής αγοράς βάμβακος, βρίσκονται σε εξέλιξη ενάμιση μήνα προτού αρχίσει η εφετινή, κρίσιμη για το μέλλον της βαμβακοκαλλιέργειας στη χώρα μας, νέα εκκοκκιστική περίοδος, καθώς τίθεται σε εφαρμογή το νέο κοινοτικό καθεστώς της μερικής αποσύνδεσης της παραγωγής από τις επιδοτήσεις. Εκτιμάται ότι περίπου ένας στους τρεις τόνους σύσπορου βάμβακος θα εκκοκκιστεί από δύο ομίλους οι οποίοι «αθροίζουν» τις δυνάμεις τους, φιλοδοξώντας να κυριαρχήσουν στην αγορά και να καθορίσουν τις εξελίξεις της αναδιάρθρωσης του τομέα στη μετά τις επιδοτήσεις εποχή.


Οι όμιλοι Ακκά και Καραγιώργου, στους οποίους αναλογεί το 19% της συνολικής περυσινής παραγωγής εκκοκκισμένου βάμβακος, προσθέτουν στο παραγωγικό δυναμικό τους, μέσω κοινοπρακτικής εταιρείας, άλλα εννέα εκκοκκιστήρια, αποκτώντας τη δυνατότητα να εκκοκκίσουν ως και το 1/3 της συνολικής εγχώριας παραγωγής του σύσπορου βάμβακος, η οποία – σε πείσμα των προβλέψεων που την ήθελαν να μειώνεται κατά 20% – αναμένεται να υπερβεί, ενδεχομένως, τα υψηλά περυσινά επίπεδα. Δεν τα αγοράζουν, αλλά τρόπον τινά τα ενοικιάζουν και πάντως έχουν αναλάβει τη λειτουργία τους έναντι αμοιβής που θα παράσχουν στον ιδιοκτήτη τους.


Ο ιδιοκτήτης, εν προκειμένω, δεν είναι άλλος από τα αφεντικά της εισηγμένης στη Σοφοκλέους εταιρείας Λεβεντάκη, η οποία θεωρητικά είχε τη δυνατότητα να αναδειχθεί στη μεγαλύτερη δύναμη στον τομέα της εκκόκκισης βάμβακος απορροφώντας τις μονάδες των ιδιοκτητών της, αλλά κινδυνεύει να απαξιωθεί παραγωγικά. Τα οξύτατα χρηματοοικονομικά προβλήματα που παρουσίασαν τα εκκοκκιστήρια της οικογένειας Λεβεντάκη την αναγκάζουν να τα «παραδώσει». H ελεγχόμενη κατά 50% από τα Εκκοκκιστήρια Θράκης του ομίλου Ακκά και κατά 50% από την επιχείρηση Αφοί Καραγιώργου κοινοπρακτική εταιρεία Πέλλα αναλαμβάνει τη λειτουργία οκτώ εκκοκκιστηρίων των επιχειρήσεων Ελληνικά Εκκοκκιστήρια, Λεβεντάκη TEX και Εκκοκκιστήρια Σερβωτών, από τα οποία τα επτά βρίσκονται στους νομούς Λάρισας, Καρδίτσας, Μαγνησίας και Τρικάλων και το όγδοο στην Πέλλα. Ενα ένατο εκκοκκιστήριο της ίδιας οικογένειας θα αξιοποιηθεί εξάλλου από την εταιρεία Αφοί Καραγιώργου.


Ετσι υπό τον πλήρη ή μερικό έλεγχο των ομίλων Ακκά και Καραγιώργου, που αποτελούν ο πρώτος τον ισχυρότερο κλωστοϋφαντουργικό και ο δεύτερος τον ισχυρότερο εκκοκκιστικό όμιλο της χώρας, θα βρίσκονται εφέτος συνολικά 19 εκκοκκιστήρια βάμβακος, τα οποία εκτείνονται σε όλους τους θεσσαλικούς νομούς (12), στη Θεσσαλονίκη (2), στη Ροδόπη, στην Ημαθία, στη Δράμα και στις Σέρρες (2). Οι δεκαεννέα αυτές μονάδες είναι πιθανόν να εκκοκκίσουν άνω των 330.000 τόνων σύσπορου βάμβακος.


H συγκρότηση του νέου επιχειρηματικού πόλου μεγάλης ισχύος και πανελλαδικής εμβέλειας δεν προδιαγράφει βέβαια τη συνένωση των δύο ομίλων, οι οποίοι διατηρούν, προς το παρόν τουλάχιστον, την αυτοτέλειά τους. Ωστόσο, όπως παραδέχονται και οι πρωταγωνιστές τους, δημιουργεί δεδομένα που αφήνουν ανοικτά όλα τα ενδεχόμενα για το μέλλον. «Θέλουμε να βάλουμε τη σφραγίδα μας στις εξελίξεις, συμβάλλοντας θετικά στην αναδιάρθρωση του τομέα» δηλώνουν τόσο ο κ. I. Ακκάς, που διευθύνει την εισηγμένη στη Σοφοκλέους Ελληνική Υφαντουργία, όσο και ο κ. N. Καραγιώργος, ο οποίος ηγείται του έτερου ομίλου και προσφάτως εξελέγη στη θέση του προέδρου της Ενωσης Βιομηχάνων Εκκοκκιστών Βάμβακος. Προτιμούν να κρατούν χαμηλούς τόνους, διακηρύσσοντας ταυτοχρόνως την «ανάγκη συνεργασιών».


Οι ίδιοι έχουν πρωτοστατήσει εξάλλου στη δημιουργία της εταιρείας Ελληνική Σποροπαραγωγή, αντικείμενο της οποίας είναι η διάθεση στους βαμβακοκαλλιεργητές βελτιωμένων σπόρων σε χαμηλές τιμές, συνεργαζόμενοι και με τις επιχειρήσεις Καφαντάρη – Παπακώστα, Σιάρκου, Λεβεντάκη και Παλαιολόγου, ενώ στις Σέρρες συνεργάζονται και με τις επιχειρήσεις Μουζάκη και Βλάχβεη, λειτουργώντας από κοινού ένα συνεταιριστικής ιδιοκτησίας εκκοκκιστήριο. Ο όμιλος Καραγιώργου συνεργάζεται εξάλλου με την εταιρεία Σιάρκος, ελέγχοντας από κοινού ένα άλλο εκκοκκιστήριο στις Σέρρες.


Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, την τελευταία εκκοκκιστική περίοδο ο όμιλος Καραγιώργου εκκόκκισε 112.736 τόνους σύσπορου βάμβακος, κατακτώντας την πρώτη θέση στην αγορά και μερίδιο 10,3%, ενώ ο όμιλος Ακκά με 94.571 τόνους και μερίδιο 8,7% ήταν στη δεύτερη, ακολουθούμενοι από τους ομίλους-επιχειρήσεις Αγγελούση (7,2%), Σιάρκου (4,7%), Μίχα (4,6%), Μουζάκη (4,5%) και Βλάχβεη (4,4%), καθώς τα εκκοκκιστήρια του ομίλου Λεβεντάκη υπολειτούργησαν. «Δεν υπήρχαν ζημιές, όμως ούτε εξαιρετικά κέρδη» αναφέρει στέλεχος της Ενωσης Βιομηχάνων Εκκοκκιστών Βάμβακος, προϊδεάζοντας για τα αποτελέσματα που θα εμφανίσουν οι επιχειρήσεις του τομέα, η πλειονότητα των οποίων κλείνει οικονομική χρήση στις 30 Ιουνίου κάθε έτους.


Μικροί και μεγάλοι αγωνιούν πάντως για το μέλλον, καθώς οι αυξομειώσεις της τιμής του βάμβακος στη διεθνή αγορά είναι έντονες και οι βαμβακοκαλλιεργητές περιμένουν να δουν αν έπραξαν σοφά που γύρισαν την πλάτη σε όσους τους πρότειναν είτε να στραφούν σε άλλες καλλιέργειες είτε να περιοριστούν στο μίνιμουμ της επιδότησης που θα εισέπρατταν από τα γεωργικά ταμεία των Βρυξελλών αν άφηναν ακαλλιέργητα τα χωράφια τους. Εκτιμάται ότι τα στρέμματα που καλλιεργήθηκαν με βαμβάκι ανέρχονται σε περίπου 3,8 εκατ. εφέτος έναντι 3,67 εκατ. πέρυσι.