ΣΗΜΑ κινδύνου για την πορεία της ελληνικής βιομηχανίας εκπέμπει το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας, το οποίο την περασμένη εβδομάδα διοργάνωσε τριήμερο συνέδριο για τη βιομηχανία, επισημαίνοντας ότι «η αναστροφή της βιομηχανικής παρακμής αποτελεί μείζον ζήτημα για τη χώρα». Από την έναρξη των εργασιών του την περασμένη Δευτέρα στο επίκεντρο των συζητήσεων του συνεδρίου βρέθηκαν άλλωστε οι προτάσεις του «Βήματος» της περασμένης Κυριακής για δημόσια, εθνική συζήτηση σχετικά με το ζήτημα των επενδύσεων και τις συνθήκες που διαμορφώνονται για την επιχειρηματικότητα και την απασχόληση, αλλά και οι αποκαλύψεις για τη νέα σοβαρή εξασθένηση του βιομηχανικού τομέα και τη σημαντική μείωση του αριθμού των απασχολουμένων στη μεταποίηση το πρώτο τρίμηνο του 2006 σε σύγκριση με το πρώτο τρίμηνο του 2005. Σύμφωνα με τα οριστικά στοιχεία της ΕΣΥΕ, η μείωση ανέρχεται σε 2,8%, αφού από 571.000 άτομα το πρώτο τρίμηνο του 2005 οι απασχολούμενοι στη μεταποίηση το εφετινό πρώτο τρίμηνο περιορίστηκαν σε 554.800, δηλαδή κατά 16.200 άτομα.


Το συνέδριο του TEE, το οποίο άνοιξε με γενικής φύσεως επισημάνσεις του υπουργού Ανάπτυξης κ. Δ. Σιούφα και κάλυψε ένα ευρύτατο φάσμα θεμάτων και ιδεών, έβαλε πολλά πράγματα στη θέση τους. «Ο βιομηχανικός τομέας είναι τομέας-κλειδί για τη διεθνή ανταγωνιστικότητα της χώρας» διεκήρυξε το Επιμελητήριο, κάνοντας σαφές στο επιστημονικό, επιχειρηματικό και πολιτικό ακροατήριο του συνεδρίου ότι η επαπειλούμενη νέα κρίση του τομέα, αν δεν αποτραπεί, θα πλήξει ολόκληρη την οικονομία. Το συνέδριο απέρριψε ως αφελείς τις απόψεις πολιτικών και άλλων παραγόντων του δημοσίου βίου οι οποίες παραβλέπουν την καθοριστική και αναντικατάστατη συμβολή της βιομηχανίας στην οικονομική πρόοδο της χώρας και ευνοούν την περιθωριοποίησή της, εν ονόματι των συγκριτικών πλεονεκτημάτων που παρουσιάζει ο τριτογενής τομέας της οικονομίας.


Περίπου τις ίδιες ώρες άλλωστε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διεκήρυσσε, προτείνοντας στο Ευρωκοινοβούλιο την υιοθέτηση ενός νέου πλαισίου πολιτικής για την ενίσχυση του μεταποιητικού τομέα, ότι «η ευρωπαϊκή βιομηχανία αποτελεί το κλειδί για την αξιοποίηση της νέας οικονομίας της γνώσης». Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η – σχεδόν περιφρονούμενη στην Ελλάδα – μεταποίηση, λόγω της αυξανόμενης σύνδεσής της με τους τομείς των υπηρεσιών, δημιουργεί ανάπτυξη και θέσεις απασχόλησης στο ευρύτερο οικονομικό περιβάλλον και επομένως η πορεία της είναι καθοριστική για το σύνολο της οικονομίας της Ευρωπαϊκής Ενωσης.




«Eίναι η έκταση και η φύση του φαινομένου της αποβιομηχάνισης που μας ανησυχούν» σημείωσε ο πρόεδρος του TEE κ. I. Αλαβάνος, σχολιάζοντας μεταξύ άλλων τη μετανάστευση παραγωγικού δυναμικού σε γειτονικές χώρες χαμηλού κόστους και τους ισχυρισμούς ότι η μείωση της εγχώριας βιομηχανικής δραστηριότητας είναι δήθεν αναπόφευκτη επειδή σε ολόκληρο τον οικονομικά ανεπτυγμένο κόσμο αυξάνεται το βάρος του τομέα των υπηρεσιών.


«Στη χώρα μας η βιομηχανική δραστηριότητα μειώνεται συγκριτικά πολύ γρήγορα» πρόσθεσε. «H συμβολή της στο ΑΕΠ είναι η μικρότερη σε σύγκριση με τις ανεπτυγμένες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης και του ΟΟΣΑ. Και η εικόνα είναι ακόμη χειρότερη αν ξεχωρίσουμε το τμήμα της βιομηχανικής δραστηριότητας που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί, σύμφωνα με τις διεθνείς προδιαγραφές, ως υψηλής και μάλλον υψηλής τεχνολογίας».


Εξέχοντες επιστήμονες, ερευνητές και αναλυτές στο συνέδριο του TEE συνέκλιναν, θα μπορούσε να πει κανείς, στη διαπίστωση ότι η αναδιάρθρωση και η διεύρυνση των βιομηχανικών δραστηριοτήτων έντασης γνώσης και τεχνολογίας είναι το «μυστικό» της επιβίωσης και της ανάπτυξης του τομέα στη χώρα μας, δεδομένου ότι έχει καθυστερήσει δραματικά ο εκσυγχρονισμός του με ευθύνη τόσο της πολιτείας όσο και των ιδίων των επιχειρήσεων.


Αυτό ήταν εξάλλου και το μήνυμα-πρόταση του συνεδρίου στον κ. Δ. Σιούφα εν όψει της σύνταξης και προώθησης στη Βουλή του νέου αναπτυξιακού νόμου για τις βιομηχανικές και λοιπές επενδύσεις. Κάτι που φάνηκε να συμμερίζεται και ο πρόεδρος του ΣΕΒ κ. Δ. Δασκαλόπουλος, ο οποίος στη δική του ομιλία, αφού επαίνεσε το TEE για την πρωτοβουλία του, δεν αποποιήθηκε των ευθυνών των ιδίων των επιχειρήσεων και άφησε να εννοηθεί ότι δεν αρκούν οι «παραδοσιακές» επενδύσεις, οι οποίες έχουν αποσπάσει τη μερίδα του λέοντος των κρατικών επιχορηγήσεων τα προηγούμενα χρόνια. Εκδήλωση κρίσης στη βιομηχανία, προειδοποίησε, θα μπορούσε να «βυθίσει» τη δραστηριότητα και άλλων κλάδων.


Παράλληλα οι αναλύσεις του συνεδρίου πιστοποιούν, όπως κατά κόρον τονίστηκε, ότι στην ελληνική βιομηχανία υπάρχουν ήδη «μικροί πυρήνες επιχειρήσεων με δυναμικές συμπεριφορές και διαφορετικά χαρακτηριστικά, οι οποίοι φαίνεται να επικεντρώνονται σε δραστηριότητες έντασης τεχνολογίας υψηλότερης από τα συνήθη δεδομένα». Το πρόβλημα όμως είναι ότι «τα καλά νέα αφορούν ακόμη λίγες επιχειρήσεις, λίγα αγαθά και λίγες αγορές». Το ερώτημα που έθεσε το TEE είναι «αν οι δραστηριότητες αυτές αποτελούν παράδειγμα που μπορεί να γενικευθεί και να συμπαρασύρει την εγχώρια βιομηχανική παραγωγή σε νέους, πιο επιθυμητούς δρόμους», ώστε να αποφευχθούν όσο γίνεται τα «οδυνηρά αδιέξοδα» που προμηνύει η τεχνολογική υστέρηση.


Αυτό αφορά, όπως προκύπτει από τις εισηγήσεις που παρουσιάστηκαν, όλους ανεξαιρέτως τους κλάδους, «παραδοσιακούς» και μη, συμπεριλαμβανομένων και των – «ξοφλημένων» σύμφωνα με ορισμένους τραπεζίτες που εμφανίζονται ως νεκροθάφτες επιχειρήσεων – κλάδων της κλωστοϋφαντουργίας και των λιπασμάτων. Αρκεί βέβαια να αξιοποιηθούν στο έπακρον τα όποια ελληνικά συγκριτικά πλεονεκτήματα και οι δυνατότητες που προσφέρουν οι νέες τεχνολογίες για την αναγέννηση και τον επαναπροσανατολισμό κλάδων που φθίνουν. «Ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα υπάρχουν παντού και εναπόκειται στις επιχειρήσεις και στην πολιτεία να τα εντοπίσουν και να τα αξιοποιήσουν» επεσήμανε ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Πειραιώς κ. I. Χασσίδ.


H εξασθένηση άλλωστε του τομέα δεν οφείλεται μόνο σε κάποιους κλάδους αλλά αφορά την πλειονότητα των βιομηχανικών κλάδων, «παλαιών» και «νέων», όπως συνάγεται εμφανώς στην εξέλιξη των λειτουργικών και των καθαρών κερδών τους που παρουσιάζει σήμερα «Το Βήμα». Ο πίνακας που δημοσιεύεται σε διπλανές στήλες δεν αφήνει αμφιβολία περί αυτού, αφού στο σύνολο 26 κλάδων μόλις εννέα εμφανίζουν βελτιωμένα καθαρά αποτελέσματα για το 2005, σε σύγκριση με το 2004, εκ των οποίων μάλιστα οι τρεις με μείωση των ζημιών, δύο άλλοι οφείλουν τη βελτίωση αποκλειστικά σε έκτακτα κέρδη και άλλοι δύο, όπως προκύπτει από περαιτέρω ανάλυση, βελτίωσαν την κερδοφορία τους χάρη σε αυξημένη ροή μερισμάτων από το εξωτερικό και απολύτως συγκυριακές εξελίξεις. H πλειονότητα των βιομηχανικών επιχειρήσεων της χώρας, όπως αποκάλυψε «Το Βήμα» την περασμένη Κυριακή, παρουσίασε όχι μόνο απώλεια κερδών, αλλά και δραματική υστέρηση των πωλήσεων λόγω σοβαρής αύξησης της εισαγωγικής διείσδυσης.


H βελτίωση της αποδοτικότητας του τομέα με την ενσωμάτωση των τεχνολογικά εξελιγμένων διαδικασιών της παραγωγής και την αξιοποίηση της ραγδαία εξελισσόμενης οικονομίας της γνώσης αποτελεί άλλωστε βασική προτεραιότητα για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Θυμίζοντας τη ρήση του Δαρβίνου ότι δεν επιζεί απαραιτήτως το ισχυρότερο είδος ούτε το ευφυέστερο, αλλά εκείνο που προσαρμόζεται καλύτερα στις αλλαγές, ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Πειραιώς κ. Σπ. Μακρυδάκης απέρριψε τις αιτιάσεις ότι η μάχη στο νέο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον είναι εκ των προτέρων χαμένη για τις ελληνικές βιομηχανίες.


Δεν είναι όλα μαύρα είπε με άλλο τρόπο ο καθηγητής του Παντείου κ. X. Ιορδάνογλου, σημειώνοντας ότι η ελληνική βιομηχανία την τελευταία πενταετία «επανήλθε σε μια φάση καθήλωσης, αλλά δεν κατέρρευσε». Τις δραματικές υστερήσεις στη δημιουργία ελκυστικού οικονομικού περιβάλλοντος για τη βιομηχανική δραστηριότητα επεσήμανε ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης κ. Γ. Σταθάκης, αμφιβάλλοντας αν είναι εφικτή πλέον η ανάπτυξη του τομέα, αλλά ο συνάδελφός του του Οικονομικού Πανεπιστημίου της Αθήνας κ. I. Χαλκιάς πρότεινε «ένα ολοκληρωμένο μακροπρόθεσμο σχέδιο για την αύξηση της παραγωγής και την προώθηση προϊόντων υψηλής ποιότητας στις αγορές του εξωτερικού».


Σε πείσμα της εμμονής ορισμένων αναλυτών και εν μέρει και του ιδίου του ΣΕΒ να ωραιοποιούν με διάφορα ιδεολογήματα την κατάσταση, ο πρόεδρος των Ναυπηγείων Ελευσίνας κ. N. Ταβουλάρης σημείωσε ότι «βρισκόμαστε ήδη βαθιά μέσα στην κρίση». Ο πρύτανης του ΕΜΠ κ. A. Ανδρεόπουλος κάλεσε όλες τις πλευρές, συμπεριλαμβανομένης της ακαδημαϊκής κοινότητας, να συμβάλουν στις επιβαλλόμενες προσαρμογές.


«H συζήτηση για το μέλλον της ελληνικής βιομηχανίας είναι δραματικά επίκαιρη» σημείωσε και ο νέος πρόεδρος της ΓΣΕΕ κ. I. Παναγόπουλος, τονίζοντας ότι «οι πολιτικές που εφαρμόστηκαν ως τώρα δεν έβλεπαν μακριά…».


«Δεν περνάμε (ακόμη…) κρίση»


H βιομηχανία δεν περνά κρίση, αλλά μπορεί να περιπέσει σε «καθεστώς κρίσης», υποστηρίζει ο Σύνδεσμος Ελληνικών Βιομηχανιών (ΣΕΒ), διατηρώντας τους χαμηλούς τόνους του.


Σχολιάζοντας το δημοσίευμα του «Βήματος» της περασμένης Κυριακής, ο γενικός διευθυντής του Συνδέσμου κ. Διον. Νικολάου δήλωσε:


«H ελληνική μεταποίηση, σημαντικός τομέας της εθνικής μας οικονομίας, ζει εδώ και πολλά χρόνια την έντονη επίδραση των διεθνών εξελίξεων, με κύριο ερώτημα αν τελικά θα μπορέσει να επιζήσει.


Πρόσφατα στοιχεία σχετικά με την απασχόληση στη μεταποίηση δείχνουν ότι το πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους αυτή μειώθηκε κατά 2,8%. Αν δε λάβουμε υπόψη και την πτώση της καθαρής κερδοφορίας, όπως αυτή προκύπτει από την επεξεργασία ισολογισμών ενός σοβαρού δείγματος της μεταποίησης, προκύπτουν εύλογα ερωτήματα για την πορεία της ελληνικής βιομηχανίας. Πρόκειται περί κρίσης; Σίγουρα όχι. Μια βαθιά ανάλυση των στοιχείων οδηγεί στο συμπέρασμα ότι διάγουμε μια περίοδο αποφασιστικής προσαρμογής στα νέα δεδομένα που δημιουργεί ο διεθνής ανταγωνισμός.


Τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν την πορεία της ελληνικής μεταποίησης θα μπορούσαν να συνοψισθούν στα εξής: Οι πωλήσεις αυξάνονται με συγκρατημένο ρυθμό, τα κέρδη περιορίζονται ή παραμένουν στάσιμα και η απασχόληση παρουσιάζει μείωση. Αυτά είναι τα αρνητικά.


Μια δεύτερη ανάγνωση ωστόσο των στοιχείων δείχνει ότι τα πράγματα δεν είναι τόσο άσχημα. Μπορεί η απασχόληση να είναι μειωμένη έναντι του 2005, αλλά είναι στο ίδιο περίπου επίπεδο με αυτό του προηγουμένου τριμήνου ή του αντίστοιχου του 2004· άρα μπορεί να πρόκειται περί προσωρινής διακύμανσης, αφού οι απασχολούμενοι ήταν 554.700 το πρώτο τρίμηνο προ διετίας, 571.000 πέρυσι και 554.800 άτομα εφέτος. Είναι πολύ πιθανό η απασχόληση στη μεταποίηση τα επόμενα τρίμηνα του 2006 να ανακάμψει. Σε αυτό συγκλίνουν οι εκτιμήσεις που προκύπτουν από τις έρευνες οικονομικής συγκυρίας του ΙΟΒΕ. Οι σχετικά ήπιες προβλέψεις των επιχειρήσεων για την απασχόληση στις αρχές του έτους δείχνουν να βελτιώνονται.


H βιομηχανική παραγωγή παρουσιάζει άνοδο της τάξης του 1,3% το πρώτο τρίμηνο του 2006 έναντι μείωσης 1% το 2005. Οι επενδύσεις δείχνουν να ανακάμπτουν, οι βιομηχανικές εξαγωγές αυξάνονται εντυπωσιακά, άνω του 12% το 2005 και άνω του 16% το 2006. Το επιχειρηματικό κλίμα και οι προσδοκίες στη μεταποίηση δείχνουν να βελτιώνονται.


Τα στοιχεία αυτά δεν περιγράφουν ούτε κρίση ούτε άνθηση στην ελληνική βιομηχανία. Χαρακτηρίζουν μια περίοδο αποφασιστικής προσαρμογής της στις αλλαγές του εξωτερικού περιβάλλοντος.


H προσαρμογή τώρα θα απαιτήσει ακόμη μεγαλύτερες προσπάθειες, διότι υπάρχει σοβαρό πρόβλημα ανταγωνιστικότητας. Στην πορεία αυτή της προσαρμογής το περιβάλλον εντός του οποίου δρουν οι ελληνικές επιχειρήσεις πρέπει να συμβάλει αποφασιστικά. Χρειάζεται αντιμετώπιση των προβλημάτων γραφειοκρατίας, πολυνομίας και διαφθοράς. Επιβάλλεται αναβάθμιση της παιδείας, προώθηση της έρευνας και της καινοτομίας. Είναι αναγκαίο να περιορισθούν οι παράγοντες αβεβαιότητας στον μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Επίσης από την πλευρά των επιχειρήσεων απαιτείται εκσυγχρονισμός, σύγχρονο management, εισαγωγή τεχνολογίας και παροχή υψηλής ποιότητας προϊόντων και υπηρεσιών. Οι τιμές δεν είναι πάντοτε ο κρίσιμος παράγων. Οσο πιο γρήγορα και βαθύτερα γίνουν οι παραπάνω αλλαγές, τόσο δυναμικότερες θα εμφανισθούν οι ελληνικές επιχειρήσεις.


Αν δεν τις υλοποιήσουμε, η συνέχιση του status quo της απραξίας ή των χαμηλών ταχυτήτων μπορεί να μετατρέψει τα προβλήματα προσαρμογής σε καθεστώς κρίσης».


EPEYNA ΤΟΥ ΙΟΒΕ Αναιμική ανάκαμψη των επενδύσεων


Ερευνα του ΙΟΒΕ, η οποία παρουσιάστηκε στο συνέδριο, είχε ακόμη περισσότερες νότες αισιοδοξίας. Αυξάνεται, καθώς φαίνεται, το ποσοστό των βιομηχανικών επενδύσεων που αφορά τον εκσυγχρονισμό τόσο του παραγωγικού δυναμικού όσο και των μεθόδων της παραγωγής, αλλά και την παραγωγή νέων προϊόντων. Το 44,3% της συνολικής δαπάνης το 2005 αφορούσε την επέκταση της δυναμικότητας με την κατανομή του ποσοστού αυτού να είναι σχεδόν ομοιόμορφη μεταξύ νέων και ήδη παραγόμενων προϊόντων. Παράλληλα το 24% των επενδύσεων έναντι 21% το 2004 συνδέεται με τις προσπάθειες εισαγωγής νέων μεθόδων παραγωγής και βελτίωσης αυτών που ήδη εφαρμόζονται. H τάση αυτή, σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, αποτελεί ένδειξη των προσπαθειών που κάνουν οι επιχειρήσεις για την αναδιάρθρωση της παραγωγικής διαδικασίας με στόχο τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητάς τους. Το ποσοστό αυτό προβλέπεται ότι θα αυξηθεί περαιτέρω το τρέχον έτος στο 26% της συνολικής επενδυτικής δαπάνης.


Αλλά και η συνολική επενδυτική δραστηριότητα στον βιομηχανικό τομέα προβλέπεται αυξημένη κατά το τρέχον έτος. H αύξηση κατά το ΙΟΒΕ είναι της τάξεως του 14,8%, αναιμική φυσικά αν λάβει κανείς υπόψη του τη σοβαρή μείωση των επενδύσεων τα προηγούμενα χρόνια, αλλά ταυτοχρόνως για τον ίδιο λόγο και ενθαρρυντική, έστω και αν οφείλεται κυρίως, στις επιχειρήσεις όπου εξέχοντα ρόλο διαδραματίζει ο δημόσιος τομέας. Στις αμιγώς ιδιωτικές η προβλεπόμενη αύξηση δεν ξεπερνά το 8,5%.


* Βιομηχανίες που τα κατάφεραν το 2005 Εξαιρέσεις στον κανόνα


Εξαίρεση του κανόνα, θα μπορούσε να πει κανείς, αποτελούν οι βιομηχανικές μονάδες της χώρας οι οποίες το 2005 κατάφεραν να διευρύνουν σημαντικά την κερδοφορία τους κυρίως χάρη σε λειτουργικές βελτιώσεις και όχι λόγω ανόδου των διεθνών τιμών των προϊόντων που παράγουν ή άλλων, συγκυριακών παραγόντων. Υπάρχουν όμως, δεν είναι λίγες και είναι κυρίως αυτές οι οποίες συνδυάζουν τις διεθνείς και καινοτομικές δραστηριότητές τους εύστοχες επενδύσεις που έδωσαν τη δυνατότητα επέκτασης σε νέους τομείς και αγορές.


* H Mevaco, βιομηχανική εταιρεία στον χώρο των μεταλλικών προϊόντων με αντικείμενο την παραγωγή του μεταλλικού μέρους πάσης φύσεως ή και ολοκληρωμένων προϊόντων με βάση τα σχέδια, τις ποιοτικές και ποσοτικές απαιτήσεις του τελικού πελάτη, είναι μία από τις εισηγμένες επιχειρήσεις, με έδρα την Αττική, που ανήκουν σε αυτή την κατηγορία. Τα καθαρά κέρδη της αυξήθηκαν κατά 76% φθάνοντας τα 1,64 εκατ. ευρώ από 0,94 εκατ. ευρώ το 2004.


Ο κύκλος εργασιών της παρουσίασε αύξηση 30,5%, καθώς η επιχείρηση, όπως εξηγεί ο διευθύνων σύμβουλός της κ. Δ. Κωστόπουλος, κατάφερε να κάνει εντονότερη την παρουσία της εντός και εκτός της χώρας σε νέους τομείς δραστηριότητας όπως το outdoor advertising, το αεροπορικό υλικό και ο εξοπλισμός πρατηρίων υγρών καυσίμων, με εξαιρετικά ενδιαφέρουσες προοπτικές ανάπτυξης. «Συνεχείς επενδύσεις σε ανθρώπινο δυναμικό και εξοπλισμό καθώς και σε κτιριακές εγκαταστάσεις επιτρέπουν στην εταιρεία να διατηρείται σε αναπτυξιακή τροχιά» εξηγεί.


* Δεν είναι πολλές βέβαια οι βιομηχανίες οι οποίες μπόρεσαν μέσα στο 2005 να αυξήσουν κατά 2 και πλέον εκατ. ευρώ τα καθαρά κέρδη τους. Στον Βόλο η βιομηχανία ελαστικών ιμάντων και δακτυλίων Ιμάς το κατάφερε, αφού τον χρόνο που πέρασε πραγματοποίησε μέσες μηνιαίες εξαγωγές της τάξεως των 3,8 εκατ. ευρώ.


Με εκτεταμένες εξαγωγές, οι οποίες φθάνουν ακόμη και στην Ινδία, στη Βραζιλία, στη Χιλή, στις ΗΠΑ και στην Αυστραλία, η εταιρεία τα τελευταία χρόνια αναδεικνύεται ένας από τους μεγαλύτερους έλληνες εξαγωγείς.


* Θεαματική, από 26,1 εκατ. ευρώ το 2004 σε 32,9 εκατ. ευρώ, είναι εξάλλου η διεύρυνση της καθαρής κερδοφορίας μιας άλλης, μεγάλης ελληνικής βιομηχανίας, η οποία φιγουράρει στη 12η θέση, από τη 15η έναν χρόνο πριν, ανάμεσα στις πλέον κερδοφόρες βιομηχανικές επιχειρήσεις της χώρας. Πρόκειται για τη φαρμακοβιομηχανία Βιανέξ. Το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής της, όπως εξηγεί ο αντιπρόεδρός της κ. Δ. Γιαννακόπουλος, για πρώτη φορά στην ιστορία της, «αφορούσε παραγγελίες διεθνών οίκων για την εγχώρια και κυρίως για τη διεθνή αγορά, ως αποτέλεσμα της εντατικής δραστηριότητας της επιχείρησης στον τομέα της έρευνας και ανάπτυξης για την τεχνολογική αναβάθμιση της παραγωγής φαρμάκων υψηλής τεχνολογίας».


Συνολικά 43,7 εκατ. φαρμακοτεχνικές συσκευασίες, γύρω στο 58% του συνολικού όγκου της παραγωγής και των πωλήσεών της, είναι προϊόντα που η Βιανέξ παρήγαγε για λογαριασμό διεθνών οίκων είτε για την εγχώρια αγορά είτε για αγορές του εξωτερικού. H παραγωγή για λογαριασμό διεθνών οίκων αυξήθηκε κατά 10,7 εκατ. φαρμακοτεχνικές συσκευασίες.


* Στη βιομηχανία τροφίμων, όπου η διεύρυνση της κερδοφορίας ως αποτέλεσμα λειτουργικών βελτιώσεων αφορούσε περιορισμένη κλίμακα επιχειρήσεων, η εταιρεία Πέττας των Πατρών ασφαλώς ξεχωρίζει αφού τα καθαρά κέρδη της αυξήθηκαν κατά 111%, από 1,09 εκατ. ευρώ το 2004 σε 2,31 εκατ. ευρώ το 2005, μολονότι οι πωλήσεις της αυξήθηκαν λιγότερο από 8%.


H επιχείρηση παράγει μαργαρίνες, μαγειρικά λίπη, σπορέλαια και πρώτες ύλες για ζωοτροφές, αλλά δεν αρκείται στην εγχώρια αγορά. «Αυξήσαμε από 25% σε πάνω από 35% τον όγκο των εξαγωγών μας συνάπτοντας καλά συμβόλαια για την εξαγωγή μαργαρίνης κυρίως και ειδικών λιπαρών στην Αγγλία, στην Ιταλία και στο Μεξικό, σε μεγάλες αγορές στις οποίες ελπίζουμε να σταθεροποιήσουμε την παρουσία μας, αφού έτσι μεταβάλλονται θεαματικά τα μεγέθη μας» πληροφορεί ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας κ. Κυρ. Πέττας.