Καθαρά κέρδη ύψους 1,8 δισ. ευρώ «μοιράζονται» οι εκατό πρώτες σε καθαρή κερδοφορία ελληνικές βιομηχανίες του περασμένου έτους. Ωστόσο μόλις μία στις δύο παρουσιάζει βελτιωμένη κερδοφορία, ενώ δεν είναι λίγες αυτές που οφείλουν σημαντικό τμήμα των κερδών τους σε συγκυριακά, μη επαναλαμβανόμενα έσοδα. Τα συνολικά καθαρά κέρδη τους, σε σύγκριση με αυτά που οι ίδιες επιχειρήσεις είχαν πραγματοποιήσει το 2004, εμφανίζονται αυξημένα κατά 12,8% ή κατά 203,4 εκατ. ευρώ σε αξία, κυρίως, θα μπορούσε να πει κανείς, χάρη στην ανάλογη αύξηση της κερδοφορίας των δύο βιομηχανιών επεξεργασίας πετρελαίου, οι οποίες επωφελήθηκαν τα μέγιστα από τη διεθνή άνοδο των τιμών και των περιθωρίων κέρδους και φιγουράρουν στην πρώτη και στην τέταρτη θέση της «χρυσής λίστας».


Το 1/4 των κερδών των «100» αναλογεί σε αυτές τις δύο επιχειρήσεις πετρελαίου. Αν τα κέρδη των δύο διυλιστηρίων παρέμεναν σταθερά, τα συνολικά των «100» θα είχαν κάνει «βουτιά». Αυτό συνέβη άλλωστε σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό με την κερδοφορία 44 εκ των εκατό αυτών επιχειρήσεων. Μόλις 56 είναι αυτές που κατάφεραν, είτε ως αποτέλεσμα λειτουργικών βελτιώσεων είτε χάρη σε έκτακτα έσοδα, να παρουσιάζουν ανοδική κερδοφορία, αλλά αν συνεκτιμηθεί ο πληθωρισμός περιορίζονται σε πενήντα.


* Το 2005 έτος ανατροπών


Γενικότερα, όπως προκύπτει και από τη «χρυσή λίστα», το 2005 ήταν έτος ανατροπών και βαθιών αλλαγών του «βιομηχανικού χάρτη» της χώρας. Εν μέρει λόγω των επιπτώσεων των υψηλών τιμών του πετρελαίου, από τη λίστα των «100» του 2005 απουσιάζουν 30 επιχειρήσεις οι οποίες μετείχαν, συχνά μάλιστα σε υψηλές θέσεις, στην αντίστοιχη λίστα των 100 πλέον κερδοφόρων βιομηχανιών του έτους 2004. Τις θέσεις τους κέρδισαν 30 άλλες επιχειρήσεις, ως έναν βαθμό χάρη σε έκτακτα έσοδα, καθώς μερικές από τις πλέον κερδοφόρες του 2004 «πλήρωσαν» βαρύ τίμημα στον βωμό της αναπόφευκτης μεταφοράς πόρων υπέρ του πετρελαϊκού τομέα ή και καταποντίστηκαν.


Οι εκατό πρώτες σε καθαρά κέρδη ελληνικές βιομηχανίες του 2005 με βάση τα εταιρικά κέρδη τους – και όχι τα ενοποιημένα που πραγματοποιούν από κοινού με τις ανά το εξωτερικό και την Ελλάδα θυγατρικές τους – το περασμένο έτος είχαν συνολικά κέρδη προ φόρων ύψους 2,45 δισ. ευρώ και κατέβαλαν φόρους της τάξεως των 650 εκατ. ευρώ, ίσους προς το 26,5% των κερδών αυτών, δεδομένου ότι σεβαστό τμήμα της κερδοφορίας τους οφείλεται σε μερίσματα από θυγατρικές επιχειρήσεις κυρίως του εξωτερικού και σε άλλα έσοδα τα οποία έχουν φορολογηθεί στην πηγή τους ή απαλλάσσονται της φορολογίας.


Οι εκατό αυτές αμιγώς βιομηχανικές ή εμποροβιομηχανικές επιχειρήσεις, τα καθαρά κέρδη των οποίων ανέρχονται σε 1.796,2 εκατ. ευρώ, πραγματοποίησαν πωλήσεις αξίας 25,3 δισ. ευρώ. Τα κέρδη τους φυσικά, όπως και τα έσοδά τους, είναι αρκετά υψηλότερα αν ληφθούν υπόψη τα ενοποιημένα μεγέθη τους. Ωστόσο η κατάταξη με βάση τα εταιρικά καθαρά κέρδη αντιστοιχεί πραγματικά στις εγχώριες, βασικές δραστηριότητές των επιχειρήσεων, ενώ η εξέλιξη των κερδών τους προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) αποκαλύπτει, συνήθως, τη λειτουργική κερδοφορία τους και την ικανότητά τους, ως μητρικών εταιρειών ευρύτερων ομίλων, να επεκταθούν.


Σε κλαδικό επίπεδο, το μεγαλύτερο μερίδιο των κερδών των «100» ανήκει μακράν στον κλάδο των παραγώγων πετρελαίου, ο οποίος με κέρδη ύψους 453,3 εκατ. ευρώ καρπούται το 25,2%. H δεύτερη θέση αντιστοιχεί στον κλάδο των προϊόντων από μη μεταλλικά ορυκτά, καθώς στη «χρυσή λίστα» συμμετέχουν 11 εταιρείες του κλάδου, με συνολικά καθαρά κέρδη ύψους 319,5 εκατ. ευρώ και μερίδιο 17,8%. Επεται στην τρίτη ο κλάδος των τροφίμων, με 26 εταιρείες ειδών διατροφής, οι οποίες συγκέντρωσαν καθαρά κέρδη ύψους 226,7 εκατ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 12,6% των κερδών των «100». Αν αθροιστούν και τα κέρδη ύψους 156,3 εκατ. ευρώ έξι βιομηχανιών ποτών, τα συνολικά του κλάδου τροφίμων-ποτών ανέρχονται σε 383 εκατ. ευρώ, ίσα προς το 21,3% των συνολικών. Σε πολύ χαμηλότερο επίπεδο βρίσκονται οι βιομηχανίες παραγωγής και επεξεργασίας σιδηρούχων και μη σιδηρούχων μετάλλων, αφού στη «χρυσή λίστα» εκπροσωπούνται με 14 εταιρείες τα κέρδη των οποίων δεν ξεπερνούν τα 146,4 εκατ. ευρώ.


Αλλοτε κραταιοί και υγιείς ή και τεχνολογικά προηγμένοι κλάδοι, όπως τα μεταφορικά μέσα, το χαρτί, το ξύλο, το ηλεκτρονικό και ηλεκτρολογικό υλικό, απουσιάζουν πλήρως ή έχουν ελάχιστη συμμετοχή στη λίστα. Μόλις μία είναι η κλωστοϋφαντουργία και δύο οι εταιρείες ένδυσης, ενώ οι εκδοτικές-εκτυπωτικές δεν ξεπερνούν τις τέσσερις, παρουσιάζοντας μάλιστα κέρδη που οφείλονται συχνά σε έκτακτα ή άλλα έσοδα από μη βιομηχανικές δραστηριότητες. Τις μεγαλύτερες απώλειες καταγράφει άλλωστε η βιομηχανία ηλεκτρισμού, στην οποία αναλογεί μόλις το 8,5% των κερδών των «100».


* H πορεία των θυγατρικών


Γενικότερα, τα κέρδη του ελληνικού βιομηχανικού τομέα το 2005 υποχώρησαν. Μπορεί η κερδοφορία των επιχειρήσεων, ιδίως της Σοφοκλέους, να εμφανίζεται αυξημένη αν ληφθούν υπόψη τα ενοποιημένα αποτελέσματα, πλην όμως αυτό οφείλεται κυρίως στην αυξημένη αποδοτικότητα των θυγατρικών τους στο εξωτερικό. H εξασθενημένη εγχώρια παραγωγική δραστηριότητα αποτυπώνεται με ενάργεια στην εξέλιξη των λειτουργικών αποτελεσμάτων των μητρικών επιχειρήσεων, τα οποία εμφανίζουν πτώση ή στασιμότητα.


Οι εισηγμένες στη Σοφοκλέους είναι πενήντα, αφού άλλες τόσες εκ των «100» έχουν μείνει εκτός. Στις εισηγμένες ή συνδεδεμένες με εισηγμένες αναλογεί όμως το μέγιστο τμήμα των κερδών, αφού οι 50 μη εισηγμένες που μετέχουν στη «χρυσή λίστα» είχαν συνολικά κέρδη ύψους 419,7 εκατ. ευρώ, ήτοι το 23,3% των συνολικών των «100».