ΜΑΓΕΨΕ εκατοντάδες χιλιάδες μικροεπενδυτές. Εγινε ο αγαπημένος όμιλος και το «χαϊδεμένο παιδί» μεγάλων τραπεζών και χρηματιστηριακών γραφείων αφήνοντας να εννοηθεί ότι δημιουργεί μια «ελληνική Benetton» που θα βασίλευε στους κλωστοϋφαντουργικούς ουρανούς του πλανήτη. Διασπάθισε περί τα 400 εκατ. ευρώ σε «χρυσές» εξαγορές μονάδων που κανείς άλλος δεν ήθελε να αγοράσει, ακατάπαυστα χρηματιστηριακά παίγνια αλλά και κάποιες – επιδοτούμενες εν πολλοίς – πρωτοποριακές επενδύσεις γύρω από έναν κλάδο που σε ολόκληρη τη Δύση είχε αρχίσει να πνέει τα λοίσθια, υποσχόμενος παράλληλα πλούτη από την επέκταση στη «νέα οικονομία». Εφθασε να γίνει σύμβολο της χρηματιστηριακής παραζάλης και απληστίας και συνώνυμο του «λευκού χρυσού», όπως έλεγε ότι θα είναι το βαμβάκι.


Ο «μάγος της Σοφοκλέους», όπως τον έλεγαν το 1999, ο ιθύνων νους και αφεντικό του κλωστοϋφαντουργικού ομίλου Κλωνατέξ που κάποτε ανέβασε σε πάνω από 1 τρισ. δρχ. τη χρηματιστηριακή αξία του και θησαύρισε όπως αρέσκονται να τον κατηγορούν οι επικριτές του, υποστηρίζοντας – αν και κάποιοι πιστεύουν πως είναι μύθος – ότι αυτός και η οικογένειά του στον «ναό του χρήματος» κέρδισαν γύρω στα 150 εκατ. ευρώ, ο – και τενίστας – 50χρονος επιχειρηματίας κ. Θ. Λαναράς «μοιράζει» τώρα απολύσεις, για τη «θεραπεία» των οποίων επιβαρύνονται όλοι οι εργαζόμενοι και εργοδότες αλλά και ο κρατικός προϋπολογισμός στο πλαίσιο πρόωρων συνταξιοδοτήσεων των απολυμένων. Ο ίδιος συχνά-πυκνά κατηγορεί συλλήβδην τους ευρωπαίους πολιτικούς ότι θυσίασαν και «ξεπούλησαν» σχεδόν την κλωστοϋφαντουργία, ως μη όφειλαν, στον βωμό γεωπολιτικών και οικονομικών παιχνιδιών με την Ασία. Γεγονός είναι ότι εκατοντάδες εργάτες και υπάλληλοι στη Νάουσα και σε άλλες πόλεις, αρκετοί από τους οποίους το 1999 και το 2000 «άφησαν» τις όποιες περιουσίες τους στη Σοφοκλέους, χάνουν τώρα και το μεροκάματό τους.


* «Υπέρ των θυμάτων της Κλωνατέξ»


Κατά 80% από τα χρήματα που καταβάλλουν κάθε μήνα όλοι ανεξαιρέτως οι εργαζόμενοι και εργοδότες της χώρας εν ονόματι της απασχόλησης και της επαγγελματικής κατάρτισης ανέργων και κατά 20% από τον ίδιο τον κρατικό προϋπολογισμό προβλέπεται ότι θα καλυφθεί η δαπάνη για την πρόωρη συνταξιοδότηση όσων συμπληρώνουν το πεντηκοστό έτος και απολύθηκαν ή θα απολυθούν ως τα τέλη του 2008 ειδικά – και μόνον – από τα κλωστοϋφαντουργεία της Νάουσας. H τροπολογία που κατέθεσαν την περασμένη Τετάρτη στη Βουλή οι υπουργοί Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας κ. Σ. Τσιτουρίδης και Οικονομίας και Οικονομικών κ. Γ. Αλογοσκούφης μπορούσε να έχει τίτλο «Υπέρ των θυμάτων της Κλωνατέξ». Τουλάχιστον 20 εκατ. ευρώ θα είναι το κόστος, αφού θα τα ξεπεράσει αν υπαχθούν στη ρύθμιση – γιατί όχι; – οι άνεργοι και απολυμένοι από τον ίδιο όμιλο στην Κομοτηνή και σε άλλες πόλεις.


* Ζημιές 176 εκατ. ευρώ


Ο όμιλος που θα μεγαλουργούσε ετοιμάζει και πάλι εκατοντάδες απολύσεις καθώς είναι πνιγμένος στα χρέη και μόλις τον περασμένο μήνα έπεισε τις τράπεζες Εθνική, Εμπορική, Αγροτική και Alpha Bank ότι δεν έχουν τίποτε καλύτερο να κάνουν αν δεν θέλουν να χάσουν δεκάδες εκατομμύρια ευρώ από μια άμεση πλήρη κατάρρευσή του από το να τον αναχρηματοδοτήσουν εκ νέου. Σε μια προσπάθεια να αποτραπεί και κατ’ άλλους απλώς να ανασταλεί το καθολικό «λουκέτο», μειώνονται οι μονάδες και οι πάνω από 1.500 θέσεις εργασίας που διατηρεί στην Ελλάδα, πέρα από τις άλλες 1.000 περίπου που έχει στα Σκόπια, στη Βουλγαρία και στην Αλβανία. Τα Κλωστήρια Ναούσης, η «ναυαρχίδα» του ομίλου στην οποία θα ενταχθούν οσονούπω όσες μονάδες κριθούν κάπως βιώσιμες, τη διετία 2004-2005 είχαν ενοποιημένες ζημιές ύψους 176 εκατ. ευρώ, όσες είχε προτού κλείσει και η άλλοτε «βασίλισσα» του κλάδου Πειραϊκή Πατραϊκή.


Αν πιστέψει κανείς τις τράπεζες, που σχεδόν όλες ανεξαιρέτως το 1999, με επικεφαλής την Εθνική, έχοντας την υποστήριξη ενός αδίστακτου αλλά ατιμώρητου από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς χρηματιστηριακού «λόμπι των κλωστών», συναγωνίζονταν ποια θα τον χρηματοδοτήσει περισσότερο και ποια θα αποκτούσε με discount μετοχές, πέρυσι και πρόπερσι η Κλωνατέξ θα ήταν ήδη μια πανίσχυρη δύναμη στον χώρο του επώνυμου έτοιμου ρούχου στον κόσμο και θα ήλεγχε το 20% της ευρωπαϊκής νηματουργίας. Περίπου 300 εκατ. ευρώ άντλησαν από τη Σοφοκλέους το 1999, στο πλαίσιο αύξησης κεφαλαίου, δύο μόνο από τις εταιρείες του ομίλου, με εκτεταμένη τραπεζική αρωγή και φρούδες ελπίδες.


Και όμως ο κ. Θ. Λαναράς, μοναχογιός του αείμνηστου Χριστόδουλου Λαναρά που έφυγε πέρυσι από τη ζωή, επιστρέφοντας στα μέσα περίπου της δεκαετίας του 1990 από τις ΗΠΑ, όπου είχε συνεχίσει – μετά το Deree – σπουδές, λέγεται ότι δεν ήθελε να ασχοληθεί με την κλωστοϋφαντουργία θεωρώντας ότι αυτή δεν είχε μέλλον. Εστησε μια εταιρεία πληροφορικής με την επωνυμία Lantec, πρόδρομο της σημερινής LanNet, επενδύοντας σε αυτήν προτού ο πατέρας του το 1998 του παραδώσει τα ηνία των Κλωστηρίων Ναούσης. Τίποτε δεν προϊδέαζε για όσα ακολούθησαν την περίοδο της χρηματιστηριακής παράνοιας, στην οποία ο κ. Θ. Λαναράς ενέδωσε από τους πρώτους, διαμορφώνοντας ένα μεγαλεπήβολο, αν όχι «φαραωνικό» για τα ελληνικά δεδομένα, όραμα με κάθε είδους κλωστοϋφαντουργικές μονάδες ανά την επικράτεια και βλέψεις επικράτησης στην Ευρώπη μέσω πλήρους καθετοποίησης και επώνυμων ενδυμάτων με διάσημα σήματα. «Εκανε το λάθος να πιστέψει ότι το πάρτι του Χρηματιστηρίου θα ήταν αιώνιο και ότι πρωταγωνιστώντας σε αυτό οι κλωστοϋφαντουργίες του θα γίνονταν μια ισχυρή ευρωπαϊκή δύναμη» αναφέρουν παλαιοί συνεργάτες του.


H Κλωνατέξ σκόρπισε χωρίς μέτρο εξωφρενικά ποσά αγοράζοντας επιχειρήσεις στη Θεσσαλονίκη, στη Βοιωτία, στη Νάουσα, στην Αθήνα, στην Κομοτηνή και στον Εβρο «με σκοπό την καθετοποίηση του ομίλου». Μόνο για ένα βαφείο στα Οινόφυτα που, αν χτιζόταν από την αρχή θα στοίχιζε περί τα 10 εκατ. ευρώ, διέθεσε 55 εκατ. ευρώ. Σε συνδυασμό με ορισμένες όντως καινοτομικές και διεθνώς ανταγωνιστικές νηματουργίες που ίδρυσε στην Κομοτηνή με γενναίες κρατικές επιδοτήσεις, μέσα σε δύο χρόνια δημιούργησε ένα δίκτυο 25 εταιρειών-εργοστασίων στην Ελλάδα και στα Βαλκάνια συσσωρεύοντας χρέη. Οσο ήταν στα ύψη οι μετοχές που έμπαιναν ενέχυρο οι τράπεζες χορηγούσαν αφειδώς κοινοπρακτικά και άλλα δάνεια.


«Το μυαλό ήταν πρώτα στη Σοφοκλέους και μετά στις εταιρείες» καταλογίζουν στον κ. Θ. Λαναρά πρώην στελέχη του, υποστηρίζοντας ότι ο πολλά υποσχόμενος κλωστοϋφαντουργικός γίγαντας κατέστρωσε πράγματι ένα φιλόδοξο και κατά βάση σωστό επιχειρηματικό σχέδιο αλλά έμεινε με πήλινα πόδια. Τροφοδοτώντας με υπεροψία τα πιο απίθανα σενάρια, η Κλωνατέξ διεύρυνε τους καταστατικούς επιχειρηματικούς σκοπούς της στη ναυτιλία, στις κατασκευές, στα τρόφιμα και ποτά, στον τουρισμό, στην πληροφορική, ακόμη και στον χρηματοοικονομικό τομέα.


* Μειοψηφικές συμμετοχές


Κερδίζοντας κάποτε μεγάλα ποσά αλλά και χάνοντας συχνότερα περισσότερα, κάθε τόσο ο όμιλος αποκτούσε «μειοψηφικές συμμετοχές» σε παντός είδους επιχειρήσεις αδυνατώντας την ίδια ώρα να καταστήσει ανταγωνιστικές, όσο αυτό ήταν εφικτό, τις ιδιόκτητες μονάδες του. Εκατόν είκοσι εκατομμύρια ευρώ άντλησαν το 1999 αυξάνοντας το κεφάλαιό τους τα Κλωστήρια Ναούσης, ενώ η ομοειδής εταιρεία Δούδος, που θα γινόταν υποτίθεται όχημα για εξαγορές διεθνούς εμβελείας, την ίδια χρονιά άντλησε 176 εκατ. ευρώ, για να καταλήξουν όλα σχεδόν στον πίθο των Δαναΐδων. «Ο,τι λάθος μπορούσε να κάνει το έκανε» λέγεται εκ των υστέρων βεβαίως για τον διάττοντα αστέρα της «χρυσής» περιόδου του Χρηματιστηρίου, στον οποίο αποδίδεται η «απολογία» ότι ουδείς προφήτης μετά Χριστόν.


Ο «μάγος της Σοφοκλέους» πίστεψε, όπως λένε πρώην συνεργάτες του, ότι μπορούσε να αποκτήσει κρίσιμο μερίδιο και τελικά να εξαγοράσει τη διάσημη ιταλική φίρμα Benetton. Πράγματι το επεχείρησε και μάλιστα μανιωδώς, καθώς μάλιστα διατηρούσε ισχυρή φήμη και κύρος στην Ευρωπαϊκή Ενωση Βιομηχάνων Κλωστοϋφαντουργίας, που τον έχει αναδείξει και αντιπρόεδρό της, αλλά «έσπασε τα μούτρα του», προτού στραφεί με την ίδια αυταπάτη στην επίσης ιταλική φίρμα Fila, πάλι χωρίς επιτυχία. «Αφού έγινε ο ίδιος τρόπον τινά χρηματιστηριακό γραφείο, έχασε το μέτρο και χάθηκε τελικά στον χρηματιστηριακό κυκεώνα» υποστηρίζουν κατήγοροί του, με αποτέλεσμα μία μία να απαξιωθούν όλες σχεδόν οι μονάδες του, υγιείς και μη.


* Οι τράπεζες τράβηξαν το χαλί


Οι τράπεζες δεν άργησαν το 2001, αφού κατέρρευσε η Σοφοκλέους και μειώθηκε δραματικά η αξία των μετοχών που κρατούσαν ενέχυρο, να «τραβήξουν το χαλί» κάτω από τα πόδια του κ. Λαναρά καθιστώντας βραχυπρόθεσμα και άμεσα απαιτητά αρκετά από τα μακροπρόθεσμα δάνεια του ομίλου, παρά τις αγωνιώδεις εκκλήσεις του για «κατανόηση» και «στήριξη», στραγγίζοντας σιγά σιγά όποια ρευστότητα του είχε απομείνει. Το στρατηγικό αδιέξοδο, αφού σιγά σιγά επιδεινώθηκαν δραματικά και οι συνθήκες για τις ευρωπαϊκές κλωστοϋφαντουργίες, δεν άργησε να γίνει πλήρες.


«Το καράβι βούλιαξε, αλλά είναι αλήθεια ότι ο καπετάνιος δεν το εγκατέλειψε» είναι η μόνη καλή κουβέντα που βρήκε να πει πρόσφατα γι’ αυτόν αρμόδιος τραπεζίτης. H απόπειρα διάσωσης γίνεται βάσει ενός επιχειρηματικού σχεδίου συρρίκνωσης το οποίο προνοεί για νέες απολύσεις από μονάδες που διατηρεί κυρίως στην ήδη πληττόμενη καίρια από την ανεργία Νάουσα, τη γενέθλια πόλη του καταβαραθρωμένου πλέον ομίλου, μέτοχοι του οποίου ήταν στο παρελθόν, λόγω συγγένειας, αρκετές γνωστές οικογένειες όπως αυτή του επικεφαλής της ΝΔ στο Ευρωκοινοβούλιο κ. Ιω. Βαρβιτσιώτη, του επιχειρηματία κ. M. Εφραίμογλου και του νυν προέδρου του Χρηματιστηρίου κ. Σπ. Καπράλου.