ΑΠΩΛΕΙΕΣ που είναι δυνατόν αλλά καθόλου εύκολο να αναπληρωθούν το 2006 μετράει η βιομηχανία, αφήνοντας πίσω της το μεταολυμπιακό 2005, καθώς ο χρόνος που πέρασε δεν οδήγησε σε αύξηση του όγκου της παραγωγής, ούτε σε επενδυτική αναζωογόνηση και αύξηση της απασχόλησης, παρά τα εκτεταμένα και γενναιόδωρα κίνητρα που προσφέρει ο αναπτυξιακός νόμος 2399/2004. H συνεχιζόμενη ανάπτυξη και η άνοδος του ΑΕΠ αφορούσαν άλλους τομείς, όχι όμως τη βιομηχανία, η συμμετοχή της οποίας στον σχηματισμό του ΑΕΠ έγινε ακόμη μικρότερη. Τα στοιχεία εξάλλου για την εξέλιξη της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής παραγωγής και οικονομίας παραπέμπουν σε κινδύνους περαιτέρω επιδείνωσης, γεγονός που καθιστά εξαιρετικά επιφυλακτικούς όσους προβλέπουν «καλύτερες ημέρες» και εν γένει καλύτερες επιδόσεις του ελληνικού βιομηχανικού τομέα το 2006.





«Οι σημαντικότερες επενδύσεις ελληνικών βιομηχανιών το 2006,
όπως και το 2005, θα γίνουν πιθανότατα εκτός Ελλάδος» σημειώνει αναλυτής του χώρου, εκτιμώντας ότι τα αποτελέσματα από τον αναπτυξιακό νόμο για τις επενδύσεις επί ελληνικού εδάφους θα είναι θετικά αλλά περιορισμένης, αν όχι πενιχρής, εμβελείας.


H πορεία των τιμών του πετρελαίου και οι επιπτώσεις από τη συνεχιζόμενη ταχύρρυθυμη ανάπτυξη των μεγάλων ασιατικών οικονομιών «πονοκεφαλιάζουν» τους επιχειρηματίες αρκετών κλάδων, οι οποίοι φαίνεται να διαμορφώνουν «συντηρητικούς» προϋπολογισμούς για το 2006, αναμένοντας ένταση του ανταγωνισμού από το εξωτερικό και εξασθένηση της εγχώριας ζήτησης. Δεν είναι λίγοι όσοι στηρίζουν πολλά στην προοπτική αναθέρμανσης του κατασκευαστικού κλάδου, αλλά και στην υπόθεση ότι η οικονομική ανάπτυξη στην ευρωζώνη θα επιταχυνθεί φθάνοντας το 2,2%, ενώ άλλοι προσβλέπουν σε ταχύτερη ανάπτυξη γειτονικών βαλκανικών χωρών εν όψει της εισόδου τους στην EE.


* Οι ανταγωνιστικές πιέσεις


Σύμφωνα βέβαια με τα πλέον πρόσφατα στοιχεία ερευνών οικονομικής συγκυρίας, μία στις τρεις ελληνικές βιομηχανίες αναφέρει ότι το επίπεδο των συνολικών παραγγελιών της είναι κάτω από τα κανονικά για την εποχή επίπεδα και είναι φυσικό να αναμένεται, καθώς πιθανολογείται και μικρή έστω αύξηση του κόστους του χρήματος, ότι οι ανταγωνιστικές πιέσεις θα οδηγήσουν και πάλι έναν αριθμό προβληματικών και υπερχρεωμένων επιχειρήσεων σε έξοδο από την αγορά.


Ωστόσο, παρά τα «λουκέτα» μεγάλων και μικρότερων μονάδων με χιλιάδες εργαζομένους, το 2005 δεν επαληθεύτηκαν οι δυσοίωνες προβλέψεις που ήθελαν την ελληνική παραγωγή να βυθίζεται στην κρίση μετά τον τερματισμό των ολυμπιακών έργων. «Σε γενικές γραμμές η προσαρμογή έγινε με απώλειες αλλά ήταν επιτυχής» υποστηρίζει βιομηχανικός αναλυτής, εξηγώντας ότι τον χρόνο που πέρασε «ήλθαν στην επιφάνεια προβλήματα επιχειρήσεων που σοβούσαν επί χρόνια». Το ράλι του πετρελαίου άλλωστε αποθάρρυνε τους εισαγωγείς, διευκολύνοντας τους εγχώριους παραγωγούς να διατηρήσουν τα μερίδιά τους στην ελληνική αγορά, ενώ η μείωση του συντελεστή φορολόγησης από το 35% στο 32% δημιούργησε κάποια περιθώρια ενίσχυσης της εξαγωγικής δραστηριότητας.


* H μείωση της παραγωγής


Είναι αλήθεια ότι η παρατεταμένη από τον Ιανουάριο ως και τον Ιούλιο ευρεία μείωση της παραγωγής, σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας Ελλάδας (ΕΣΥΕ), αντισταθμίστηκε εν μέρει από την ανάκαμψη που ακολούθησε την περίοδο Αυγούστου – Οκτωβρίου. H κάμψη της παραγωγής στο δεκάμηνο Ιανουαρίου – Οκτωβρίου διαμορφώθηκε σε 1%, έναντι 2,5% περίπου που ήταν το πρώτο εξάμηνο. «Πράγματι, από τα στοιχεία των ερευνών μας προκύπτει ότι μπήκε φρένο στον βιομηχανικό κατήφορο» αναφέρει αξιωματούχος του Ινστιτούτου Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), εκφράζοντας συγκρατημένη αισιοδοξία ότι η παραγωγική ανάκαμψη θα μπορούσε να συνεχιστεί τουλάχιστον και στις αρχές του 2006.


Στο επιτελείο του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών (ΣΕΒ), πάντως, η αισιοδοξία… δεν περισσεύει. Διάφορα στοιχεία, συμπεριλαμβανομένης της τελευταίας έκθεσης των υπηρεσιών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής όπου καταγράφεται σημαντική αύξηση του κόστους παραγωγής στην Ελλάδα κατά το τρίτο τρίμηνο του 2005, σε συνδυασμό με εκτιμήσεις πολλών εισηγμένων στη Σοφοκλέους αλλά και άλλων επιχειρήσεων ότι στην πλειονότητα των βιομηχανικών μονάδων τα περιθώρια κερδοφορίας και συνεπώς της χρηματοδότησης των επενδύσεων περιορίζονται, διευρύνουν τις ανησυχίες για το ενδεχόμενο στασιμότητας ή και περαιτέρω υποχώρησης της εγχώριας βιομηχανικής δραστηριότητας το 2006. H «μετανάστευση» μονάδων ή και η ανάθεση μέρους των παραγωγικών εργασιών σε γειτονικές χώρες χαμηλού εργατικού κόστους εξετάζεται, κατά τα φαινόμενα, από αρκετές επιχειρήσεις.


Παραπέμποντας στο πράγματι πετυχημένο Ανοικτό Φόρουμ για την Ανταγωνιστικότητα που οργάνωσε ο ΣΕΒ στις αρχές Δεκεμβρίου με τη συμμετοχή πληθώρας κοινωνικών φορέων, στελέχη του συνδέσμου επαναφέρουν εν είδει «οδηγού για επιβίωση και ανάπτυξη» στον βιομηχανικό τομέα το 2006 έναν επιχειρηματικό «επτάλογο» με μέτρα που οφείλουν να λάβουν οι ίδιες οι επιχειρήσεις, προσαρμόζοντας τη στρατηγική τους σε επτά κατευθύνσεις. Κυριότερη θεωρείται η καθόλου απλή και εύκολη βεβαίως «προσαρμογή της παραγωγής στα διεθνή πρότυπα», αλλά και οι υπόλοιπες συνιστούν φυσικά επώδυνες αλλαγές σε νοοτροπία και προτεραιότητες. Είναι η αποφασιστική βελτίωση της παραγωγικότητας, η εξασφάλιση νέων συνεργασιών και συμμαχιών, η έγκαιρη διαφοροποίηση των προϊόντων με παράλληλη διακοπή δραστηριοτήτων που δεν έχουν μέλλον, η έμφαση στην έρευνα και στην καινοτομία, η επένδυση στο ανθρώπινο δυναμικό με κατανόηση του ότι «η γνώση αποτελεί πλέον το σημαντικότερο ανταγωνιστικότερο πλεονέκτημα» και, τέλος, η προσφορά στον εργαζόμενο «καλού εργασιακού περιβάλλοντος με αναγνώριση της συνεισφοράς του και απολαβές ανάλογες με τις επιδόσεις του». H ευρεία ενοποίηση και σύμπτυξη δυνάμεων που κατεγράφη στον κλάδο των τροφίμων τέλη του 2005 θεωρείται από πολλούς ως το σημαντικότερο «μήνυμα» για τον δρόμο που θα πρέπει να ακολουθήσουν εγκαίρως πολλές επιχειρήσεις σε πολλούς κλάδους.


* Αλλαγή ηγεσίας στον ΣΕΒ


Ο ΣΕΒ, ο οποίος στα μέσα του 2006 θα αλλάξει ηγεσία, δεν θα αργήσει να επαναφέρει στο προσκήνιο, καλώντας την κυβέρνηση να αναλάβει ευρύτερη δράση, προτάσεις και ιδέες βραχυπρόθεσμης και μεσοπρόθεσμης απόδοσης που κατατέθηκαν στη διάρκεια του φόρουμ για την τόνωση της ανταγωνιστικότητας και αφορούν βεβαίως όλους τους τομείς οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας. Με ένταση αναμένεται να τεθούν προτάσεις που αφορούν τον περιορισμό της γραφειοκρατίας, τη διάχυση των νέων τεχνολογιών και τις αλλαγές στο εκπαιδευτικό σύστημα. Σύμφωνα με ορισμένους υπολογισμούς η περιττή γραφειοκρατία απορροφά ως και το 2,5% του τζίρου των επιχειρήσεων, επιβαρύνοντας φυσικά τις τιμές. «Δεν χρειάζεται όμως να περιμένουμε κάτι μεγάλο, αρκούν έστω πολλές μικρές, ακόμη και φαινομενικά ανόητες βελτιώσεις, που είναι απολύτως εφικτές, για να ενισχυθούν η ανταγωνιστικότητα και η επιχειρηματικότητα» επισημαίνει στέλεχος του ΣΕΒ, θεωρώντας ότι η άρση αντικινήτρων μπορεί να προσθέσει πολύτιμους «πόντους» το 2006 στην προσπάθεια των επιχειρήσεων να διατηρήσουν έστω τα σημερινά επίπεδα ανταγωνιστικότητάς τους στην ελληνική και στη διεθνή αγορά.


Προς αυτή την κατεύθυνση αναμένεται ότι αξιόλογη θα είναι το 2006 η συνεισφορά της περαιτέρω μείωσης του συντελεστή φορολόγησης των επιχειρηματικών κερδών από 32% σε 29%, καθώς αυτή παρέχει κάποιες δυνατότητες απορρόφησης του αυξημένου ενεργειακού κόστους, αν και δεν είναι λίγοι αυτοί που εκτιμούν ότι αναπόφευκτα το ράλι του πετρελαίου θα αποτυπωθεί εντονότερα στα επίπεδα των τιμών κατά τη διάρκεια του νέου έτους.


* Εντονες ανησυχίες


Μπορεί το 2005 να κηρύχθηκε από την κυβέρνηση «Ετος Ανταγωνιστικότητας», αλλά καθώς έφθασε το 2006 όλο και περισσότεροι επιχειρηματίες ανησυχούν ότι τα μεγάλα ή τα μικρότερα κέρδη τους εύκολα μπορούν να γίνουν… καπνός, αν δεν αλλάξουν πολλά και γρήγορα, όχι με άνωθεν αποφάσεις αλλά με συναινετικό, όσο αυτό είναι δυνατόν, πνεύμα. «Συνηθίσαμε να μαχόμαστε για τη μοιρασιά των πρόσκαιρων λαφύρων, παραβλέποντας το αύριο» ανέφερε πρόσφατα εκπρόσωπος του ΣΕΒ, προτού παραδεχθεί ότι «οι τάξεις, οι ομάδες, οι συντεχνίες, τα άτομα που προτιμούν να παριστάνουν τους κωφάλαλους, στρουθοκαμηλίζοντας μπροστά στα αιτήματα των καιρών και στις απαιτήσεις του κοινωνικού συνόλου, είναι καταδικασμένες να περιθωριοποιηθούν».


Λίγοι είναι αυτοί που προβλέπουν ότι στο εγγύς μέλλον η ανταγωνιστικότητα της χώρας, με άλλα λόγια η ικανότητα παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών ικανών να «σταθούν» τόσο στην ελληνική όσο και στη διεθνή αγορά, πρόκειται να βελτιωθεί. Ακόμη και για «αναπόφευκτα επερχόμενη κοινωνική κατακραυγή», σε περίπτωση που η ανταγωνιστικότητα επιδεινωθεί περαιτέρω, έγινε λόγος στο διήμερο Ανοικτό Φόρουμ για την Ανταγωνιστικότητα. «Αν δεν αλλάξουν με ταχύ ρυθμό οι δομές και οι νοοτροπίες που κυριαρχούν στο Δημόσιο, δεν μπορεί να περιμένει κανείς καλύτερα πράγματα ή ξένες επενδύσεις στον βιομηχανικό χώρο το 2006» αναφέρει βιομήχανος που επιθυμεί να διατηρήσει ανωνυμία.


«Νομίζω ότι το 2006 η βιομηχανία ως σύνολο θα κινηθεί στα ίδια περίπου επίπεδα με το 2005, με μια μικρή βελτίωση το δεύτερο κυρίως εξάμηνο» αναφέρει ο διευθύνων σύμβουλος της χημικής βιομηχανίας Dow Hellas κ. Θ. Θωμάς. «Πιθανόν» συνεχίζει «να έχουμε μεταβολές από κλάδο σε κλάδο, ενώ, δυστυχώς, κλάδοι που αντιμετώπισαν πρόβλημα τα τελευταία χρόνια φαίνεται ότι θα συνεχίσουν να αντιμετωπίζουν δομικά προβλήματα. Ολα αυτά βέβαια βασίζονται κατ’ αρχήν στην εκτίμηση ότι το πετρέλαιο θα παραμείνει σταθερό, η δε ζήτηση των προϊόντων θα είναι ανάλογη αυτής του 2005. Δεν φαίνεται στον ορίζοντα κάποιος σημαντικός παράγοντας ο οποίος θα αλλάξει δραματικά την κατάσταση της βιομηχανίας το 2006, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στη βιομηχανία της Βόρειας Αμερικής και της Ευρώπης, όπου υπάρχουν κάποια θετικά σημάδια τα οποία θα βοηθήσουν σε μια σχετική, όχι θεαματική όμως, βελτίωση. Μην ξεχνάμε άλλωστε ότι προβλέπεται συνέχιση της ισχυρής ανάπτυξης στη Νότια Ασία».


H προσδοκώμενη σχετική ανάκαμψη του κατασκευαστικού κλάδου είναι δυνατόν να επηρεάσει σημαντικά την ελληνική βιομηχανία, όπως αναφέρει ο κ. Γ. Πετζετάκις, διευθύνων σύμβουλος της ομώνυμης βιομηχανίας πλαστικών. «Ως μεταολυμπιακή χρονιά, ήταν αναμενόμενο ότι κατά το 2005 θα παρουσίαζε πτώση ο κατασκευαστικός κλάδος και ο συνυφασμένος με αυτόν βιομηχανικός τομέας» εξηγεί, προσθέτοντας ότι χρειάστηκε κάποιος χρόνος και για να αφομοιωθεί το νέο νομοθετικό πλαίσιο για τις κατασκευές. «Για το 2006 αναμένεται τόνωση της ζήτησης και των κατασκευών και των σχετικών βιομηχανικών δραστηριοτήτων» εκτιμά, θεωρώντας όμως ως «προϋπόθεση την ταχύτερη και αποτελεσματικότερη απορρόφηση των κοινοτικών πόρων του Γ’ ΚΠΣ». Ο συνδυασμός βελτιωμένης εσωτερικής ζήτησης στον κατασκευαστικό κλάδο και επιτάχυνσης της ανάπτυξης στα Βαλκάνια, η οποία μπορεί να απορροφήσει μεγαλύτερες ελληνικές εξαγωγές, πιστεύεται ότι θα επηρεάσει θετικά ένα μεγάλο τμήμα της ελληνικής βιομηχανίας, ασχέτως της επιβράδυνσης που μπορεί να παρουσιάσει η ζήτηση σε άλλους κλάδους.


Παρά τις όποιες θετικές ενδείξεις και ελπίδες, πάντως, ο δείκτης των επιχειρηματικών προσδοκιών στη βιομηχανία, σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, παραμένει σε χαμηλά επίπεδα, καθώς το ποσοστό χρησιμοποίησης του εργοστασιακού δυναμικού κυμαίνεται σταθερά μεταξύ 70%-73%, δηλαδή σε επίπεδα που είναι τα χαμηλότερα στην EE. Σύμφωνα με την ΕΣΥΕ εξάλλου, με βάση τα στοιχεία που καλύπτουν την περίοδο Ιανουαρίου-Οκτωβρίου 2005, ένας στους δύο μεταποιητικούς κλάδους παρουσιάζει παραγωγική υποχώρηση. Χαρακτηριστικό των πιέσεων που δέχεται η ελληνική μεταποίηση είναι το γεγονός ότι η συνολική παραγωγή του αποτελούμενου από χίλιες και πλέον μονάδες κλάδου τροφίμων και ποτών εμφανίζεται μειωμένη κατά 2,6%. Ελάχιστοι «ρισκάρουν» την πρόβλεψη ότι η ελληνική βιομηχανία θα μπορέσει πραγματικά το 2006 να γίνει μεγαλύτερη.