Ενώ οι κορυφαίοι εισαγγελείς και οι πιο καλοπληρωμένοι δικηγόροι των Ηνωμένων Πολιτειών προετοιμάζονται εντατικά για τη δίκη των υπευθύνων του «μεγάλου κανονιού» της Enron, η έναρξη της οποίας είναι προγραμματισμένη για τoν ερχόμενο Ιανουάριο, οι εξελίξεις γύρω από τον χρεοκοπημένο ενεργειακό γίγαντα του Χιούστον είναι συνεχείς. Πριν από λίγες ημέρες, αίφνης, η Canadian Imperial Bank of Commerce συμφώνησε σε εξωδικαστικό συμβιβασμό να πληρώσει 2,4 δισ. δολάρια σε περίπου 50.000 μετόχους της Enron. H CIBC ουσιαστικά πληρώνει αυτή την τεράστια αποζημίωση για να αποφύγει πιθανή μελλοντική καταδίκη της σε ξεχωριστή διαδικασία που ξεκινά στις 16 Οκτωβρίου, παραδεχόμενη εμμέσως ότι συμμετείχε στην εξαπάτηση του επενδυτικού κοινού – και δεν είναι η μόνη: το ίδιο έχουν κάνει τους τελευταίους μήνες και άλλοι τραπεζικοί γίγαντες που είχαν εμπλοκή στα πολυπλόκαμα χρηματοδοτικά κόλπα και στις θυγατρικές-φαντάσματα της Enron, όπως η JPMorgan Chase (2,2 δισ. δολάρια), η Citigroup (2 δισ. δολάρια), η Lehman Bros (222,5 εκατ.) και η Bank of America (69 εκατ.), ενώ 168 εκατ. δολάρια έχουν πληρώσει άλλοι εξωτερικοί διαχειριστές κεφαλαίων της Enron.


* Εντείνονται τα παζάρια


Πάνω από 7 δισ. δολάρια – ποσό-ρεκόρ – έχουν ήδη αλλάξει χέρια μεταξύ τραπεζών και των εξαπατηθέντων μετόχων, που έχασαν περισσότερα από 74 δισ. δολάρια από τη χρεοκοπία, εκ των οποίων τα 40-45 δισ. λόγω απάτης. Και η διαδικασία συνεχίζεται, αφού στο σταυρόνημα των δικηγόρων των μετόχων είναι τώρα και οι Merrill Lynch, Credit Suisse First Boston, Barclays Bank, Deutsche Bank, Toronto-Dominion Bank, Royal Bank of Canada, Royal Bank of Scotland και Goldman Sachs. Οι περισσότεροι από τους παραπάνω κατηγορουμένους, μετά και τον συμβιβασμό της CIBC, αναμένεται τώρα να προχωρήσουν στα δικά τους παζάρια με τους ενάγοντες και ιδιαίτερα με τους δικηγόρους του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας, ενός από τους μεγαλύτερους μετόχους και χαμένους της Enron: τα νούμερα που ακούγονται είναι πραγματικά δυσθεώρητα.


Αλλά στην πραγματικότητα ακόμη και τα τεράστια αυτά ποσά είναι ψίχουλα μπροστά στις τεράστιες απώλειες μετόχων και εργαζομένων μετά το κανόνι της 6.12.2001: μόνο το προαναφερθέν πανεπιστήμιο έχασε πάνω από 144 εκατ. δολάρια, χρήματα που κατά γενική ομολογία δεν πρόκειται να ξαναδεί ποτέ. Στην καλύτερη περίπτωση θα πάρουν πίσω μερικά σεντς για κάθε δολάρια και αυτό όχι αμέσως, εξηγούν οι μικρομέτοχοι. Μία εξ αυτών, που έχασε 40.000 δολάρια από τον συνταξιοδοτικό λογαριασμό της, εξηγεί: «Θα είμαι τυχερή αν πάρω πίσω καμιά διακοσαριά δολάρια. Δεν κερδίσαμε τίποτε». Οι δικηγόροι τής έχουν πει ότι στην καλύτερη περίπτωση θα πάρει έξι σεντς για κάθε χαμένο δολάριο. Οπως λέει ο ειδικός Κρίστοφερ Μπέμπελ, «ανεξάρτητα από το τι λένε, οι τράπεζες αυτές δεν πληρώνουν για να αποφύγουν την «ενόχληση» μιας δίκης, αλλά γιατί έχουν συμπεράνει ότι είναι εκτεθειμένες σε πολύ μεγαλύτερες αποζημιώσεις αν η υπόθεση φτάσει στους ενόρκους».


Αρκετοί από τους ενάγοντες μικρομετόχους και εργαζομένους εμφανίζονται ιδιαίτερα εξοργισμένοι με τους συμβιβασμούς αυτούς: ένας εργαζόμενος δήλωσε στη «Houston Chronicle» ότι τα χρήματα αυτά είναι «κομφετί» μπροστά στην απόλυτη οικονομική του καταστροφή και στη χαμένη σύνταξή του. «Αυτό που πραγματικά θα ήθελα είναι να ζητήσουν όλες αυτές οι τράπεζες συγγνώμη στον κόσμο, να παραδεχθούν ότι βοήθησαν την Enron στην απάτη και ότι αυτός είναι λάθος τρόπος να κάνεις μπίζνες».


Ωστόσο η περίπτωση της Enron δεν είναι ένα απλό χρηματιστηριακό σκάνδαλο: σχεδόν τέσσερα χρόνια μετά τη χρεοκοπία, ο ενεργειακός γίγαντας εξακολουθεί να ρίχνει βαριά σκιά στο «αμερικανικό όνειρο» της πλήρους απορρύθμισης των αγορών. Μπορεί ο τεξανός προεδρικός φίλος Κένεθ Λέι, το δεξί του χέρι Τζεφ Σκίλινγκ και ο οικονομικός διευθυντής Αντι Φάστοου να είναι οι τρεις βασικοί κατηγορούμενοι στην υπόθεση, αλλά στα μάτια της κοινής γνώμης η δίκη αυτή αφορά το σύνολο του αμερικανικού πολιτικοοικονομικού συστήματος, που εξέθρεψε και εξακολουθεί να εκτρέφει «κακοποιούς εταιρείες» όπως η Enron. Το γεγονός ότι ο Λέι υπήρξε βασικός προεκλογικός σπόνσορας και φίλος και των δύο Τζορτζ Μπους είναι μόνο μια λεπτομέρεια στη μακρά σειρά κυβερνητικών «διευκολύνσεων» στη συγκεκριμένη εταιρεία, που θησαύρισε όσο λίγοι από τις φωτογραφικές διατάξεις για την απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας – φτάνοντας στο σημείο να κατακλέβει ολόκληρες Πολιτείες, π.χ. την Καλιφόρνια. Ο Λέι μπορεί να είναι φίλος των Μπους, αλλά τα μεγαλύτερα θεσμικά δώρα τα έλαβε επί προεδρίας Μπιλ Κλίντον.


* Συνωμοσία σιωπής


H κυβερνητική διαπλοκή είναι πασιφανής σε όλη τη θαυμαστή πορεία της εταιρείας, αλλά δεν αρκεί από μόνη της για να την εξηγήσει: στην πραγματικότητα η Enron είναι μια ευρύτερη συνωμοσία σιωπής, στην οποία εμπλέκονται επιπλέον όλες οι μεγάλες τράπεζες που προαναφέραμε, οι «διακριτικοί» λογιστές της Arthur Andersen, οι χρηματιστηριακοί αναλυτές που έσπρωχναν με το αζημίωτο τη μετοχή της και φυσικά οι ειδικευμένοι δημοσιογράφοι που «πουλούσαν» την Enron ως το αποκορύφωμα της ακεραιότητας και της καινοτομίας. H Enron δεν ήταν το «σάπιο μήλο» του βαρελιού, αλλά η πιο επιτυχημένη εταιρεία της εποχής της.


Και δεν είναι σίγουρα τυχαίο ότι, τέσσερα σχεδόν χρόνια μετά το «κανόνι» και ενώ τελεί πάντα υπό αναγκαστική διαχείριση, με τη φυσική ηγεσία της στο εδώλιο, η «χρεοκοπημένη» Enron διατηρεί τον έλεγχο μιας αρκετά μακράς σειράς από τα περιουσιακά στοιχεία της εντός και εκτός ΗΠΑ και ταυτόχρονα είναι σε θέση να αντλεί χρήματα από τις τράπεζες: πριν από λίγες ημέρες η JP Morgan μαζί με την Toronto-Dominion συμφώνησαν από κοινού να πληρώσουν μισό δισ. δολάρια στην εταιρεία, ως ξεχωριστή αποζημίωση – πέραν δηλαδή των 2,2 περίπου δισ. δολαρίων που πλήρωσε ως αποζημίωση τον περασμένο Ιούνιο στους μετόχους. Πράγμα που σημαίνει ότι η JP για να είναι απούσα από τη μεγάλη δίκη του ερχόμενου Ιανουαρίου πλήρωσε κάτι παραπάνω από δυόμισι δισ. δολάρια!