Υποθέστε ότι ζείτε σε μια άλλη χώρα και παρατηρείτε τα συμβαίνοντα στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στο κόμμα της ΝΔ από το 1993 ως σήμερα. Δεν έχετε συμφέροντα, οικονομικά ή άλλα, στην Ελλάδα και συνεπώς μπορείτε να παρατηρήσετε τις εξελίξεις τελείως αντικειμενικά.


Παρατηρούμε λοιπόν τη ΝΔ ύστερα από μια τριετή διακυβέρνηση της χώρας με πρωθυπουργό τον πολύπλευρο κ. K. Μητσοτάκη (τη χειρότερη διακυβέρνηση μεταπολεμικά) να πασχίζει να πείσει τον λαό ότι δεν είναι το κόμμα της συντηρητικής Δεξιάς αλλά το κόμμα του μέσου Ελληνα, του κεντρώου πολιτικού χώρου. Προεκλογικά υπόσχεται σχεδόν τα πάντα, εφικτά και ανέφικτα: επανίδρυση του κράτους, αύξηση του ΑΕΠ της χώρας με ρυθμό ανάπτυξης 5%, μείωση της ανεργίας κατά 2,5 εκατοστιαίες μονάδες, μείωση της φορολογίας, αύξηση του ΕΚΑΣ και των αγροτικών συντάξεων κατά 70% περίπου κτλ. τα επόμενα τέσσερα χρόνια, δηλαδή ως το 2008. Ενα μικρό αλλά σημαντικό για το εκλογικό αποτέλεσμα τμήμα του ελληνικού πληθυσμού πείθεται και η ΝΔ κερδίζει τις εκλογές του Μαρτίου του 2004.


Εναντι αυτών των υποσχέσεων τι κάνει η ΝΔ ως κυβέρνηση στο χρονικό διάστημα του περίπου ενός έτους; Το πρώτο πράγμα είναι η απογραφή της οικονομικής κατάστασης της χώρας και η επίρριψη όλων των ευθυνών, για οτιδήποτε δεν πάει καλά, στην κυβέρνηση του ΠαΣοΚ. Παράλληλα επανιδρύει το κράτος. Οχι όμως το κράτος της Ελλάδας αλλά το κράτος της Δεξιάς. H επιχείρηση «Γαλάζια παιδιά» ή, όπως ομολόγησαν διάφοροι αστέρες της ΝΔ, «Τα δικά μας παιδιά», η απομάκρυνση εκατοντάδων διευθυντικών στελεχών και η κωμωδιακή επιλογή των νέων δείχνουν ακριβώς αυτό. Ταυτόχρονα η κυβέρνηση ψηφίζει νόμο περί σοβαρής μείωσης των φορολογικών συντελεστών των κερδών από 35% σε 25% σε τέσσερα χρόνια. Υστερα ήρθε η ώρα της εισοδηματικής πολιτικής. Τι κάνει η κυβέρνηση; Αγνοώντας τις προεκλογικές υποσχέσεις αναγγέλλει αύξηση των πραγματικών εισοδημάτων ίση προς το μηδέν.


H γενική λαϊκή αγανάκτηση από αυτή την πολιτική αντιμετωπίστηκε από ορισμένους κυβερνητικούς αξιωματούχους (π.χ., από τους υφυπουργούς κ.κ. Π. Δούκα και Αδ. Ρεγκούζα και από τον κ. Ευ. Αντώναρο) με τρόπο αφελή και παιδαριώδη και προσβλητικό για τη νοημοσύνη των πολιτών. Το τελευταίο και τελικό επιχείρημά της είναι ότι «με τις παρούσες συνθήκες δεν μπορούμε να δώσουμε τίποτε παραπάνω».


Τι θα έλεγε ένας αντικειμενικός παρατηρητής για την οικονομική πολιτική της ΝΔ; Το πρώτο πράγμα που θα έλεγε ένας αντικειμενικός παρατηρητής είναι ότι ο ισχυρισμός πως η εισοδηματική πολιτική της μηδενικής αύξησης είναι αναγκαία υπό τις παρούσες συνθήκες δεν στέκει λογικά. Διότι οι παρούσες συνθήκες διαμορφώθηκαν από την ίδια την κυβέρνηση. H μείωση της φορολογίας των κερδών ήταν κυβερνητική επιλογή, όπως επίσης και η ουσιαστική αποδυνάμωση του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος. Συνεπώς η παρούσα εισοδηματική πολιτική είναι επιλογή της κυβέρνησης και όχι αναγκαία. Δεύτερον, φαίνεται ότι η απογραφή δεν ήταν παρά η προετοιμασία του άλλοθι της κυβέρνησης για την αντιλαϊκή πολιτική της. Τρίτον, η πολιτική αυτή δεν είναι προσωρινή. Θα επαναληφθεί και την επόμενη χρονιά διότι και τότε θα είναι αναγκαία, κατά τη λογική της κυβέρνησης, και πιθανότατα κατά το 2007.


Το γενικό συμπέρασμα είναι ότι η Νέα Δημοκρατία είναι ένα κόμμα βαθιά δεξιό, συντηρητικό και αντιλαϊκό που, παρ’ ότι έμεινε 20 χρόνια στην αντιπολίτευση, δεν μπόρεσε να κατανοήσει ότι τα οικονομικά οφέλη δεν είναι μόνο για τους βιομηχάνους, τους τραπεζίτες, τους εφοπλιστές και τους μεγαλοεπιχειρηματίες αλλά και για τις μεγάλες λαϊκές τάξεις. Φαίνεται ότι το κυβερνών κόμμα βρίσκεται σε βαθύ ιδεολογικό ύπνο.


Ο κ. Θεόδωρος Π. Λιανός είναι καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.