Τον Δεκέμβριο του 2000 «Το Βήμα της Κυριακής» δημοσίευσε δύο άρθρα μου στα οποία αναφερόμουν στις πολιτικές που είχε υιοθετήσει η Ιρλανδία προκειμένου να επιτύχει αυτό που αποκαλούμε σήμερα «ιρλανδικό οικονομικό θαύμα». H τότε κυβέρνηση διά του πρωθυπουργού κ. K. Σημίτη αντέδρασε με το περίφημο πλέον: «E όχι να γίνουμε και Ιρλανδία!».


Στην ομιλία του την περασμένη Τετάρτη ενώπιον των προσκεκλημένων του Συνδέσμου των Ελληνικών Βιομηχανιών (ΣΕΒ) ο νέος πρωθυπουργός της χώρας κ. K. Καραμανλής, με τις αναφορές που έκανε στο παράδειγμα της Ιρλανδίας, άφησε να εννοηθεί ότι η κυβέρνησή του ίσως είναι διατεθειμένη να το υιοθετήσει, με τις αναγκαίες βέβαια προσαρμογές για την ελληνική περίπτωση. Επειδή λοιπόν το πρόβλημά μας συνεχίζει να είναι αν και πώς μπορούμε να γίνουμε Ιρλανδία, αξίζει στο καινούργιο πολιτικό περιβάλλον να θυμηθούμε πώς τα κατάφεραν.


Προφανώς, έγραφα το 2000, οι παράγοντες που συνέβαλαν στο ιρλανδικό οικονομικό θαύμα ήταν πολλοί. Μερικοί από αυτούς βοήθησαν να διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις της απογείωσης (take off), ενώ άλλοι λειτούργησαν ως μηχανισμοί διατήρησης και επιτάχυνσης του ρυθμού της οικονομικής ανάπτυξης μετά την απογείωση. Οι κυριότεροι ήταν οι ακόλουθοι:


Δημοσιονομική προσαρμογή. Λόγω του υψηλού δημοσίου χρέους που είχε συσσωρευτεί, το δημοσιονομικό έλλειμμα ανερχόταν το 1986 στο 12% του ΑΕΠ. Ετσι όλοι γνώριζαν ότι, αν το τελευταίο δεν ελεγχόταν, οποιαδήποτε προσπάθεια ανάκαμψης θα ήταν καταδικασμένη σε αποτυχία. Γι’ αυτό προκρίθηκε η μέθοδος της βίαιης δημοσιονομικής προσαρμογής (shock therapy) με βαθιά μείωση των δημοσίων δαπανών. Στη χώρα μας αντιθέτως προτιμήθηκε η βαθμιαία δημοσιονομική προσαρμογή με έμφαση στη βαριά φορολογία, οπότε, παρά τις κραυγές τις δικές μου και μερικών άλλων οικονομολόγων, δικαιολογημένα καταλήξαμε να είμαστε σήμερα στην τελευταία θέση της Ευρώπης.


Οι κοινωνικοί εταίροι. Μετά τη δημοσιονομική προσαρμογή ο δεύτερος πυλώνας στον οποίον στηρίχθηκε το οικονομικό θαύμα της Ιρλανδίας ήταν η συμφωνία των κοινωνικών εταίρων ότι, αν δεν θεραπευόταν άμεσα το πρόβλημα των δημοσίων οικονομικών, δεν μπορούσαν να περιμένουν καμιά πρόοδο ούτε στον οικονομικό ούτε στον κοινωνικό τομέα. Βάσει της συμφωνίας αυτής έγινε δυνατό να μειωθούν δραστικά οι δημόσιες δαπάνες και το δημοσιονομικό έλλειμμα, με αποτέλεσμα η ραγδαία μείωση στον πληθωρισμό και στα επιτόκια να οδηγήσει σύντομα στη μείωση της ανεργίας με ταυτόχρονη αύξηση των πραγματικών εισοδημάτων. Αντιθέτως στη χώρα μας οι κοινωνικοί εταίροι, καθοδηγούμενοι από μυωπικές πολιτικές, συνδικαλιστικές, επιχειρηματικές, και πνευματικές ηγεσίες, πολέμησαν με όλες τους τις δυνάμεις ώστε να μην υπάρξει πραγματική αλλαγή και τώρα υποκρίνονται ότι δεν έχουν ευθύνη για τη συνεχιζόμενη λιτότητα και την ανεργία.


Ξένες άμεσες επενδύσεις. Κατά τις δεκαετίες που μεσολάβησαν από τον μεγάλο πόλεμο όλες οι κυβερνήσεις της Ιρλανδίας είχαν καλλιεργήσει το έδαφος για να προσελκύουν επενδύσεις από το εξωτερικό. Ετσι, όταν το 1986 ξεκίνησε η προσπάθεια για την οικονομική αναγέννηση της ιρλανδικής οικονομίας, υπήρχαν όλοι οι μηχανισμοί για να προκληθεί μια άνευ προηγουμένου εισροή επενδύσεων μεσαίας και υψηλής τεχνολογίας. Σχετικά αρκεί να αναφερθεί ότι, ενώ η Ιρλανδία έχει το 1% του πληθυσμού της Ευρώπης, τα τελευταία χρόνια προσελκύει το 20% όλων των ξένων επενδύσεων που εισρέουν στην ευρωζώνη. Αντιθέτως εδώ με πράξεις και παραλείψεις των κυβερνήσεών μας φροντίσαμε να διώξουμε ακόμη και τους επιχειρηματίες της ελληνικής διασποράς, οι οποίοι από αγάπη προς την πατρίδα έφεραν και επένδυσαν τα κεφάλαιά τους στη χώρα μας.


Δίδαγμα. Βαθιά τομή στις δημόσιες δαπάνες, άμεση εκποίηση όλων των δημοσίων επιχειρήσεων με συνοπτικές διαδικασίες και ταυτόχρονη αποπληρωμή του δημοσίου χρέους, ανοιχτή και ανταγωνιστική προσέλκυση άμεσων επενδύσεων από την αλλοδαπή.


«Το πρόβλημά μας συνεχίζει να είναι αν και πώς μπορούμε να γίνουμε Ιρλανδία».


Ο κ. Γεώργιος K. Μπήτρος είναι καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.