Αρχισαν από προχθές τα κερδοσκοπικά κεφάλαια να τεστάρουν την αποφασιστικότητα της κυβέρνησης Τζορτζ Μπους να πάρει το ανακοινωθέν που θέλει από το G7, όσον αφορά τη συναλλαγματική πολιτική των εμπορικών της εταίρων. H συνάντηση των οικονομικών αξιωματούχων του Ομίλου των επτά πλουσιότερων χωρών του κόσμου πραγματοποιείται στο πλαίσιο της Εαρινής Συνόδου του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας το τρέχον Σαββατοκύριακο στην Ουάσιγκτον. Το δολάριο προχθές ενισχυόταν έναντι του ευρώ και του γεν.


Ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Τζον Σνόου ήδη από την περασμένη Πέμπτη προειδοποίησε ότι δεν θα δεχθεί «οιαδήποτε μεταβολή» στο ανακοινωθέν τού G7, που είχε εκδοθεί τον Φεβρουάριο στη Φλόριδα των ΗΠΑ. Ελεγε ότι «η υπερβολική αστάθεια και οι άναρχες κινήσεις στις συναλλαγματικές ισοτιμίες είναι ανεπιθύμητες για την οικονομική ανάπτυξη» και ότι πρέπει να υπάρξει μεγαλύτερη ευελιξία στις συναλλαγματικές ισοτιμίες «σε χώρες ή μεγάλες οικονομικές περιοχές οι οποίες στερούνται τέτοιας ευελιξίας». Ζητούσαν δηλαδή από τους Ιάπωνες να σταματήσουν να παρεμβαίνουν στις αγορές χρήματος, για να φρενάρουν την κατακόρυφη πτώση του δολαρίου έναντι του γεν, και από τους Κινέζους σταδιακώς να καταργήσουν το νομισματικό καθεστώς της πρόσδεσης γουάν/δολαρίου, με στόχο να ανατιμηθεί το κινεζικό νόμισμα έναντι του αμερικανικού.


Στην περίπτωση της Ιαπωνίας οι πολιτικές πιέσεις εκ μέρους της Ουάσιγκτον προκάλεσαν τη μεταβολή της πολιτικής της ιαπωνικής κυβέρνησης. H θεαματική ανάκαμψη της ιαπωνικής οικονομίας, έπειτα από μία δεκαετία στασιμότητας, μείωσε την αντοχή του πρωθυπουργού Γιουνιχίρο Κοϊζούμι στις πιέσεις των φίλων του Αμερικανών. Ετσι η κεντρική τράπεζα της Ιαπωνίας σταμάτησε να διενεργεί παρεμβάσεις. Το Πεκίνο δεν έχει υποκύψει στις πιέσεις της Ουάσιγκτον προκειμένου να αφήσει το κινεζικό νόμισμα, το γουάν, να ανατιμηθεί έναντι του δολαρίου.


Είναι δύσκολη η θέση του κ. Μπους, καθώς ο αντίπαλός του στις προεδρικές εκλογές, δημοκρατικός γερουσιαστής Τζον Κέρι, στήριξε την υποβολή αίτησης της AFL-CIO (η αμερικανική γενική συνομοσπονδία εργαζομένων), που ζητεί τη διερεύνηση της παραβίασης των δικαιωμάτων των αμερικανών εργαζομένων από την Κίνα. Τα εργατικά συνδικάτα κατηγορούν το Πεκίνο ότι, λόγω του άδικου, ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος, έχουν μείνει άνεργοι 700.000 εργαζόμενοι και απαιτούν εμπορικά αντίποινα κατά της κινεζικής κυβέρνησης. Εκτιμάται ότι η πρόσδεση του γουάν στα επίπεδα των 8,2760-8,2800 ανά δολάριο έχει οδηγήσει σε διπλασιασμό από το 1999 του διμερούς πλεονάσματος της Κίνας με τις ΗΠΑ, το οποίο είναι δύο φορές μεγαλύτερο από το αντίστοιχο της Ιαπωνίας.