Τα δύο μεγάλα κόμματα στον ανταγωνισμό τους να κερδίσουν τις εκλογές ανέλαβαν σημαντικότατες οικονομικές υποχρεώσεις προς μεγάλες κατηγορίες συμπολιτών μας. Αρχικά η προηγούμενη κυβέρνηση και στη συνέχεια η παρούσα δεσμεύθηκαν να αναπροσαρμόσουν τις συντάξεις, να αυξήσουν το ΕΚΑΣ, να τακτοποιήσουν τους συμβασιούχους του Δημοσίου, να μειώσουν τους φορολογικούς συντελεστές κτλ. Οι δεσμεύσεις αυτές πρέπει να υλοποιηθούν για δύο τουλάχιστον λόγους. Πρώτον, γιατί οι κοινωνικές τάξεις προς τις οποίες απευθύνονται έχουν περιέλθει σε εξαιρετικά δύσκολη οικονομική θέση· και, δεύτερον, γιατί το πολιτικό σύστημα της χώρας δεν αντέχει να κατρακυλήσει παρακάτω από το επίπεδο που ήδη βρίσκεται στην υπόληψη των πολιτών. Από την άλλη πλευρά, όμως, οποιαδήποτε προσπάθεια να εκπληρωθούν οι αναληφθείσες υποχρεώσεις στο πλαίσιο της τρέχουσας οικονομικής συγκυρίας θα διαταράξει τόσο πολύ την ευαίσθητη ισορροπία των δημοσιοοικονομικών μεγεθών ώστε η νέα κυβέρνηση θα αναγκαστεί εκ των πραγμάτων να αποκλίνει επικίνδυνα από τους στόχους που έχει θέσει στο πρόγραμμά της για μείωση του δημόσιου χρέους σε συνδυασμό με τη βελτίωση της ποσότητας και της ποιότητας των παρεχόμενων κοινωνικών υπηρεσιών. Κατά συνέπεια, το ερώτημα που τίθεται είναι αν υπάρχει διέξοδος από τη δύσκολη θέση στην οποία βρίσκεται η κυβέρνηση και, αν ναι, πώς θα μπορούσε να δρομολογηθεί;


Οι εμπνευστές του οικονομικού προγράμματος της κυβέρνησης ορθώς έβαλαν ως ακρογωνιαίο λίθο των υπολογισμών τους την επιτάχυνση του ρυθμού της οικονομικής ανάπτυξης. Και τούτο γιατί, αν η οικονομική ανάπτυξη επιταχυνθεί σε 5%, τότε, μέσω της επιτάχυνσης που θα προκληθεί στα φορολογικά έσοδα, θα καταστεί δυνατόν να ικανοποιηθούν όλες οι δεσμεύσεις οι οποίες αναλήφθηκαν. Αλλά οι πολιτικές και τα μέσα επίτευξης αυτού του στόχου περιγράφονται στο πρόγραμμα πολύ ελλειπτικά ώστε είναι αδύνατον να αποφανθεί κανένας πώς θα εξειδικευθούν και αν θα έχουν τελικά πιθανότητα να αποδώσουν το αναμενόμενο αποτέλεσμα. Γι’ αυτό σήμερα θα περιοριστώ σε κάποιες πρώτες παραινέσεις σχετικά με το επιδιωκτέο μείγμα οικονομικών πολιτικών για την επιτάχυνση της ανάπτυξης.


Κατά την άποψή μου, το στοίχημα αυτό θα κερδηθεί ή θα χαθεί στο πεδίο του επιχειρηματικού κλίματος. Οι ιδιωτικές επενδύσεις τα τελευταία χρόνια, και ιδιαίτερα σε εγκαταστάσεις και μηχανολογικό εξοπλισμό, αυξάνονται με ικανοποιητικούς ρυθμούς. Εν τούτοις, αν και οι δημόσιες υποδομές έχουν βελτιωθεί θεαματικά, οι ιδιωτικές επενδύσεις απέχουν πολύ από το να εισέλθουν σε φάση μιας δυναμικά αυτοτροφοδοτούμενης ανοδικής τάσης. Από μόνος του αυτός ο δείκτης επιβεβαιώνει την έλλειψη κατάλληλου επιχειρηματικού περιβάλλοντος, ενώ προς την ίδια κατεύθυνση δείχνουν και άλλοι δείκτες, όπως π.χ. η ανυπαρξία ξένων άμεσων επενδύσεων και οι προοπτικές που προδιαγράφουν οι τιμές των μετοχών στο Χρηματιστήριο Αθηνών. Συνεπώς το αρχικό ερώτημα γίνεται αν μπορεί και πώς να βελτιωθεί άμεσα το επιχειρηματικό κλίμα χωρίς να περιμένει η κυβέρνηση να επιδράσουν τα οποιαδήποτε άλλα μέτρα λάβει στους τομείς της δημόσιας διοίκησης, της αγοράς εργασίας κτλ.


Ενα μέτρο το οποίο θα είχε αυτή τη στιγμή το συγκεκριμένο αποτέλεσμα είναι να προχωρήσει η κυβέρνηση, όπως έχει εξάλλου δεσμευθεί, στη μείωση των συντελεστών φορολογίας των κερδών όλων των επιχειρήσεων στο 25%. Ενα άλλο μέτρο είναι να δεχθεί η κυβέρνηση την ειλικρίνεια των ισολογισμών και των λογαριασμών αποτελεσμάτων χρήσης που υποβάλλονται από τις ανώνυμες εταιρείες ώστε, μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου μέσα από νόμιμες διαδικασίες, οι αποτιμήσεις της αξίας των επιχειρήσεων να θεωρούνται οριστικές στο τέλος κάθε κλειομένης οικονομικής χρήσης. Και ακόμη ένα άλλο μέτρο άμεσης βελτίωσης του επιχειρηματικού κλίματος θα ήταν η αποκατάσταση πλήρους διαφάνειας στις προμήθειες του Δημοσίου ώστε όλες οι επιχειρήσεις να ελπίζουν στις δουλειές του Δημοσίου μόνο με βάση την ποιότητα και την τιμή των προϊόντων και των υπηρεσιών που προσφέρουν.


Συμπερασματικά, επειδή η ικανοποίηση των προεκλογικών δεσμεύσεων περνάει αναγκαστικά μέσα από την επιτάχυνση του ρυθμού της οικονομικής ανάπτυξης, αν η κυβέρνηση επιθυμεί να κερδίσει το στοίχημα που έβαλε, θα πρέπει να λάβει άμεσα μέτρα όπως τα πιο πάνω για να βελτιωθεί δραστικά το επιχειρηματικό κλίμα.


Ο κ. Γεώργιος K. Μπήτρος είναι καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.