Εχω την εντύπωση πως ένα μεγάλο τμήμα των ουσιαστικών αποφάσεων που επηρεάζουν την καθημερινή μας ζωή, αλλά και τον μακροχρόνιο σχεδιασμό της, ρυθμίζεται από τους δημόσιους λειτουργούς. Νόμοι, αποφάσεις, ερμηνευτικές εγκύκλιοι, προσωπικές απόψεις για τη βούληση του νομοθέτη αποτελούν ένα μικρό δείγμα των καθημερινών μας δυσκαμψιών στην ανάληψη των προσωπικών μας ευθυνών. Αφιερώνουμε περισσότερο χρόνο για να πληροφορηθούμε αν εκείνο που θέλουμε να κάνουμε είναι σύμφωνα με τη βούληση των διοικητικών οργάνων και λιγότερο για να αποφασίσουμε τι τελικά θα κάνουμε. Χωρίς να το θέλουμε, ζητάμε άδεια και έγκριση σχεδόν για όλα. Σε τέτοια έκταση έχουν ρυθμίσει τις ενέργειές μας, που και όταν δεν υπάρχει λόγος για άδεια ο εθισμός μας λειτουργεί σύμφωνα με το σύνδρομο του Παβλόφ.


Ως εργαζόμενοι είτε στον ιδιωτικό είτε στον δημόσιο τομέα έχουμε ελάχιστα περιθώρια να διαπραγματευθούμε και να επηρεάσουμε το ύψος των συνολικών απολαβών μας. Ως καταναλωτές, οι όροι που προσδιορίζουν τις τιμές και την ποιότητα των αγαθών που συνήθως καταναλώνουμε, αντί να ελέγχονται από τη διαπραγμάτευση των παραγωγών και των διακινητών, ευτυχώς συμφωνούνται με την αποφασιστική παρέμβαση της αγορανομίας. Στις επιχειρηματικές δραστηριότητές μας, από την ημέρα που θα σκεφθούμε να επενδύσουμε ως την ημέρα που θα απαλλαγούμε των ευθυνών μας, το μόνο που κάνουμε είναι να ρωτάμε τους εκάστοτε αρμοδίους να μας πουν τι είναι σωστό να κάνουμε. Το μόνο που δεν μας επιτρέπουν να κάνουμε είναι να τους πληρώσουμε να μας φτιάξουν εκείνοι τις επιχειρήσεις μας και να τις διαχειριστούν μόνοι τους.


Γνωστά όλα αυτά, θα παρατηρήσει ο τακτικός αναγνώστης των οικονομικών σελίδων. Χθες η εφορία αποφάσισε να απαιτεί εγγυητική επιστολή τραπέζης από κάθε ενδιαφερόμενο που κάνει έναρξη επιτηδεύματος για να έχει εξασφαλίσει τα φορολογικά έσοδά της. Προχθές εταιρεία διαφήμιζε με ολοσέλιδη ανακοίνωση ότι έκανε επενδύσεις για να ανακαινίσει ξενοδοχείο του Δημοσίου, αλλά θα το λειτουργήσει αν πάρει την άδεια του Δημοσίου για τα slot machines. Ποιο το πρόβλημα; Αντίστοιχες συνθήκες και ρυθμίσεις ισχύουν σε κάθε ευνομούμενη χώρα. Τι ζητάμε λοιπόν και εκφράζουμε τις αντιρρήσεις μας; Ελεύθερη αγορά, όπως οι κλασικοί οικονομολόγοι, χωρίς ελέγχους και πλαίσια συμπεριφοράς;


Οχι, είναι η απάντηση. Είναι λάθος όμως και να θεωρούμε ότι, εναλλακτικά, η άσκηση της οικονομικής πολιτικής εφαρμόζεται αποτελεσματικά, όταν έχει ως βάση την πρόδηλη ανικανότητά μας να αποφασίζουμε. Οταν δεν αναγνωρίζει όρια ελαχίστων ικανοτήτων που οφείλει να διαθέτει ένας υπεύθυνος πολίτης. Οταν το ισχύον περιβάλλον ρυθμιστικών παρεμβάσεων στις ατομικές επιλογές, με τους πολλαπλούς και δαιδαλώδεις φορείς του Δημοσίου να ρυθμίζουν και να ερμηνεύουν, υποχρεώνει τον πολίτη να μεταβιβάσει το δικαίωμα της λήψης των αποφάσεων σε αυτούς που κατέχουν την απόλυτη δυνατότητα να εκφράζουν γνώμη. Εχοντας καταλήξει εδώ, όχι μόνο κατόρθωσαν να ρυθμίζουν τα πάντα, αλλά μας στέρησαν και το δικαίωμα να έχουμε άποψη για το πώς το ρυθμίζουν. Καταλήξαμε να ζούμε σε ένα περιβάλλον νηπιακής υπερπροστασίας αφού στερηθήκαμε πολλά από τα δικαιώματα να υπερασπιστούμε με κάθε νόμιμο μέσο τη λογική των αποφάσεών μας. Σε πλήθος ενεργειών μας επιτρέπεται μόνο να μας πληροφορήσουν, και να μας αδειοδοτήσουν, εκείνο που πρέπει να κάνουμε. Το σύνολο των ρυθμίσεων και των εντολών έχει οδηγήσει τους φορείς της οικονομίας να ασκούν πολιτική «εκ των προτέρων» και όχι «εκ των υστέρων». Δεν μας επιτρέπεται να κάνουμε εκείνο που θεωρούμε σωστό και σύννομο. Πέτυχαν να μπορούν χωρίς κρίση τρίτων να προδικάζουν. H κατάληξη ήταν γνωστή και αναμενόμενη. Δεν δικαιολογείται μόνο το γιατί μας ενοχλεί η διαφθορά που ανθεί γύρω μας. Και η διαφθορά ήταν αναμενόμενη και το ότι δυστυχώς θα οδηγούσε σε αδράνεια, σε απόγνωση.


Ο κ. Νίκος Γ. Χαριτάκης είναι επίκουρος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.