Οι εξελίξεις στα δημόσια οικονομικά είναι σε άθλια κατάσταση. Το έλλειμμα στην εκτέλεση του προϋπολογισμού σύμφωνα με τα στοιχεία του εξαμήνου είναι διπλάσιο από το προβλεπόμενο. Τα έσοδα υστερούν χωρίς να εμφανίζουν τάσεις βελτίωσης, ενώ οι δαπάνες τρέχουν με ρυθμούς σχεδόν υπερδιπλάσιους από τις προβλέψεις του έτους. Οι κυβερνητικές αδυναμίες απορρόφησης των κοινοτικών κονδυλίων αποτελούν κοινή γνώση σε όσους ασχολούνται ιδιαίτερα με τα έργα που χρηματοδοτούνται από τα κοινοτικά προγράμματα, στον βαθμό που ακόμη και αρμόδιος υπουργός να δικαιολογεί τις καθυστερήσεις με διοικητικές ανεπάρκειες του εθνικού και κοινοτικού γραφειοκρατικού μηχανισμού. Το πρόγραμμα πώλησης μετοχών δημόσιας ιδιοκτησίας, ανεξάρτητα από τις φιλόδοξες ανακοινώσεις των υπευθύνων, έχει τα όριά του. Και δυστυχώς οι αναγκαίες εκταμιεύσεις για την προώθηση και ολοκλήρωση των ολυμπιακών έργων είναι ακόμη μπροστά μας.


Δεκαπέντε ημέρες λοιπόν πριν από την Εκθεση της Θεσσαλονίκης και ενάμιση μήνα πριν από την κατάθεση του προεκλογικού προϋπολογισμού του 2004, οι οικονομικοί παράγοντες δικαιολογημένα ανησυχούν. Προσδοκούν έκτακτα φορολογικά έσοδα από τις μεγάλες επιχειρήσεις, προσδοκούν έσοδα από νέες μεταβιβάσεις μετοχών, προσδοκούν ανάκαμψη του XA και επιστροφή στις συνθήκες του προεκλογικού 2000. Λάθος εκτιμήσεις και λάθος στρατηγική.


Λάθος εκτιμήσεις γιατί ακόμη και στην καλύτερη των περιπτώσεων, όπου όλα όσα προσδοκούν πραγματοποιηθούν, είναι πολύ πιθανό να μην ευοδωθούν οι πολιτικές επιδιώξεις των αρμοδίων. Αν, για παράδειγμα, ο καταναλωτής των πολιτικών επιλογών ήταν ορθολογικός, θα ώφειλε να μην απαιτεί άλλες παροχές, άλλες εξασφαλίσεις και άλλες δαπάνες γιατί θα γνώριζε ότι τα περιθώρια είναι πεπερασμένα και οι ρυθμοί ανάπτυξης δεν μπορούν να περιορίσουν τα δημοσιονομικά κενά. Και όμως φαίνεται όχι μόνο να ζητάει παροχές αλλά και να γνωρίζει τις επιπτώσεις και να μην ανταποδίδει ορθολογικά με τις πολιτικές του επιλογές εκείνους που εμφανίζονται διατεθειμένοι να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις του.


Οπως υποδεικνύει η οικονομική θεωρία, αυτό συμβαίνει όταν ένα άτομο συνδέει τις θέσεις που εκφράζει κυρίως στα ερωτηματολόγια με οικονομικά αποτελέσματα για τα οποία έχει ενδιαφέρον λόγω στρατηγικών κινήτρων να στρεβλώσει τις απαντήσεις του. Για παράδειγμα, αν ένας πολίτης ερωτηθεί τι ποσό θα ήθελε να καταβάλλει για τη δημιουργία παιδικών χαρών στην περιοχή του, γενικά θα υπερτιμολογούσε την επιθυμία του για πληρωμή αν θεωρούσε ότι με την απάντησή του αυτή θα βελτίωνε την πιθανότητα να δημιουργηθούν οι παιδικές χαρές χωρίς ταυτόχρονα να ανελάμβανε και την υποχρέωση για την οικονομική του συμβολή. Αντίθετα, θα υποτιμούσε την επιθυμία του για πληρωμή αν το κόστος που θα ανελάμβανε ήταν άμεσα συνδεδεμένο με την απάντησή του. Σήμερα με την τακτική των παροχών και μάλιστα με παράλληλη πληροφόρηση των πολιτών ότι αυτές θα καλυφθούν είτε με φορολογία στις μεγάλες επιχειρήσεις – διατύπωση που υποδηλοί ουσία ότι θα πληρώσουν φόρους αυτοί που έχουν – είτε με πώληση μετοχών της δημόσιας περιουσίας – δηλαδή όχι ατομικής – συμβαίνει ό,τι ακριβώς προβλέπει η θεωρία. Οι πολίτες και απαιτούν – άρα ευνοούν τη δημιουργία ελλειμμάτων – και δεν αλλάζουν τις πολιτικές τους επιλογές, ως θα ήθελαν οι υπεύθυνοι. Και ο λόγος είναι ότι σαφώς τους υπογραμμίζεται πως οι ίδιοι δεν θα πληρώσουν. Αλλο τώρα τι θα γίνει στο τέλος.


H ενδεδειγμένη στρατηγική κατά την κρίση μου θα ήταν η ακριβώς αντίθετη. Αναγνώριση των ελλειμμάτων, συντονισμένη προσπάθεια για περιορισμό των δαπανών, δήλωση και δραστηριοποίηση του μηχανισμού για δραστική μείωση των προσδοκιών σε παροχές. Για παράδειγμα, αντί να έχουμε τον κ. K. Κουλούρη να τρέχει από λαϊκή σε λαϊκή, να τον χρησιμοποιήσουμε για να περιορίζει τις παροχές και τις δημόσιες δαπάνες. Σε τελική ανάλυση, σ’ αυτές οφείλονται και οι ανατιμήσεις που προσπαθεί να ελέγξει. Ακολουθώντας αυτή τη στρατηγική είτε θα περιορίζονταν οι απαιτήσεις είτε τα άτομα θα αναγκάζονταν να αντισταθμίσουν τις ουσιαστικές τους οικονομικές επιπτώσεις με τις πολιτικές τους επιλογές. Ευτυχώς όμως, όπως άλλωστε ήταν και αναμενόμενο, οι εξελίξεις ακολουθούν την πορεία τους. Δημιουργούν νοητικές ψευδαισθήσεις και συγκλίνουν στο αναπόφευκτο πολιτικό αποτέλεσμα.


Ο κ. Νίκος Γ. Χαριτάκης είναι επίκουρος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.