Το σημερινό σχόλιο θα ήταν δυνατόν να τιτλοφορηθεί και «Ερώτημα σε έναν νεαρό τραπεζικό υπάλληλο» αφού ασχολείται με το εξής θέμα: Ας υποθέσουμε ότι στο τραπέζι ενός νεαρού υπαλλήλου, διαχειριστή τραπεζικών διαθεσίμων, βρίσκεται το αίτημα για χορήγηση δανείου προς έναν πελάτη ο οποίος διακρίνεται από τα εξής οικονομικά δεδομένα:


Τα συνολικά έσοδα της επιχείρησης, ο τζίρος της, δηλαδή, την τελευταία χρονιά αυξήθηκαν με ρυθμό 6,6%, ενώ η πρόβλεψη για τη χρονιά που έρχεται αναφέρεται σε αύξηση 5,3%. Αντιστοίχως τα λειτουργικά έξοδά της ή διαφορετικά οι πρωτογενείς δαπάνες της αυξάνονται το 2002 κατά 8,4% και εκτιμάται ότι θα αυξηθούν κατά 6,0% το 2003. Χωρίς ιδιαίτερη γνώση οικονομικών έχουμε μια επιχείρηση που τείνει να ξοδεύει περισσότερα από όσα εισπράττει. Εστω και αν τα ποσοστά αναφέρονται σε διαφορετική βάση (τα έσοδα είναι μεγαλύτερα σε απόλυτο μέγεθος από τα έξοδα), η δυναμική της επιχείρησης είναι προκαθορισμένη. Αν συνεχίσει έτσι, πάει για φούντο.


Η μεγαλύτερη αύξηση των δαπανών, παρ’ όλη την επενδυτική δαπάνη που ανέλαβε η τράπεζα να χρηματοδοτήσει στο παρελθόν τη δημιουργία δικτυακής και ηλεκτρονικής οργάνωσης της επιχείρησης, φαίνεται από τα στοιχεία του προϋπολογισμού ότι θα πάει σε αυξήσεις μισθών και νέες προσλήψεις. Για δεύτερη συνεχή χρονιά, ύστερα από μια αύξηση των αποδοχών του προσωπικού κατά 7,9%, όταν ο πληθωρισμός έτρεχε με 3,8%, προβλέπεται να δαπανηθούν για το 2003 επιπλέον 5,3% σε μισθούς και συντάξεις των υπαλλήλων της κεντρικής διοίκησης. Ενα μάλιστα ιδιαίτερο ποσό προβλέπεται να δαπανηθεί αυστηρά για νέες προσλήψεις, προφανώς γιατί υπάρχει τεράστια ανάγκη αύξησης του προσωπικού της.


Η οικονομική εκμετάλλευση των θυγατρικών της, αν υπολογιστεί η μείωση της ιδιοκτησίας που προκύπτει με την πώληση των κερδοφόρων, επιδεινώνεται ταχύτατα τα τελευταία τρία χρόνια και απαιτεί όλο και περισσότερο νέες εγγυήσεις και νέα δάνεια. Ευτυχώς που υπάρχουν και τα έσοδα του «Πάμε στοίχημα» που βελτιώνουν κάπως την κατάσταση.


Οπως κάθε χρόνο, στα σχέδια της επιχείρησης αναφέρονται υπέροχες ιδέες για βελτίωση της αποτελεσματικότητας του παραγωγικού δυναμικού της στην κάλυψη της αγοράς, από την οποία προέρχονται τα μονοπωλιακά της έσοδα. Κάθε χρόνο η διοίκηση λέει ότι την επομένη θα μπορέσει να μειώσει τις απώλειες εσόδων που προκύπτουν από τη φοροδιαφυγή. Χάνει έσοδα από μια αγορά που διαχειρίζεται μονοπωλιακά και δεν κάνει τίποτε για να την κατακτήσει. Το ότι συνεχώς αναθέτει σε εξωτερικούς συμβούλους να της προτείνουν σχέδια δεν καλύπτει τις απαιτήσεις του νεαρού τραπεζίτη. Κατά τη γνώμη του, αυτή η αδυναμία οφείλεται πλέον στην ανικανότητα του διαχειριστή.


Το σημαντικότερο όμως πρόβλημα στο οποίο πρέπει να απαντήσει ο νεαρός τραπεζικός υπάλληλος προτού υπογράψει την εισήγησή του στη διοίκηση έχει να κάνει με την αξιοπιστία της διοίκησης της επιχείρησης. Γνωρίζει ότι η τράπεζα όπου εργάζεται είναι ευαίσθητη σε θέματα ηθικής τάξεως. Γνωρίζει ότι η τράπεζα έχει πληγεί από τις πρόσφατες λογιστικές αλχημείες και αποκρύψεις δανειακών υποχρεώσεων άλλων πελατών της. Γνωρίζει ότι οι προσωπικές εγγυήσεις των διαχειριστών δεν επαρκούν. Γνωρίζει ότι σε άλλες χώρες, όταν οι διοικήσεις επιχειρήσεων εκλήθησαν σε απολογία από αρμόδιους φορείς για αντίστοιχα παραπτώματα, εκλήθησαν και οι πιστωτές τους γιατί δεν πρόσεχαν. Γνωρίζει ότι τουλάχιστον στην επιχείρηση τον φάκελο της οποίας εξετάζει οι ορκωτοί ελεγκτές τής ΕΕ ανέφεραν ότι έκανε αλχημείες.


Τα γνωρίζει όλα αυτά και δεν μπορεί να αποφασίσει. Θα μπορούσα να τον βοηθήσω έχοντας μια σχετική εμπειρία. Ας δεχθεί ότι «η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει, δεν τη σκιάζει φοβέρα καμιά…» και ας κάνει θετική εισήγηση. Μόνο που δεν πρέπει να ξεχάσει τη συνέχεια των στίχων «μόνο λίγο καιρό ξαποσταίνει και ξανά προς τα χρέη (διάβαζε, δόξα) τραβά…».


Ο κ. Νίκος Χαριτάκης είναι επίκουρος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.