Οσο κι αν προσπαθώ να βρω θετικές πτυχές στη χρονιά που μας έρχεται, δεν τις βρίσκω. Οσο κι αν έχουμε συνηθίσει τα κείμενα μιας ημέρας σαν τη σημερινή να είναι γεμάτα αισιοδοξία, θεωρώ ότι θα ήταν λάθος αν με επηρέαζε το πνεύμα του νέου χρόνου. Τουλάχιστον για ένα πλήθος λόγων που θα αναφέρω στη συνέχεια, στην οικονομία εκτιμώ ότι έχουμε να αντιμετωπίσουμε ένα αρκετά σύνθετο μείγμα προβλημάτων. Βασική αιτία είναι το ότι διαβήκαμε τα όρια των δυνατοτήτων της να δέχεται χωρίς να αντιδρά μεταθέσεις στις λύσεις των προβλημάτων της. Αντί λοιπόν να παρασυρθούμε στην αριθμολαγνεία των κυβερνητικών προσδοκιών ας συγκεκριμενοποιήσουμε ένα προς ένα τα θέματα που θα μας απασχολήσουν με τις επιπτώσεις τους.


Η κερδοφορία των επιχειρήσεων είναι ίσως ο μεγαλύτερος ασθενής. Τα στοιχεία που ανακοινώθηκαν είναι ήδη αρνητικά. Τα στοιχεία που δεν ανακοινώθηκαν και αφορούν τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις δεν μπορεί να διαφέρουν, αφού η εξάρτηση είναι άμεση. Αρα για δεύτερη συνεχή χρονιά η οικονομική δραστηριότητα αναμένεται να είναι έντονα υποτονική. Αμεση συνεπαγωγή του γεγονότος είναι η συγκράτηση των μεταβολών στους μισθούς και στα εισοδήματα. Πριν από λίγες ημέρες ζήσαμε τις πρώτες τριβές στη σχέση. Ολοι ζήσαμε την επανεμφάνιση της αντιπαλότητας των συλλογικών διεκδικήσεων και των πολιτικών παρεμβάσεων στη σχέση τραπεζών και ΟΤΟΕ. Είχαμε ξεχάσει ή, καλύτερα, είχαμε πιστέψει ότι η ψήφος μας εξασφάλιζε εργασιακή ειρήνη. Υστερα από χρόνια κάποια τραπεζικά στελέχη θυμήθηκαν κάτι που το είχαν ξεχάσει και απόρησαν. Η αντίδραση του ΣΕΒ άμεση, αν και όχι προφανώς για το ίδιο θέμα, εξέφρασε τις ίδιες φοβίες. Οσοι νόμιζαν ότι λόγω κόπωσης των υπευθύνων και ανάπτυξης διαταξικών κοινωνικών επαφών είχαν περάσει στην περίοδο του μπλουζ άρχισαν να ανησυχούν. Οι συλλογικές διαπραγματεύσεις με ισχνά κέρδη και σε ευρώ δεν θα είναι εύκολες και όσοι έχουν άλλη άποψη θα ήταν ενδιαφέρον να ακουστούν.


Στα οικονομικά γνωρίζουμε πως τα άτομα δεν αλλάζουν τις επιλογές τους όταν δεν αλλάζουν οι τιμές και τα εισοδήματα. Με το ευρώ λοιπόν, επειδή αλλάζουν μόνο οι αριθμοί, θεωρούμε ότι η συμπεριφορά θα παραμείνει αμετάβλητη. Το πείραμα όμως που έχουμε να κάνουμε είναι εκπληκτικά μεγάλο. Αν τα άτομα δεν προσαρμοστούν άμεσα, τι γίνεται; Αν το κόστος προσαρμογής επιβαρύνει τις τιμές και παρατηρήσουμε άμεση συρρίκνωση των συναλλαγών; Ανεξάρτητα λοιπόν από το κατά πόσο ήταν σωστή ή λανθασμένη η προετοιμασία, το ευρώ εισάγει μια θεσμική αλλαγή που δεν έχει προηγούμενο και δεν υπάρχουν βέβαιες απαντήσεις στις παρενέργειές του.


Στον τομέα των αποκρατικοποιήσεων, οι δυνατότητες επιμήκυνσης και διαιώνισης των χρονιζόντων προβλημάτων πολύ λίγοι πλέον νομίζουν ότι μπορεί να συνεχιστούν επ’ αόριστον. Το Χρηματιστήριο αδυνατεί να προσφέρει πόρους στις πωλήσεις μετοχικών μεριδίων του δημόσιου πλούτου. Το παράδειγμα με την πώληση μετοχών της ΔΕΗ δεν μπορεί παρά να έχει φοβίσει αρκετούς. Οι ανακοινώσεις για δυναμικές παρεμβάσεις του τύπου ιδιωτικοποίηση της ΑΤΕ δεν πείθουν πλέον κανέναν. Ιδιαίτερα μάλιστα σε περίοδο που το αγροτικό θα βρίσκεται σε έκρηξη. Η εντύπωση που είναι διάχυτη δεν απέχει πολύ από την πραγματικότητα. Αφού δεν λύνονται τα προβλήματα της ΟΑ και των Ναυπηγείων, θα λυθεί το πρόβλημα του ΟΣΕ; Το ίδιο ισχύει και με την αποτελεσματικότητα του Δημοσίου στο ΚΠΣ και στο ασφαλιστικό. Το 2003 είναι ύστερα από ένα χρόνο και τα νέα μέλη της ΕΕ και οι υποστηρικτές τους στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο περιμένουν τις ελληνικές αδυναμίες για να μεταφέρουν πόρους σε αυτά. Αν πιστεύουμε ότι η προεδρία της ΕΕ θα μας σώσει, είμαστε γελασμένοι. Και όλα αυτά μέσα σ’ ένα περιβάλλον ύφεσης και εκλογικών αναμετρήσεων και διαξιφισμών. Ας καθήσουμε λοιπόν αναπαυτικά στις καρέκλες μας και ας σκεφτούμε για λίγο. Πόσοι έχουν το κουράγιο να ξεπεράσουν μέσα σ’ ένα χρόνο όσα αναφέρθηκαν και όσα δεν μπορεί ακόμη να προβλεφθούν;


Ο κ. Νίκος Γ. Χαριτάκης είναι επίκουρος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.