Τα πρόσφατα δραματικά γεγονότα και η στάση των εθνικών κυβερνήσεων, ακόμη και όσων δεσμεύονται από συμβατικές υποχρεώσεις με συνθήκες αμυντικής προστασίας, επιβεβαιώνουν την πραγματικότητα. Η απόσταση που χωρίζει την ανθρωπότητα του σήμερα αλλά και του χθες από μια παγκόσμια ενοποιημένη αγορά, αυτή που οι οικονομολόγοι των «τηλεοπτικών παραθύρων» ορίζουν με την έννοια της παγκοσμιοποίησης, είναι υπερβολικά μεγάλη. Και όμως δύο εκ διαμέτρου αντίθετες απόψεις εμφανίστηκαν πρόσφατα να συγκλίνουν επικίνδυνα. Κατ’ αρχήν εκείνοι που προβληματίζονταν αν τα πραγματικά οφέλη της διαδικασίας ενοποίησης των αγορών, βλέπε εκδηλώσεις στη Γένοβα και αλλού, στην ουσία υπάρχουν και συμβάλλουν ουσιαστικά στην άρση των ανισοτήτων. Στην αντίπερα όχθη, εκείνοι που με αφορμή την οργή τους στα πρόσφατα δραματικά γεγονότα άρχισαν να θεωρούν ότι οι πολιτικές συνθήκες όπως έχουν διαμορφωθεί αποτελούν την κατάλληλη στιγμή για έναν γενικευμένο προστατευτισμό. Δικαιολογημένα, κατά τη γνώμη τους, θα είναι καλύτερα αντί να αγωνιζόμαστε για επιτάχυνση της διεύρυνσης να επιδιώξουμε σμίκρυνση των οριζόντων περιορίζοντας τις συναλλαγές μόνο μεταξύ των αγορών που παρέχουν αυστηρή εξασφάλιση. Είναι προτιμότερο, λένε, αντί να αλλάξουμε πορεία και αντί να προσπαθούμε να αποφύγουμε τις συμβατικές δεσμεύσεις και τις ρήτρες στις διεθνείς συναλλαγές, να επανέλθουμε άμεσα σε αυτές.


Το δίλημμα τίθεται ως εξής: Επιλέγουμε συμβάσεις και συμβόλαια τυπικά και εθνικά περιορισμένα ή προτιμάμε άτυπες και υπερεθνικά διατυπωμένες σχέσεις που ενέχουν όμως κινδύνους λόγω ανυπαρξίας σαφώς προσδιορισμένου μηχανισμού επιβολής; Ας αναλογιστούμε την εκδοχή να θέσουμε ένα τέλος στην άτυπη και χωρίς συμβάσεις εμπιστοσύνη. Ας μεταφερθούμε για λίγο σε ένα περιβάλλον όπου ένα μεγάλο μέρος των οικονομικών συναλλαγών γίνεται μόνο με όσους ζουν σε περιοχές-χώρες που τα συστήματα επιβολής και προστασίας των συμβολαίων είναι αποτελεσματικά.


Εστω και αν είναι δεδομένο ότι ως σήμερα οι ατέλειες των διεθνών αγορών είναι πολλές, η πρόοδος που έχει επιτευχθεί είναι σημαντική. Πράγματι, η διεθνής διαμεσολάβηση στις τιμές των εμπορευσίμων αγαθών δεν ήταν η καλύτερη δυνατή, αλλά υπάρχει και θα τη χάσουμε. Οι κινήσεις κεφαλαίων για άμεσες επενδύσεις είναι περιορισμένες, καθώς οι επενδυτές επιλέγουν κυρίως επενδύσεις στη χώρα τους. Ακόμη και στις περιόδους αιχμής, οι μετακινήσεις κεφαλαίων προς τις φτωχές χώρες δεν πλησίασαν τις προβλέψεις των υποδειγμάτων. Και πάλι όμως δεν μπορούμε να αμφισβητήσουμε ότι η πορεία είναι ανοδική. Τα πραγματικά επιτόκια δεν εξισώνονται αυτόματα. Αλλά οι κεφαλαιαγορές πλέον αλληλεξαρτώνται σε ένα μεγάλο ποσοστό.


Αποτέλεσμα όλων των τοπικού και όχι διεθνικού χαρακτήρα περιορισμών είναι η επιβάρυνση του κόστους των συναλλαγών. Οικονομικές πράξεις, που υπό άλλες συνθήκες θα μπορούσαν να γίνουν πολύ φθηνότερα, επιβαρύνουν τη ζωή μας. Βασικό εμπόδιο στη διεύρυνση και στην παγκοσμιοποίηση είναι το γεγονός ότι οι εθνικοί νόμοι, οι συνήθειες και οι τυπικές διαδικασίες διαφοροποιούν τα κράτη μεταξύ τους. Επιστροφή λοιπόν στα στενά πλαίσια συναλλαγών συνεπάγεται αντί για επιτάχυνση στην άρση των εμποδίων, επιβολή όλων όσων καταργήθηκαν στο παρελθόν.


Αν ως σήμερα το διεθνές δίκαιο προστάτευε, όσο προστάτευε, τις οικονομικές σχέσεις είναι μάλλον σίγουρο ότι αν αρχίσουμε να αμφισβητούμε τα ήδη δεδομένα ή αν αρχίσουμε να βάλλουμε εναντίον όσων έχουμε πετύχει, το κόστος που θα αναλάβουμε στις συναλλαγές, επανερχόμενοι σε αυστηρές περιγραφές τυπικών συμβολαίων, θα είναι τεράστιο. Δανειζόμενοι μια φράση γνωστού οικονομολόγου «αυτό που προστατεύει έναν καταναλωτή από τη μικρή πιθανότητα να εκραγεί η Coca-Cola που βρίσκεται στο χέρι του δεν είναι το συμβόλαιο που έχει υπογράψει με τον παρασκευαστή της, αλλά οι νομικές υποχρεώσεις που ισχύουν για τον κατασκευαστή στη χώρα παραγωγής της», σημασία δεν έχει η περιορισμένης εμβέλειας σύμβαση αλλά οι διεθνείς υποχρεώσεις και δεσμεύσεις.


Το ερώτημα βέβαια που παραμένει έστω και αν δεν είναι ευδιάκριτο έχει ως εξής: Μπορούν οι αγορές να είναι διεθνείς όταν η διαχείρισή τους παραμένει τοπικά πεπερασμένη; Είναι συμβατή μια στάση που θέλει εθνική πολιτική και διεύρυνση των αγορών, όπως για παράδειγμα στο ευρώ; Αρκεί να αναλογιστούμε πώς θα είναι ο κόσμος όταν οι διεθνείς αγορές δεν θα έχουν να φοβηθούν τίποτε από τους περιορισμούς και τις δεσμεύσεις των αυστηρά στενών εθνικών νομοθεσιών. Και αν αυτό είναι το περιβάλλον που φιλοδοξούμε να ζήσουν τα παιδιά μας, τότε ας αναγνωρίσουμε επιτέλους ότι οι εγκληματικές ενέργειες και τα παρεπόμενά τους αποτελούν μια παρανοϊκή αντίδραση στο πλαίσιο που διαγράφεται για τις κοινωνίες του μέλλοντος.


Ο κ. Νίκος Γ. Χαριτάκης είναι επίκουρος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.