Η μία μετά την άλλη οι επιχειρήσεις του ΧΑΑ περνούν τη στενωπό της γενικής συνέλευσης. Για να θυμηθούμε και τον Βιτόριο Γκάσμαν, «δύσκολοι καιροί για τους πρίγκιπες». Χαμηλοί τόνοι, υποτονικές προοπτικές και γενικά συγκρατημένη απαισιοδοξία. Μεταξύ των πολλών που ακούστηκαν, διατυπώθηκε και η άποψη ότι τελικά η αναβάθμιση οδήγησε σε υποβάθμιση. Οι πόροι των αναδυομένων αγορών μάς εγκατέλειψαν και οι πόροι των προηγμένων δεν μας εμπιστεύονται. «Ανεπαισθήτως μας έκλεισαν από τα τείχη (των πόρων) έξω».


Ενδιαφέρουσα τοποθέτηση. Θυμίζει τη γνωστή άποψη των οικοκυρών του παρελθόντος, οι οποίες, όταν μαγείρευαν χωρίς τις οδηγίες του μαγείρου των ανακτόρων και το αποτέλεσμα δεν ήταν καλό έλεγαν, με απορία: «Εγώ πάντως τα υλικά τα έβαλα σωστά. Τώρα γιατί το φαγητό δεν είναι καλοφτιαγμένο ούτε ξέρω ούτε ευθύνομαι». Τα δεδομένα όμως δεν είναι ακριβώς έτσι. Σε αντίθεση με τη γνωστή και καθιερωμένη συνταγή που θέλει να συμπεριφερόμαστε έτσι όπως μας βολεύει, μ’ ένα τεράστιο χαμόγελο και την κλασική επωδό «εμπιστευθείτε μας», σήμερα ξέρουμε ότι εκείνα που προσδιορίζουν τις εξελίξεις σε μια σταθεροποιημένη οικονομία είναι τα πραγματικά οικονομικά μεγέθη. Η συμπεριφορά όμως του μέσου εισηγμένου προέδρου ­ ή, επί το κομψότερον, CEO ­ δεν διέφερε καθόλου από του μέσου στελέχους της κυβέρνησης. Από τη στιγμή που μας άνοιξαν τις πύλες της ΟΝΕ όλα έχουν τελειώσει, μας πληροφορούσαν οι δεύτεροι και δεν επιβεβαιώθηκαν, αφού τίποτε δεν άλλαξε. Από τη στιγμή που θα αναβαθμιστούμε όλα θα διορθωθούν, μας έλεγαν κάποιοι άλλοι. Ούτε και εκείνοι όμως επιβεβαιώθηκαν.


Μία είναι η πραγματικότητα. Ούτε οι επιχειρήσεις αλλά ούτε και η οικονομία πάνε καλά. Αν συνεχιστούν οι εξελίξεις στη βιομηχανική παραγωγή που μας ανακοινώθηκε από την ΕΕ, τότε ακόμη και εμείς που είχαμε κατηγορηθεί ότι κάνουμε λάθη στις προβλέψεις μας θα αποδειχθούμε αισιόδοξοι.


Πιθανή αιτία αυτών των εξελίξεων είναι το ότι οι φορείς άσκησης των επιχειρηματικών αποφάσεων λειτούργησαν μακρόχρονα υπό συνθήκες νομισματικών ανισορροπιών και υψηλό πληθωρισμό. Καθώς όμως μεταβλήθηκε το περιβάλλον, οι φορείς δεν προσαρμόστηκαν στις απαιτήσεις της οικονομικής σταθερότητας. Δεν αντελήφθησαν ότι σε περιόδους σταθερότητας η επιχειρηματικότητα και η ευελιξία προσαρμογής στις οριακές μεταβολές των πραγματικών δεδομένων απαιτούν σημαντικά ταχύτερες και αποτελεσματικότερες διοικητικές επιλογές. Οσο απ’ όλους τόσο και από εκείνους που πέτυχαν σε περιόδους αστάθειας και πληθωρισμού.


Η ιστιοπλοΐα των πραγματικών συνθηκών δεν είναι ιστιοπλοΐα ευνοϊκού καιρού. Είναι γνωστό ότι ο πληθωρισμός κατανέμει τα βάρη του ανισομερώς. Αν έχεις την τύχη ή ακόμη και την ικανότητα να ανήκεις στους μόνιμα κερδισμένους, και αν δεχθούμε ότι η διαδικασία που σε ευνοεί είναι συστηματική και μακροχρόνια, είναι πολύ πιθανό, όταν περάσουν τα χρόνια και αλλάξει το περιβάλλον που σε συντηρούσε, να μην αντιλαμβάνεσαι πως μαζί με τις εξελίξεις έχει αλλοιωθεί και η ικανότητα προσαρμογής σου στα νέα δεδομένα. Εκείνο που οι υπόλοιποι το αντιλαμβάνονται και αποχωρούν εσύ δεν το αντιλαμβάνεσαι και ψάχνεις για δικαιολογίες. Η πραγματική οικονομία τού σήμερα έχει και πραγματικές απαιτήσεις που δεν τις διαθέτεις.


Τα ερωτήματα πλέον έρχονται το ένα μετά το άλλο. Πόσο επιχειρηματικά και διοικητικά επίκαιροι είμαστε; Πόσο ικανοποιητική είναι η προβλεπτική μας ικανότητα και πόσο διορατικές και συγχρονισμένες είναι οι αποφάσεις μας; Πόσοι από τους ανταγωνιστές μας σε διεθνές αλλά και σε εθνικό επίπεδο θα ήταν διατεθειμένοι να αντικαταστήσουν ισοβάθμια στελέχη τους και να μας προσλάβουν; Πόσες επιχειρηματικές επιλογές απορρίψαμε το τελευταίο διάστημα και τι ποσοστό από αυτές οφειλόταν σε αδυναμία ανεύρεσης πόρων έναντι μη διάθεσης ανάληψης του επιχειρηματικού κινδύνου;


Είναι πολύ πιθανό να έχει στερέψει η επιχειρηματική δυναμική, έστω κι αν το οικονομικό γίγνεσθαι αναπτύσσεται δυναμικά. Αν όμως έτσι έχουν τα πράγματα, μπορούμε να αισιοδοξούμε, εναποθέτοντας το μέλλον της χώρας αποκλειστικά και μόνο στην εισροή κοινοτικών πόρων;


Ο κ. Νίκος Γ. Χαριτάκης είναι επίκουρος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.