Συνοψίζοντας τα βασικά συμπεράσματα της μελέτης της ΓΣΕΕ μπορεί να αναφερθεί κανείς στα εξής:


1. Τα προβλήματα του ασφαλιστικού προέρχονται από την ανεπάρκεια της χρηματοδότησής του. Από μια σειρά εναλλακτικών σεναρίων προσέγγισης, για τα προσεχή 50 χρόνια, των μεγεθών των δαπανών για συντάξεις, των εισροών του συστήματος και της εξέλιξης του ελλείμματος διαπιστώνεται ότι:


Οι δαπάνες για συντάξεις (πλην ΟΓΑ και Δημοσίου), ως ποσοστό του ΑΕΠ, αναμένεται να εξελιχθούν από το 10,6% (2001) στο 12,3% (2048), αφού ενδιαμέσως και ως το 2030 θα κυμανθούν σε επίπεδα μεταξύ του 10% και του 8,2%. Συνεπώς, δεν τίθεται θέμα μείωσης των συνταξιοδοτικών παροχών.


Οι εισροές πόρων του Συστήματος (εκτός ΟΓΑ και Δημοσίου) θα κινηθούν με σαφή και συνεχή πτωτική πορεία, με αποτέλεσμα να φθάσουν από το 8,3% (2001) στο 2,2% (2050) του ΑΕΠ. Η εξέλιξη αυτή που, μεταξύ άλλων, οδηγεί και στη δραματική αύξηση των εισοδηματικών ανισοτήτων στη χώρα μας, αφού το διογκούμενο εθνικό εισόδημα θα νέμονται, σε διαρκώς αυξανόμενη αναλογία, τα πλουσιότερα εισοδηματικά στρώματα, καταδεικνύει ότι το κεντρικό πρόβλημα του ελληνικού ΣΚΑ είναι η ανεπάρκεια των πόρων του.


Τα διαχειριστικό έλλειμμα του Συστήματος θα σημειώσει σαφή και δραματική επιδείνωση αφού θα κινηθεί από το 2% (2001) στο 10,6% (2050) του ΑΕΠ.


2. Με ύψος περιουσίας περί τα 5,6 τρισ. δρχ., εκτιμάται ότι το Σύστημα μπορεί να επιβιώσει ως το 2005, με την προϋπόθεση όμως ότι ως το έτος αυτό θα αναλώσει το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων του.


3. Από την επισκόπηση του συνόλου των πιθανολογούμενων αναλογιστικών ισοζυγίων προκύπτει η μεγάλη έκταση των αδικιών σε βάρος των νέων γενιών που υποχρεώνονται να διατηρούν μειωμένες ασφαλιστικές προσδοκίες, ενώ παράλληλα καλύπτουν ένα σημαντικό τμήμα των συντάξεων των σήμερα ενεργών ασφαλισμένων και των ήδη συνταξιούχων.


4. Η εκτίμηση της παρούσας αξίας του μακροχρονίου αναλογιστικού ελλείμματος του Συστήματος από τη λειτουργία του ως το έτος 2050 αποδεικνύει τη σχετικότητα των αντίστοιχων υπολογισμών, αφού οι αποκλίσεις των εκτιμήσεων είναι εξαιρετικά σοβαρές, αναλόγως των εκάστοτε παραδοχών. Η πραγματική αξία των εκτιμήσεων αυτών συνίσταται στην απλή επισήμανση των πιθανολογούμενων μελλοντικών εξελίξεων αν δεν ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα.


5. Οι αναμενόμενες δημογραφικές εξελίξεις εμφανίζουν ένα εξαιρετικά δυσοίωνο μέλλον της ελληνικής κοινωνίας.


6. Η κεντρική πρόταση που αναδεικνύεται από τη μελέτη του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ συνίσταται στην ανάγκη ενίσχυσης της χρηματοδότησης του Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης από το κράτος, μέσα στα πλαίσια της τριμερούς χρηματοδότησης και σε αναλογία 3/9 για το κράτος, 2/9 για τον εργαζόμενο και 4/9 για τον εργοδότη. Σήμερα η ενίσχυση αυτή είναι εντελώς ανεπαρκής και αποτελεί μόλις το 2% των συνολικών εσόδων του ΣΚΑ. Εννοείται ότι στο ύψος αυτό δεν περιλαμβάνονται καταβολές του κρατικού προϋπολογισμού που γίνονται για την εξόφληση χρεών του κράτους προς τους ασφαλιστικούς οργανισμούς ή που δεν αφορούν την τριμερή χρηματοδότηση. Επισημαίνεται ακόμη ότι η συμμετοχή του ελληνικού κράτους στη χρηματοδότηση του ΣΚΑ είναι εξαιρετικά μικρή σε σχέση με την αντίστοιχη πρακτική των λοιπών χωρών-μελών της ΕΕ.


7. Η επέκταση αυτή της τριμερούς χρηματοδότησης σημαίνει ότι το ελληνικό κράτος θα πρέπει να διευρύνει την ήδη νομοθετημένη υποχρέωσή του, σε σχέση με τους νεοεισερχόμενους στο ΣΚΑ μετά την 1.1.1993, για το σύνολο των ασφαλισμένων αλλά και θα καταργήσει το υφιστάμενο αντίστοιχο πλαφόν.


8. Εννοείται ότι επιβάλλεται η λήψη μέριμνας ώστε η διεύρυνση της κρατικής συμμετοχής να κατευθυνθεί, στο σύνολό της, στην ενίσχυση των χαμηλών συντάξεων και να αποκλεισθεί η διάχυσή της με τρόπο που θα ωφελούσε και συγκεκριμένες νησίδες υψηλών συντάξεων.


Ο κ. Σάββας Ρομπόλης είναι επιστημονικός διευθυντής του Ινστιτούτου Εργασίας ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ. Ο κ. Γιώργος Ρωμανιάς είναι οικονομολόγος, επιστημονικός σύμβουλος του ΙΝΕ ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ.