Υπάρχει ένα κριτήριο στην αξιολόγηση των δημοσίων επιχειρήσεων, οι οποίες διαχειρίζονται μονοπωλιακά συγκεκριμένα αγαθά ή υπηρεσίες, που έχουμε την τάση να το αγνοούμε. Το κριτήριο έχει να κάνει με την αξιοπιστία του φορέα να παρέχει απρόσκοπτα στους πελάτες του τις υπηρεσίες που του έχουν ανατεθεί. Οταν ως καταναλωτής είσαι υποχρεωμένος να μην έχεις εναλλακτικές λύσεις, η αξιοπιστία του φορέα αποτελεί βασικό κριτήριο αξιολόγησής του.


Για να προστατεύσουν τους καταναλωτές από πιθανούς μονοπωλιακούς και μη αξιόπιστους φορείς τα σοβαρά κράτη δημιουργούν συμβολαιακές ρήτρες με συγκεκριμένους ποσοτικούς στόχους και υποχρεώνουν τους φορείς να τις τηρήσουν. Εναλλακτικά, επιτρέπουν στους χρήστες να αποταθούν στα δικαστήρια και να απαιτήσουν αποζημίωση. Στην ακραία περίπτωση μάλιστα όταν αυτό επαναλαμβάνεται τακτικά και με διαφορετική ερμηνεία ο φορέας χάνει το προνόμιο.


Στη χώρα μας αυτά δεν συμβαίνουν, τουλάχιστον με τα όσα γνωρίζω. Και για παράδειγμα, όσο και αν μας ενοχλεί, τη ΔΕΗ, που η αξιοπιστία του συστήματός της έχει με την έναρξη λειτουργίας του μετρό μειωθεί σημαντικά, γνωρίζουμε ότι δεν μπορούμε να την πάμε στα δικαστήρια και να αντιδράσουμε αφού δεν έχει δεσμευτεί θεσμικά με ρήτρες αξιοπιστίας. Το θέμα όμως της αξιοπιστίας εκτός από πρακτικές έχει και ιδεολογικές προεκτάσεις, αφού καταλήγουμε να αξιολογούμε με στενά καπιταλιστικά κριτήρια αγνοώντας θεμελιακές σοσιαλιστικές αρχές.


Για παράδειγμα, ακόμη και στα υψηλότερα επίπεδα της διοίκησης συνηθίζουν να αποτιμούν μια δημόσια επιχείρηση με βάση τη χρηματιστηριακή αξία της. Αρα θεωρούν ότι όταν το χρηματιστήριο είναι χαμηλά κάθε προσπάθεια ιδιωτικοποίησης αποτελεί ξεπούλημα και θα έπρεπε να αποφεύγεται. Η άποψη αυτή είναι εντυπωσιακή όταν διατυπώνεται από σοσιαλιστικές αρχές, αφού είναι σε πλήρη διάσταση με τις θέσεις τους.


Για να γίνω ποιο σαφής. Νομίζω ότι το κριτήριο της αποτίμησης με βάση τη χρηματιστηριακή τιμή αφορά τον μέτοχο και τον ιδιώτη ιδιοκτήτη που μεταβιβάζει προσωπική περιουσία. Στην περίπτωση όμως των δημοσίων επιχειρήσεων σύμφωνα με τη λογική του σοσιαλισμού εκτός από τον μέτοχο υπάρχουν, όπως πολλοί θεωρητικοί έχουν αναφέρει, και οι μεριδιούχοι. Υπάρχουν οι εργαζόμενοι μας λένε που έχουν δικαιώματα, υπάρχουν οι χρήστες οι οποίοι απαιτούν αξιόπιστα συστήματα, υπάρχουν οι δημοτικές αρχές που εκπροσωπούν συλλογικά τοπικά συμφέροντα, υπάρχουν γενικά και άλλοι δικαιούχοι. Αν τολμήσουμε λοιπόν να αλλάξουμε το ιδιοκτησιακό καθεστώς των δημοσίων επιχειρήσεων, σημασία δεν έχει πού βρίσκεται το χρηματιστήριο και αν θα πρέπει να πουλήσω σε χαμηλές ή σε υψηλές τιμές τη δημόσια περιουσία αλλά θα πρέπει να συνυπολογίζουμε το κόστος και τα οφέλη σε όλους τους υπόλοιπους εκτός από το Δημόσιο ιδιοκτήτες. Και αν το συνολικό όφελος των μεριδιούχων είναι μεγαλύτερο από το κόστος του μετόχου οφείλω να απελευθερώσω την αγορά. Υπενθυμίζω ότι για αντίστοιχους λόγους κρατικοποιήθηκαν άλλωστε όλες οι προβληματικές τη δεκαετία του ’80. Αν ήμουν λοιπόν σοσιαλιστής θα εξέταζα, κατ’ αρχήν, τι λένε οι υπολογισμοί των διεθνών οργανισμών (π.χ. ΟΟΣΑ) για τα οφέλη της οικονομίας από την απελευθέρωση της ΔΕΗ. Σύμφωνα με τις μετρήσεις του ΟΟΣΑ, εκτός των άλλων, η απελευθέρωση της ηλεκτρικής ενέργειας θα συμβάλει σε μείωση της μέσης τιμής κατά 14% και αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,8%. Πάνω από το μισό της τρέχουσας αύξησης. Αν δεχθούμε ότι τα στοιχεία είναι σωστά, θα προχωρούσα άμεσα στην απελευθέρωση αντί να δαπανώ τον χρόνο μου εξετάζοντας το χρηματιστήριο.


Αν ήμουν σοσιαλιστής θα εξέταζα τις ευκαιρίες που δημιουργεί η απελευθέρωση στη βελτίωση της αξιοπιστίας του συστήματος απλώς και μόνο μέσω των αγωγών λόγω χαμένων παραγωγικών ωρών από τους πελάτες. Μόνο οι κραυγές των χρηστών των ηλεκτρονικών υπολογιστών στο ΥΠΕΘΟ με τις πρόσφατες διακοπές του ρεύματος αρκούν για να πείσουν τους υπευθύνους ότι θα είναι καλύτερα για τους μεριδιούχους να προχωρήσουν στην απελευθέρωση.


Αν ήμουν σοσιαλιστής θα αδιαφορούσα για την τιμή εισόδου στο χρηματιστήριο και θα εξέταζα τις περιβαλλοντικές ρήτρες που θα μπορούσα να επιβάλω στους ιδιώτες διαχειριστές και θα την απελευθέρωνα.


Επειδή δεν είμαι όμως σοσιαλιστής περιμένω να ανέβει το χρηματιστήριο για να πουλήσω καλά έστω και αν μετά βάλω την κρατική ΔΕΚΑ να αγοράσει ξανά προτού πέσουν και έχω την οργή των διαχειριστών των αμοιβαίων (και όχι των μικρομετόχων).


Ο κ. Νίκος Γ. Χαριτάκης είναι επίκουρος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.