Ακόμη και οι απόφοιτοι του λυκείου γνωρίζουν ότι για να μπορεί μια αγορά να λειτουργεί ανταγωνιστικά θα πρέπει οι ανταγωνιστές, επίδοξοι και μη, να λειτουργούν θεωρώντας ότι δεν υπάρχει κανένα εμπόδιο στην είσοδο και στην έξοδο. Για πολλές όμως δεκαετίες φαίνεται ότι, ανεξαρτήτως της γνώσης, η πρακτική και η πολιτική του ανταγωνισμού στηρίζονται στη χώρα μας σε άλλες αρχές. Πώς άλλωστε να πιστέψω κάτι διαφορετικό όταν ακόμη και αρμόδιοι υπουργοί πρόσφατα δήλωναν δημοσίως ότι «οι αγορανομικές διατάξεις ευνοούν τον ανταγωνισμό»; Ανεξαρτήτως λοιπόν του τι έγραφαν αιώνα τώρα τα βιβλία ­ άλλωστε αυτά όλα είναι θεωρίες που τις λένε οι καθηγητές για να βασανίζουν τους φοιτητές τους ­, η άποψη που υπερίσχυε ήταν ότι όσο πιο κλειστό, όσο πιο ανελεύθερο, όσο πιο κεντρικά ελεγχόμενο είναι το σύστημα τόσο καλύτερα (για ποιους;).


Οταν λοιπόν ενημερώθηκα από τον ΟΟΣΑ ότι θα ήθελαν να συζητήσουν μαζί μου θέματα σχετικά με την εφαρμογή του ανταγωνισμού στη χώρα, σκέφτηκα ότι θα τους ενδιέφεραν τα μεγάλα και τα σπουδαία. Για παράδειγμα, η ηλεκτρική ενέργεια, οι τιμές φυσικού αερίου και πετρελαιοειδών, τα μονοπωλιακά δικαιώματα διαχείρισης των ΔΕΚΟ κ.ά. Σπουδαία πράγματα δηλαδή και όχι μικρά και ασήμαντα. Και όμως το ενδιαφέρον τους ήταν αλλού, αφού, όπως προέκυψε, για αυτούς σημασία είχαν τα ασήμαντα και όμως σημαντικά.


Οπως εξελίχθηκε η συζήτηση, κατάλαβα ότι γνώριζαν πολύ καλά τι συμβαίνει με τον ανταγωνισμό στα πετρελαιοειδή και με τις οιονεί ελεύθερες τιμές. Δεν μπορούσαν να καταλάβουν όμως γιατί ύστερα από είκοσι χρόνια λειτουργίας της Επιτροπής Ανταγωνισμού η μόνη καταδικαστική απόφασή της είχε σχέση με την αγορά φρυγανιάς. Λες και σε όλες τις άλλες αγορές και καταγγελίες που είχε να εξετάσει η αγορά λειτουργούσε ελεύθερα.


Γνώριζαν για τις κρατικές συμφωνίες στο φυσικό αέριο και για τα εμπόδια στη μετατροπή του σε ηλεκτρική ενέργεια. Ρωτούσαν όμως και ξαναρωτούσαν γιατί σε μια χώρα όπου προσπαθούμε να μειώσουμε τον πληθωρισμό ελέγχουμε τον ανταγωνισμό στις εκπτώσεις και στις προσφορές ορίζοντας ημερομηνίες και αυστηρές ποινές για τους παραβάτες.


Αναφέρθηκαν σε κλειστά επαγγέλματα και αναρωτήθηκα αν το πρόβλημά τους είναι οι άδειες ταξί. Οχι, μου απάντησαν, είναι οι συμβολαιογράφοι με δεδομένο το εθνικό κτηματολόγιο. Είναι οι άδειες λειτουργίας ξενοδοχείων στην Αθήνα με δεδομένους τους Ολυμπιακούς. Είναι οι ξεναγοί, οι εφημεριδοπώλες, οι έμποροι τσιγάρων, τα βενζινάδικα, οι καθηγητές ξένων γλωσσών, οι ελεγκτές εναερίου κυκλοφορίας, τα μέλη των επαγγελματικών οργανώσεων (γιατροί, δικηγόροι, μηχανικοί), οι εταιρείες διακίνησης εμπορευμάτων, οι έλληνες teamsters, τα γραφεία εύρεσης εργασίας, οι μηχανικοί ανελκυστήρων και άπειρα άλλα που ούτε τα γνωρίζω ούτε μπορώ να σκεφτώ ότι υπάρχουν.


Αν ήταν μόνο όμως τα επαγγέλματα που έλεγαν, θα ήταν καλά. Εχετε ασχοληθεί καθόλου με τις διαδικασίες οργάνωσης των αγορών που προσδιορίζονται τόσο αυστηρά ώστε να αποκλείουν και αυτές τον ανταγωνισμό; Οι αναφορές τους και οι ερωτήσεις τους σε θέματα καθημερινά και προφανή για όποιον έχει σχέση με τον ανταγωνισμό και τις ελεύθερες αγορές δεν σταματούσαν. Τι γίνεται με τους δημόσιους διαγωνισμούς; Τι γίνεται με τις ώρες λειτουργίας των καταστημάτων; Πόσο ελεύθερη είναι η διακίνηση εμπορευμάτων στην κεντρική λαχαναγορά; Πόσο κλειστές είναι οι διαδικασίες ανταγωνισμού στις υπηρεσίες που παρέχουν οι φορείς του Δημοσίου (από τις άδειες και τα νοσοκομεία ως τα ΚΤΕΟ και χιλιάδες άλλα); Τι κάνει η χώρα σας όλα αυτά τα χρόνια που προετοιμάζεται για τον ανταγωνισμό των ευρωπαϊκών αγορών και για την παγκοσμιοποίηση ώστε να δημιουργηθούν συνθήκες ικανές για να επιβιώσουν οι εγχώριοι ικανοί παραγωγοί;


Η απάντηση μονοσήμαντη. Απολύτως τίποτε. Οχι γιατί δεν ενδιαφέρεται, όχι γιατί δεν την απασχολεί. Απλώς θεωρεί ότι με την αγορανομία θα επιβιώσουμε όλοι, ανεξαρτήτως αν στο τέλος μάς βρει απροετοίμαστους και μας κλείσει ο διεθνής ανταγωνισμός. Καλύτερα μαζί παρά ο καθένας μόνος του.


Τι παραδείγματα άλλωστε έχει ώστε να αλλάξει γνώμη; Μήπως καταργώντας το μονοπώλιο των φούρνων είδαμε καμία βελτίωση; Μήπως καταργώντας το σχετικό μονοπώλιο του ΟΤΕ ενδιαφέρθηκε να χρησιμοποιήσει κανείς πολίτης την κινητή τηλεφωνία; Μήπως ανοίγοντας τις εσωτερικές αερογραμμές στον ανταγωνισμό δεν συνέχισαν όλοι, εκτός από 2 εκατομμύρια πελάτες σε μία χρονιά λειτουργίας, να πετούν με την Ολυμπιακή Αεροπορία; Μήπως ξεχάσαμε τι ίσχυε πριν από λίγα χρόνια όταν 25 κύριοι είχαν το αποκλειστικό δικαίωμα των χρηματιστηριακών συναλλαγών; Μας ενοχλεί ο ανταγωνισμός των τραπεζών που προέκυψε από την απελευθέρωση του συστήματος; Ή μήπως όσοι χρησιμοποιούν fax και e-mail θέλουν να επιστρέψουν στην αλληλογραφία τύπου ΕΛΤΑ; Παραδείγματα υπάρχουν, σθένος για λήψη αποφάσεων δεν έχουμε.


Ο κ. Νίκος Γ. Χαριτάκης είναι επίκουρος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.