Το 1956 μια αμερικανίδα συγγραφέας, η Αϊν Ραντ, δημοσιεύει ένα κλασικό πλέον βιβλίο με τον παραστατικό τίτλο «Ο Ατλαντας αδιαφόρησε». Το θέμα απλό αλλά πάντοτε επίκαιρο. Κάποια στιγμή τα πιο δυναμικά στελέχη μιας κοινωνίας αποφασίζουν κάτω από την πίεση των στρεβλώσεων που τους επιβάλλει το σύστημα να σηκώσουν τους ώμους τους αδιάφορα και να αποχωρήσουν από την ενεργό δράση. Στη μυθιστορηματική αφήγηση του κειμένου τα αποτελέσματα για την κοινωνία είναι μη αναστρέψιμα. Ο κοινωνικός ιστός καταρρέει, οι πολιτικοί ανταγωνίζονται σε αντιπαλότητα και παροχές για να βοηθήσουν όσους δημιούργησαν το πρόβλημα και, τέλος, επικρατεί το χάος.


Πριν από λίγες ημέρες μια προσωπικότητα αντίστοιχη με τον ήρωα του βιβλίου, ο Μπιλ Γκέιτς, ανακοινώνει κάτι παρόμοιο. Με μια μικρή, κατά τη γνώμη μου, διαφορά. Στο βιβλίο ο ήρωας καταστρέφει την προσωπική του περιουσία και απομονώνεται ζώντας τελείως πρωτόγονα. Στην περίπτωση του Γκέιτς απλώς αποχωρεί για να ασχοληθεί με αυτό που τον ενδιαφέρει περισσότερο. Εχει την άνεση να το κάνει και έχει τη δύναμη να πάρει την απόφαση που τον εξυπηρετεί καλύτερα.


Γιατί μας ενδιαφέρει το συγκεκριμένο θέμα; Είμαι της άποψης ότι αν στην περίπτωση της Αμερικής η απόφαση του Γκέιτς είναι ίσως μια ειδική περίπτωση, στη χώρα μας το φαινόμενο ίσως να είναι πολύ πιο γενικευμένο. Κατά τη γνώμη μου, έχουμε πολύ περισσότερους Γκέιτς από όσους νομίζουμε και πολλοί από αυτούς, αν δεν έχουν ήδη πάρει τη συγκεκριμένη απόφαση, είναι πολύ κοντά στο να την πάρουν.


Χωρίς να το θέτω σαν απειλή γιατί προφανώς δεν ανήκω σε αυτή την κατηγορία, διαισθητικά νομίζω, και δέχομαι κάθε κριτική γι’ αυτή μου την άποψη, κάπως έτσι είναι η κατάσταση σήμερα.


Ετυχε να παρακολουθήσω με μεγάλη κατανόηση τις λίστες και τις ψηφοφορίες για τον Ελληνα του αιώνα. Απογοήτευση, αφού αυτή η χώρα φαίνεται ότι στα εκατό τελευταία χρόνια της ζωής της σαν να είχε μόνο πολιτικούς που άφησαν εποχή. Επιχειρηματίες, επιστήμονες και πολίτες που έκαναν το όραμά τους πραγματικότητα, σε ένα μη ευνοϊκό γι’ αυτούς περιβάλλον, δυστυχώς φαίνεται ότι δεν μπόρεσε να παραγάγει.


Τυχαία στην τηλεόραση παρακολουθώ τις παρουσιάσεις «προσωπικοτήτων» της κοινωνικής μας ζωής. Θλίψη και απορία. Γιατί μόνο η αρνητική διάσταση των κοινωνικών μας ενεργειών να μαγεύει και να μας καθηλώνει στο γυαλί; Δεν υπήρξαν πολίτες που κτίζοντας κάποτε μια Εθνική Τράπεζα άλλαξαν την πορεία αυτού του τόπου; Δεν υπάρχουν θεράποντες ιατροί ακόμη και των πρωθυπουργών της χώρας που σπούδασαν με συνθήκες αντίξοες και όμως διαπρέπουν; Δεν γνωρίζουμε όλοι μας επιχειρηματίες που ξεκίνησαν άγνωστοι και φτωχοί έχοντας ένα μαγαζάκι στη γωνία του δρόμου και χωρίς πολιτικές διασυνδέσεις έχουν σήμερα κολοσσούς; Δεν υπάρχουν οικονομικά ισχυροί που χωρίς φανφάρες και πληρωμένες διαφημίσεις στις εφημερίδες βοήθησαν ακόμη και χθες να ξεπεραστούν τα προβλήματα των σεισμών;


Ετυχε φίλος μου να μου διηγηθεί την εξής πραγματική ιστορία: Από το ΕΒΕΑ του ζητήθηκε να βοηθήσει στην καταγραφή των επιπτώσεων των σεισμών στα μέλη του. Ετυχε να πάει σε μια οικογένεια που είχε κτίσει με αγώνες ζωής μια μικρή βιοτεχνία. Ηταν μια οικογένεια που ζούσε άνετα σε μια από τις πληγείσες περιοχές. Η περιουσία της εξαφανίστηκε αλλά το πρόβλημά της, όταν ρωτήθηκε από τον φίλο μου ποιο ήταν, προσδιορίστηκε αλλού.


Τι θα γίνει, έλεγαν και ξανάλεγαν, με τους γείτονες που σκοτώθηκαν καθώς κατέρρευσε η πολυκατοικία όπου ζούσαν; Εμείς θα τα ξαναφτιάξουμε γιατί ζούμε, έλεγαν, τι θα γίνει όμως με τους άλλους που έχασαν τη ζωή τους; Πώς θα βοηθήσουμε τις οικογένειές τους ώστε να διορθωθούν οι πληγές; Θάρρος ζωής και δύναμη χαρακτήρα.


Το αισιόδοξο μήνυμα λοιπόν που βγαίνει από την προηγούμενη ανάλυση είναι ότι ακόμη για το καλό της χώρας υπάρχουν πολλοί που δεν έχουν πάρει την απόφαση που πήρε ο Γκέιτς, ανεξάρτητα από το αν οι συνθήκες εδώ είναι πολύ πιο αντίξοες. Οι ενδείξεις που έχουμε είναι ότι αργά αλλά σταθερά δημιουργούμε το κατάλληλο περιβάλλον ώστε όλο και περισσότεροι να στραφούν προς αυτή την κατεύθυνση. Και το ερώτημα που ίσως θα πρέπει να μας προβληματίσει είναι: Μπορούμε να περάσουμε στη νέα εποχή όταν όλο και περισσότερο σπρώχνουμε όλους αυτούς να πάρουν αντίστοιχες με τον ήρωα του μυθιστορήματος αποφάσεις;


Ο κ. Νίκος Γ. Χαριτάκης είναι επίκουρος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.