Ο κόμπος έφθασε στο χτένι. Η απελευθέρωση στην αγορά ενέργειας δεν μπορεί να μετατίθεται επ’ άπειρον. Το πρόβλημα λοιπόν που πρέπει να αντιμετωπισθεί είναι, από πολλές πλευρές, σύνθετο και υδραργυρικό. Οπως όλοι γνωρίζουν, η ΔΕΗ έχει ένα «κρυφό» χρέος, το οποίο αφορά τις ασφαλιστικές υποχρεώσεις της εταιρείας προς τους εργαζομένους και τους συνταξιούχους. Σύμφωνα με τις πληροφορίες που κυκλοφορούν στον Τύπο, το χρέος αυτό ανέρχεται αισίως στα 3 τρισ. Περίπου το 8% του συνολικού δημοσίου χρέους, το οποίο σύμφωνα με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ πρέπει να μειωθεί από 112% σήμερα στο 60% του ΑΕΠ.


Η πρόταση της κυβέρνησης είναι η ΔΕΗ να αποδεσμευθεί από το συγκεκριμένο χρέος και στη συνέχεια να μπει στο ΧΑΑ με αντίστοιχη διαδικασία όπως του ΟΤΕ. Σε απλά ελληνικά, έχουμε μια κοινωνικοποίηση του χρέους και μια μετοχοποίηση, και όχι ιδιωτικοποίηση όπως θέλουν οι υπεύθυνοι της εταιρείας.


Ως φορολογούμενος και οικογενειάρχης λοιπόν, δηλαδή ως κάποιος πολίτης που αναλαμβάνει και μέσω της παραγωγικής συμμετοχής του αλλά και μέσω της παραγωγικής συμμετοχής των απογόνων του την εξόφληση του συγκεκριμένου βάρους, μπορώ να θέσω δημόσια τα εξής ερωτήματα:


1Υπάρχει αναλογιστική μελέτη που να προσδιορίζει το συγκεκριμένο ποσόν των 3 τρισ. ή έτσι γενικά και αόριστα συμφωνήθηκε ένα ποσόν;


2Η μελέτη αυτή καλύπτει ασφαλιστικά τους δικαιούχους του Ταμείου ως σήμερα ή τους ασφαλισμένους εις τους αιώνας των αιώνων αμήν; Δηλαδή, αν αύριο αυξηθούν οι εργαζόμενοι, θα έχουμε και νέες υποχρεώσεις;


3Τι θα γίνουν τα έσοδα του Δημοσίου από την πώληση των μετοχών; Προτίθεται η κυβέρνηση να τα δεσμεύσει αποκλειστικά και μόνο στην εξόφληση μέρους ή ακόμη και του συνόλου του συγκεκριμένου χρέους ή θα πάνε και αυτά στον Καιάδα των δημοσίων δαπανών για νέες προσλήψεις ή για επιχορήγηση των κομμάτων;


4Με δεδομένη την ανάπτυξη της οικονομίας που, όπως γνωρίζουμε, θα προκύψει από την απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, προτίθεται η κυβέρνηση να παραχωρήσει τα δικαιώματα συμμετοχής στην απελευθερωμένη αγορά παραγωγής και εμπορίας ηλεκτρικής ενέργειας σε επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα, μετά από ανοικτή πλειοδοσία, ώστε να αντισταθμισθεί το κόστος των 3 τρισ. ή θα έχουμε εμφάνιση φαινομένων «ειδικών σχέσεων»;


5Η ως σήμερα αποκλειστική και χωρίς κόστος για τη ΔΕΗ εκμετάλλευση των εθνικών αποθεμάτων σε λιγνίτη μεταβιβάζεται αυτούσια στους μετόχους της εισηγμένης στο ΧΑΑ ΔΕΗ ή επανέρχεται στο Δημόσιο, το οποίο αποφασίζει σύμφωνα με το δημόσιο συμφέρον για την καλύτερη διαχείρισή τους; Υπενθυμίζουμε ότι η ΔΕΗ προσομοιάζει με τον ΟΤΕ μόνο στο δίκτυο μεταφοράς. Στην παραγωγή όμως διαφέρει και γίνεται ανταγωνιστική γιατί εκμεταλλεύεται ληστρικά τα αποθέματα λιγνίτη της χώρας. Και καλά όταν είναι δημόσια επιχείρηση, αλλά όταν έχει ιδιώτες μετόχους με ποιο δικαίωμα οι ιδιώτες θα κεφαλαιοποιήσουν στην αξία των μετοχών τους το συγκεκριμένο προνόμιο;


Θα τελειώσω όπως άρχισα. Ο κόμπος έφθασε στο χτένι, αλλά για τον λόγο αυτόν και οι επιφυλάξεις μου είναι ακόμη περισσότερες σε συνάρτηση με αυτές που θα διατύπωνα αν δεν πίστευα ότι η συγκεκριμένη πυροσβεστική διαδικασία επιλέγεται απλώς και μόνο για να καλυφθούν «ειδικής μορφής» αντισταθμιστικά ωφελήματα.


* Στους αναγνώστες μου οφείλω και μια απάντηση στο ερώτημα τι μπορούσε να κάνει η διοίκηση της Εργασίας αν ήθελε να περιορίσει το πλεονέκτημα του τελικού πλειοδότη που, όπως προέβλεψε η θεωρία, ήταν η τράπεζα που είχε «βάλει πόδι» με μειοψηφικό πακέτο. Σύμφωνα με το άρθρο λοιπόν υπήρχαν δύο λύσεις. Πρώτον, να μετέτρεπε την ανοικτή πλειοδοσία σε κλειστή με αντικειμενική αξιολόγηση από ανεξάρτητο αξιολογητή. Εναλλακτικά θα μπορούσε να σταματήσει τη διαδικασία ώσπου και ο δεύτερος υποψήφιος αγοραστής να αποκτούσε αντίστοιχο μειοψηφικό πακέτο, ώστε οι δύο υποψήφιοι να ξεκινούσαν από σχεδόν το ίδιο σημείο εκκίνησης. Παραδόξως έκαναν, και μάλιστα με τη σύμφωνη γνώμη των υπευθύνων, το τελείως αντίθετο. Δεσμεύοντας το αποτέλεσμα της κατάληξης σε εκείνο εκ των δύο που θα συμπλήρωνε το 50,1%, ουσία ενίσχυσαν το προβάδισμα του κατόχου του μειοψηφικού πακέτου. Τι λέει η θεωρία για αντίστοιχες καταστάσεις; Μιλάει για ένα φαινόμενο που το ονομάζει «χρυσό αλεξίπτωτο».


Ο κ. Νίκος Γ. Χαριτάκης είναι επίκουρος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.