Πρωταθλητής στις εξαγορές στον τραπεζικό κλάδο αναδείχθηκε ο όμιλος Λάτση. Ούτε λίγο ούτε πολύ στην οκτάχρονη παρουσία του στα ελληνικά τραπεζικά δρώμενα έχει ήδη προχωρήσει στην εξαγορά τριών τραπεζών αποκτώντας το πλειοψηφικό πακέτο των μετοχών τους ενώ ελέγχει σημαντικό μερίδιο σε μία ακόμη τράπεζα την οποία επιθυμεί να εντάξει στη δύναμή του αυξάνοντας τη συμμετοχή του στο κεφάλαιό της. (Αρχής γενομένης από την ίδρυση της Euromerchant Bank, σταδιακά ο τραπεζικός όμιλος απέκτησε την Interbank, το δίκτυο καταστημάτων της Gredit Lyonnais, την Τράπεζα Κρήτης, την Τράπεζα Αθηνών και σήμερα ο όμιλος κάνει το μεγάλο βήμα για την Τράπεζα Εργασίας.)


Στόχος, η δημιουργία ενός ενιαίου τραπεζικού οργανισμού με την υποστήριξη των Γερμανών της Deutsche Bank που θα κατέχει κυρίαρχη θέση στην ελληνική αγορά και θα αποτελεί τη βάση της εξάπλωσής του στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Δηλαδή, μια περιφερειακής εμβέλειας τράπεζα που θα μπορεί από προνομιακή θέση να συμμετάσχει στη δεύτερη και σημαντικότερη φάση των τραπεζικών συγχωνεύσεων που θα γίνουν στη χώρα μας την εποχή του ευρώ.


* Ολα ξεκίνησαν από την Interbank


Η αρχή έγινε με την απόκτηση του 95% των μετοχών της Interbank από τους Γάλλους της Banque Worms έναντι περίπου 17 δισ. δρχ. Επρόκειτο για τη μεγαλύτερη σύγχρονη τραπεζική επένδυση από ιδιώτη στην Ελλάδα ως εκείνη την εποχή. Μια επένδυση που έδωσε τη δυνατότητα στον όμιλο να περάσει από το «χονδρεμπόριο» και τα «παχυλά πορτοφόλια» στην τραπεζική αγορά του «λιανεμπορίου». Επιπλέον η επένδυση αυτή διαμόρφωσε και τις προϋποθέσεις να συγκροτηθεί μια νέα ευρύτερη γκάμα προϊόντων, υπηρεσιών και δραστηριοτήτων και να διευρυνθεί η πελατειακή βάση της.


Αυτό σήμανε τη μετατροπή της Eurobank από μπουτίκ τραπεζικών υπηρεσιών με εξειδίκευση στον χώρο του coorporate, investment και private banking, τομείς στους οποίους επικεντρώνονται οι τραπεζικές δραστηριότητες του ομίλου Λάτση εκτός Ελλάδας, σε εμπορική τράπεζα. Ηταν η πρώτη εξαγορά στη σύγχρονη κατακερματισμένη ελληνική τραπεζική αγορά η οποία σηματοδότησε τις εξελίξεις που έμελλε να συμβούν τα επόμενα χρόνια. Οπως είχε επισημάνει τότε ο πρόεδρος της Eurobank κ. Γ. Γόντικας, ήταν η πρώτη ένωση τραπεζικών δυνάμεων ύστερα από 40 και πλέον χρόνια, μετά δηλαδή τη συγχώνευση της Εθνικής Τράπεζας με την Τράπεζα Αθηνών τη δεκαετία του ’50.


Μετά την εξαγορά της Interbank και την απορρόφησή της και την ένταξη στη νέα Eurobank και των καταστημάτων της Credit Lyonnais, σειρά είχε η Τράπεζα Κρήτης. Στον διεθνή διαγωνισμό, που αποτελούσε την τρίτη προσπάθεια του Δημοσίου για την πώληση της Κρήτης, ο όμιλος Λάτση ξάφνιασε τους πάντες. Η εταιρεία-ομπρέλα των τραπεζικών δραστηριοτήτων του ομίλου, η Consolidated Eurofinance Holdings, συμφερόντων της οικογενείας Λάτση, προσέφερε τίμημα που ήταν τουλάχιστον 20 δισ. δρχ. υψηλότερο από αυτό των υπολοίπων «μνηστήρων», αποδεικνύοντας όχι μόνο τη διαφορά στην οικονομική ισχύ του ομίλου με τους υπόλοιπους «παίκτες» της εγχώριας τραπεζικής αγοράς ­ που ούτως ή άλλως είναι αδιαμφισβήτητη ­ αλλά και το έντονο ενδιαφέρον του για κυριαρχία στο ελληνικό τραπεζικό γίγνεσθαι.


* Μετά ήλθε η Τράπεζα Αθηνών


Το επόμενο βήμα ήταν η απόκτηση της Τράπεζας Αθηνών. Με συνοπτικές διαδικασίες το 58,08% των κοινών ονομαστικών μετοχών της Τράπεζας Αθηνών άλλαξε ιδιοκτήτη και από τον κορεατικό όμιλο Hanwa πέρασε στην Consolidated Eurofinance Holdings έναντι περίπου 96,5 δισ. δρχ. Χρειάστηκε να πληρωθούν άλλα περίπου 15 δισ. δρχ. στην Εθνική Τράπεζα για το 51% των προνομιούχων μετοχών της Αθηνών. Με την απόκτηση της Τράπεζας Αθηνών έγινε δυνατή και η χρηματιστηριακή εμφάνιση του ομίλου.


Είχε προηγηθεί η ανεπιτυχής προσπάθεια εξαγοράς του 51% των μετοχών της Ιονικής, όταν στον διαγωνισμό του περασμένου Αυγούστου η προσφορά του ομίλου Λάτση, η μοναδική που πληρούσε τις προϋποθέσεις, ύψους περίπου 135 δισ. δρχ., απορρίφθηκε από την κυβέρνηση. Το ενδιαφέρον του ομίλου για την αρχαιότερη ελληνική τράπεζα διατηρήθηκε αμείωτο και κατά τον επαναληπτικό διαγωνισμό, στις διαδικασίες του οποίου συμμετείχε από κοινού με την Τράπεζα Εργασίας καθώς στο διάστημα που μεσολάβησε ανάμεσα στους δύο διαγωνισμούς ο όμιλος Λάτση είχε τοποθετηθεί στρατηγικά στο μετοχικό κεφάλαιο της Εργασίας αποκτώντας ποσοστό 20%.


Παράλληλα είχε τεθεί σε εφαρμογή το πρόγραμμα για τη δημιουργία ενός ενιαίου τραπεζικού οργανισμού στην Ελλάδα ο οποίος να έχει εξασφαλισμένη την παρουσία του με σημαντικό αριθμό υποκαταστημάτων στον ελληνικό χώρο για τη διάθεση προϊόντων στο ευρύτερο κοινό, καθώς επίσης και τη δυνατότητα άμεσης πρόσβασης στην κεφαλαιαγορά. Ετσι υλοποιήθηκαν η συγχώνευση της (παλαιάς) Eurobank και της Τράπεζας Αθηνών, που και οι δύο είχαν τον ίδιο βασικό μέτοχο, την εταιρεία Consolidated Eurofinance Holdings, και η δημιουργία της (νέας) EFG Eurobank.


Στη συνέχεια η EFG Eurobank εξαγόρασε από την Consolidated Eurofinance Holdings την Τράπεζα Κρήτης. Αποτέλεσμα αυτής της εξαγοράς είναι η διαμόρφωση «καθαρών» σχέσεων στο εσωτερικό του τραπεζικού ομίλου συμφερόντων Λάτση. Δηλαδή, ένας ενιαίος τραπεζικός οργανισμός (EFG Eurobank) με μια θυγατρική τράπεζα (Τράπεζα Κρήτης).


* Η συγχώνευση με την Κρήτης


Το επόμενο βήμα είναι η συγχώνευση των δύο αυτών τραπεζών που τοποθετείται το ερχόμενο φθινόπωρο και η οποία θα συμβάλει στη μείωση του λειτουργικού κόστους μέσω οικονομιών κλίμακος (στις επενδύσεις, στις θυγατρικές εταιρείες, στις επιτελικές διευθύνσεις, στο δίκτυο εξωτερικού κτλ.) και κατ’ επέκτασιν στη βελτίωση της κερδοφορίας, ενώ θα διευκολύνει την υλοποίηση προγραμμάτων εκσυγχρονισμού και αναδιοργάνωσης στο ενιαίο πλέον δίκτυο.


Η μη συμμετοχή του τραπεζικού ομίλου Λάτση στο τελικό στάδιο του διαγωνισμού για την Ιονική Τράπεζα και ταυτόχρονα η απόφαση των Γερμανών της Deutsche Bank να ενισχύσουν περαιτέρω τη στρατηγική τους συμφωνία με τον ελληνικό τραπεζικό όμιλο ήταν το σαφές μήνυμα ότι ο έλεγχος της Τράπεζας Εργασίας αποτελούσε μονόδρομο για όλους. Το πέρασμα του 20% και κάτι παραπάνω των μετοχών της Τράπεζας Εργασίας στον «συνεταιρισμό» της Consolidated και της Deutsche Bank και η προσφορά της Consolidated προς τους μετόχους της Τράπεζας Εργασίας ήταν δύο κινήσεις απολύτως ενταγμένες μέσα στο προδιαγεγραμμένο πλαίσιο των εξελίξεων.


* Δημιουργήθηκε μια μεγάλη συμμαχία


Οσο και αν φαίνεται περίεργο για τα εγχώρια χρηματιστηριακά ήθη, η διαφάνεια της επιθετικής κίνησης Λάτση δεν σημαίνει ότι ο όμιλος δεν έχει κάνει τους δικούς του λογαριασμούς. Το μαγικό ποσοστό του 15% (από το σημερινό 20% στο 35%) έχει εξασφαλισθεί ενώ έχει ήδη συγκροτηθεί πέριξ των δύο μεγαλομετόχων (Λάτσης – Γερμανοί) μια μεγάλη συμμαχία υποστήριξης των μελλοντικών κινήσεων στην οποία διακριτός είναι ο ρόλος των θεσμικών επενδυτών, ανεξαρτήτως μεγέθους και εθνικότητας. Αυτό που απομένει ως τη λήξη της διάρκειας προσφοράς είναι να προσχωρήσουν στη νέα συμμαχία ικανός αριθμός διευθυντικών στελεχών του δικτύου της Τράπεζας Εργασίας (όχι με την ιδιότητα των εργαζομένων αλλά με την ιδιότητα των μετόχων) και οι χιλιάδες μικροί ιδιώτες μέτοχοι.


Τα υψηλόβαθμα στελέχη του τραπεζικού ομίλου Λάτση διατηρούν αμείωτο τον ενθουσιασμό τους για την επιτυχία του εγχειρήματος για δύο πολύ συγκεκριμένους λόγους: ο πρώτος είναι ότι γνωρίζουν πως η αγορά έχει δώσει την τιμή στη μετοχή της Τράπεζας Εργασίας προεξοφλώντας τη συμμετοχή του κ. Σπύρου Λάτση και των γερμανών συμμάχων του ­ χωρίς αυτούς η εξέλιξη θα ήταν διαφορετική· ο δεύτερος έχει πάλι να κάνει με το υψηλό ποσοστό μετοχών και επιρροής του ελληνογερμανικού συνεταιρισμού στην τράπεζα. Ακόμη και αν η προσφορά για την ανταλλαγή των μετοχών καταστεί εκ των πραγμάτων ατελέσφορη, κανένας δεν μπορεί να ξεπεράσει ή να παρακάμψει το μέγεθος αυτού του συνεταιρισμού και τον ρόλο του στα διοικητικά πράγματα της Τράπεζας Εργασίας. Συμπέρασμα, ένα και μοναδικό: το πρώτο μεγάλο βήμα έγινε, πάμε για τα επόμενα…