Η ΠΑΡΑΤΕΤΑΜΕΝΗ εξέλιξη του ΑΕΠ σε χαμηλά επίπεδα, η αύξηση της ανεργίας (10,3%), οι δυσμενείς εξελίξεις της εισοδηματικής κατάστασης των εργαζομένων και των συνταξιούχων, η ύπαρξη δημοσιονομικών ελλειμμάτων και πληθωριστικών πιέσεων θέτουν επί τάπητος το θέμα των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας, ιδιαίτερα στο πλαίσιο της Οικονομικής και Νομισματικής Ενωσης.


Η μείωση αυτή των πραγματικών μισθών καθ’ όλη την περίοδο των τελευταίων 15 ετών είχε ως αποτέλεσμα την ωφέλεια των επιχειρήσεων από ολόκληρη την αύξηση της παραγωγικότητας και τη μείωση του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος. Οι εξελίξεις αυτές έχουν προσδιορίσει το κόστος εργασίας στην Ελλάδα να αντιστοιχεί στο 40% και οι αμοιβές των ελλήνων μισθωτών να αντιστοιχούν στο 65% του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Το εισοδηματικό μερίδιο (μεικτά κέρδη ως ποσοστό της προστιθέμενης αξίας) από 40,5% το 1982 αυξήθηκε σε 45,7% το 1997 ενώ το εισοδηματικό μερίδιο της εργασίας (μισθός και ασφαλιστικές εισφορές ως ποσοστό της προστιθέμενης αξίας) από 59,5% το 1982 μειώθηκε σε 54,7% το 1997. Από την άποψη αυτή, το ερώτημα που προκύπτει είναι το εξής: Γιατί, παρά τις εξελίξεις αυτές, δεν μειώνεται στα προβλεπόμενα επίπεδα (2,5% το 1998) ο πληθωρισμός;


Από βραχυχρόνια άποψη η απάντηση βρίσκεται στα εξής: α) στο γεγονός ότι το σημαντικότερο τμήμα των κερδών δεν χρηματοδοτεί νέες παραγωγικές επενδύσεις αλλά κινείται στη χρηματοπιστωτική σφαίρα, β) στις εξελίξεις της συναλλαγματικής ισοτιμίας της δραχμής και γ) στο γεγονός ότι οι περιοριστικές πολιτικές αναφέρονται περισσότερο στους μισθωτούς και στην επίσημη οικονομία και όχι στην παραοικονομία, η οποία συνεχώς αυξανόμενη συντηρεί, στον βαθμό που την αφορά, μια υπερβάλλουσα ζήτηση και μια αναλόγου μεγέθους νομισματική διεύρυνση.


Από μακροχρόνια άποψη η απάντηση βρίσκεται στην ύπαρξη διαρθρωτικών προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας. Κατά συνέπεια, η αποτροπή συνθηκών μιας κοινωνίας δύο τρίτων επιβάλλει τη διαμόρφωση ενός οικονομικά βιώσιμου και κοινωνικά αποτελεσματικού μείγματος οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής, ο πυρήνας του οποίου απαιτείται, με την αναβάθμιση των αναδιανεμητικών λειτουργιών του κράτους, να επικεντρωθεί στην «κατανομή των θυσιών προσαρμογής», προστατεύοντας το εισόδημα και υποστηρίζοντας το σύστημα κοινωνικής προστασίας.


Ο κ. Σάββας Γ. Ρομπόλης είναι καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου.