Φθινόπωρο 2015. Εχουν περάσει λίγοι μήνες από την επιβολή των capital controls και η αγωνία στον επιχειρηματικό κόσμο για την πορεία της οικονομίας είναι έκδηλη. Σε μια από τις πρώτες συναντήσεις του, μετά το σοκ του δημοψηφίσματος και της τραπεζικής αργίας, με τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα, το προεδρείο του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών (ΣΕΒ) αναζητεί απαντήσεις.
Το ερώτημα που κυριαρχεί αφορά τον χρόνο άρσης των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων. Η απάντηση του κεντρικού τραπεζίτη είναι αφοπλιστική: «Το 10% των καταθέσεων που διατηρείτε στο εξωτερικό να φέρετε σε ελληνικές τράπεζες και τα περιοριστικά μέτρα θα αρθούν την επόμενη μέρα».
Εκτοτε, τα καταθετικά υπόλοιπα έχουν συνολικά αυξηθεί κατά μόλις 14 δισ. ευρώ, ελάχιστα είναι τα κεφάλαια που οι επιχειρήσεις έχουν επιστρέψει στο εγχώριο σύστημα, ενώ τα capital controls, παρά τη χαλάρωσή τους, παραμένουν ενεργά.

Η κρίση χρέους

Η αλήθεια είναι ότι κατά τη διάρκεια της κρίσης, τόσο τα πρώτα χρόνια όσο και κατά την αναζωπύρωσή της μετά την πολιτική αλλαγή του 2015, κεντρική επιλογή ξένων και ελληνικών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στην εγχώρια αγορά αποτελεί η διακράτηση σημαντικού μέρους των ρευστών διαθεσίμων τους εκτός Ελλάδος.
Οπως επισημαίνουν τραπεζικά στελέχη, πρόκειται για αναπόφευκτη εξέλιξη λόγω της σοβαρής επίδρασης που έχει στη φερεγγυότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων από το 2010 και ύστερα η κρίση χρέους. «Σε περιόδους έντονης αβεβαιότητας είναι σύνηθες οι διοικήσεις των επιχειρήσεων, πόσω δε μάλλον των πολυεθνικών, να λαμβάνουν μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων που αντιμετωπίζουν εφαρμόζοντας στρατηγικές διασποράς του ρίσκου» σημειώνουν οι ίδιοι κύκλοι. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Deutsche Telekom που ελέγχει την Cosmote, η οποία διατηρεί τα ταμειακά διαθέσιμα της ελληνικής θυγατρικής της, ύψους άνω του 1 δισ. ευρώ, σε λογαριασμούς εκτός Ελλάδος. Προσθέτουν όμως πως αυτό καθυστερεί την επιστροφή του τραπεζικού κλάδου στην κανονικότητα.

Η πρώτη περίοδος εκροών

Η πρώτη φάση σημαντικών εκροών καταγράφεται μετά τον αποκλεισμό Δημοσίου και τραπεζών από τις αγορές και τη σύναψη του πρώτου μνημονίου το 2010. Τα υπόλοιπα των μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων υποχωρούν 50% μέσα σε περίπου 2 χρόνια, περιορίζοντας τη ρευστότητα των τραπεζών κατά 18 δισ. ευρώ.
Μπορεί μεγάλο μέρος αυτής της πτώσης να είναι αποτέλεσμα της ύφεσης, ωστόσο η μείωση της εμπιστοσύνης αποτέλεσε καταλύτη για την επιτάχυνση των διαρροών. Είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο το δίμηνο Μαΐου – Ιουνίου 2012, διάστημα κατά το οποίο έγιναν δύο εκλογικές αναμετρήσεις, οι εταιρικές καταθέσεις μειώθηκαν κατά περίπου 2,5 δισ. ευρώ.
Για να έλθει το τελειωτικό χτύπημα το πρώτο εξάμηνο του 2015. Το σενάριο επιβολής capital controls ή ακόμη και εξόδου της χώρας από το ευρώ, λόγω της «διαπραγμάτευσης» της πρώτης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, φαντάζει σε εκείνη τη συγκυρία πιο πιθανό από ποτέ. Οι επιχειρήσεις αποφασίζουν να προστατευτούν με κάθε δυνατό τρόπο. Η αποστολή εμβασμάτων σε λογαριασμούς στο εξωτερικό, ως ασπίδα προστασίας σε αυτά που μπορεί να συμβούν στην ελληνική οικονομία, αποτελεί κυρίαρχη επιλογή.
Σύμφωνα με τραπεζικά στελέχη, το 25% των εκροών που σημειώνεται εκείνη την περίοδο προέρχεται από τις επιχειρήσεις, οι οποίες μειώνουν τα ρευστά διαθέσιμά τους στις ελληνικές τράπεζες κατά 40% ή 10 δισ. ευρώ περίπου. Η επιλογή αυτή μάλλον τους δικαίωσε, καθώς η κυβέρνηση με την απόφασή της να προχωρήσει στη διενέργεια δημοψηφίσματος προκάλεσε το κλείσιμο των τραπεζών και τα capital controls.

Δεν πείθονται

Τα εκτός Ελλάδος «καύσιμα», ειδικά την πρώτη περίοδο των περιορισμών, αποτελούν μέσο επιβίωσης καθώς διευκολύνουν σε μεγάλο βαθμό τις συναλλαγές με το εξωτερικό. Εκτοτε έχει κυλήσει πολύ νερό στο αυλάκι. Η χώρα εξέρχεται από το καθεστώς των μνημονίων και οι αναπτυξιακές της προοπτικές έχουν ενισχυθεί σημαντικά. Τα capital controls έχουν χαλαρώσει και υπάρχουν βάσιμες ενδείξεις ότι κάποια στιγμή μέσα στο 2019 θα αρθούν πλήρως.
Παρ’ όλα αυτά, η επιχειρηματική κοινότητα δεν φαίνεται να πείθεται για τις καλύτερες ημέρες που έρχονται. Και αυτό διότι, από τα 10 δισ. ευρώ που «δραπέτευσαν» στο πρώτο μισό του 2015, οι τραπεζικές πηγές εκτιμούν ότι ελάχιστα είναι τα χρήματα που έχουν επιστρέψει.
Σύμφωνα με γενικό διευθυντή συστημικού ομίλου, η άνοδος των υπολοίπων που καταγράφεται από τα χαμηλά εκείνης της χρονιάς είναι κατά βάση αποτέλεσμα της επιταχυνόμενης οικονομικής δραστηριότητας, αλλά και της αύξησης στη χρήση πλαστικού χρήματος από τους καταναλωτές. Οι δύο αυτοί παράγοντες σε συνδυασμό με το μπλόκο των capital controls στις αποστολές εμβασμάτων εκτός Ελλάδος έχουν επιδράσει καταλυτικά για την αύξηση των καταθέσεων των επιχειρήσεων κατά 7 δισ. ευρώ έως και σήμερα.

Κρύβουν τζίρο στο εξωτερικό

Η ίδια πηγή επισημαίνει πως η προεργασία στα χρόνια της κρίσης, με το άνοιγμα λογαριασμών στο εξωτερικό, έχει επιτρέψει σε επιχειρήσεις όλων των μεγεθών που δραστηριοποιούνται στον εξαγωγικό κλάδο να εισπράττουν ένα μεγάλο μέρος του τζίρου τους εκτός της χώρας. Οπως εξηγεί, «είναι πολύ δύσκολο να γίνει εκτίμηση για την απώλεια ρευστότητας που καταγράφεται με αυτόν τον τρόπο για τις ελληνικές τράπεζες, ωστόσο εκτιμώ πως τα νούμερα είναι μεγάλα».
Υπογραμμίζει δε την απώλεια φορολογικών εσόδων, καθώς πλέον ο βασικός λόγος που οι επιχειρήσεις αυτές συνεχίζουν να δέχονται πληρωμές σε λογαριασμούς τους οποίους τηρούν σε ξένες τράπεζες αποτελεί η απόκρυψη εισοδήματος. Θεωρεί ότι κατά κόρον αυτή την πρακτική εφαρμόζουν οι τουριστικές επιχειρήσεις. Εξάλλου, σημειώνει πως μεγάλη πληγή για το σύστημα αποτελεί και η παράνομη χρήση τερματικών αποδοχής καρτών ξένων εταιρειών, μέσω των οποίων οι εισπράξεις κατατίθενται απευθείας στο εξωτερικό, κατά παράβαση των capital controls.

Φοβούνται ακόμη και οι ιδιώτες

Δεν είναι μόνο οι κινήσεις των επιχειρήσεων που κρατούν καθηλωμένες τις καταθέσεις χαμηλότερα κατά περίπου 35 δισ. ευρώ σε σχέση με τον Δεκέμβριο του 2014, αλλά και η στάση την οποία τηρούν οι ιδιώτες αποταμιευτές.
Μπορεί να έχει ρευστοποιηθεί και επιστρέψει στο εγχώριο σύστημα το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων που «δραπέτευσαν» το 2015 μέσω αμοιβαίων κεφαλαίων ξένων οίκων, ωστόσο τα μετρητά που διακρατούνται εκτός συστήματος και τα χρήματα που βρίσκονται σε λογαριασμούς στο εξωτερικό παραμένουν σε υψηλά επίπεδα. Η νομισματική κυκλοφορία, δηλαδή η αξία των χαρτονομισμάτων που βρίσκονται εντός Ελλάδος αλλά εκτός τραπεζικού συστήματος, εκτιμάται σε 32,9 δισ. ευρώ.

Από αυτά, ένα ποσό της τάξης των 18-20 δισ. ευρώ χρησιμοποιείται για τις ανάγκες της οικονομίας. Τα υπόλοιπα ωστόσο, δηλαδή τραπεζογραμμάτια αξίας 12-15 δισ. ευρώ, βρίσκονται σε θυρίδες και… στρώματα.
Κατά τα άλλα, τον Ιούνιο, σύμφωνα με πληροφορίες, συνεχίστηκε για πέμπτο συνεχή μήνα, και όγδοο το τελευταίο εννεάμηνο, η άνοδος των υπολοίπων επιχειρήσεων και νοικοκυριών. Με βάση τις πρώτες εκτιμήσεις σημειώθηκε αύξηση μεγαλύτερη του 1 δισ. ευρώ στα υπόλοιπα, λόγω και των τουριστικών εσόδων.
Στόχο των τραπεζών μέσα στην ερχόμενη τριετία αποτελεί η ενίσχυση των υπολοίπων κατά τουλάχιστον 30 δισ. ευρώ, ποσό που θα προέλθει τόσο από τα νοικοκυριά όσο και από τις επιχειρήσεις.
Σε πρώτη φάση με μετρητά και σε δεύτερο χρόνο με τον επαναπατρισμό καταθέσεων που βρίσκονται σε τραπεζικούς λογαριασμούς τρίτων χωρών. Αν αυτό καταστεί δυνατό, οι καταθέσεις θα προσεγγίσουν ξανά τα επίπεδα των 160 δισ. ευρώ. Θα επιστρέψουν δηλαδή το 2021 εκεί που βρίσκονταν στα τέλη του 2014…

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ