«Το μπλε που σε τυλίγει» ή καλύτερα περιβάλλει τα καράβια που φεύγουν από τον Πειραιά, τον γενέθλιο τόπο του Γιάννη Αδαμάκη, περιβεβλημένα το μυστηριώδες πέπλο της αλισάχνης των ταξιδιών. Κι αυτά τα πλοία, που ο ζωγράφος κοιτάζει πάντα την πρύμνη τους να απομακρύνεται, δεν είναι αναψυχής, αλλά ζωής, υπόσχεση μακρινών ταξιδιών σε ανεξερεύνητους ωκεανούς. Αυτό στα μεταφυσικά μήκη και πλάτη της τέχνης, γιατί στην πραγματικότητα ο πλους είναι σύντομος, από τον Πειραιά μέχρι την Υδρα, όπου έχουν αράξει στις αίθουσες του Ιστορικού Αρχείου-Μουσείου –ορισμένα, μάλιστα, ανάμεσα σε εκθέματα από την εποχή της ακμής της ναυτικής νήσου –όπου εκθέτουν σε κοινή θέα το μπάρκο της ζωγραφικής του Γιάννη Αδαμάκη, όπως τιτλοφορεί το κείμενό του ο ομότεχνός του επιμελητής της έκθεσης Αλέξης Βερούκας.
Ουσιαστικά, τα ίδια τα πλοία είναι κατά κάποιον τρόπο ο γενέθλιος τόπος του Γιάννη Αδαμάκη. Ορισμένοι πίνακες μοιάζουν με φωτογραφίες που έστελναν οι ναυτικοί στις οικογένειές τους από μέρη μακρινά, σε πολυταξιδεμένους φακέλους με πολύχρωμα γραμματόσημα. Ή καλύτερα είναι οικογενειακές φωτογραφίες, αν σταθούμε μπροστά στον πίνακα, εμπνευσμένο από μια τέτοια φωτογραφία, ο οποίος ζωντανεύει το μηχανοστάσιο ενός πλοίου, με τα πρόσωπα των μηχανικών, μεταξύ των οποίων και ο παππούς τού ζωγράφου, των θερμαστών και των λαδάδων, ανάμεσα στα υπερμεγέθη εξαρτήματα. Ολη η οικογένεια της μητέρας του, η οποία είχε καταγωγή από τη Χίο, ήσαν ναυτικοί. Και ο πατέρας του ήταν μηχανικός. Και κάποιες από τις φωτογραφίες που έστελναν ενσωματώνονται στα έργα σαν τάματα.

«Το πλοίο το γνωρίζω απ’ έξω» λέει ο ζωγράφος, «όχι από μέσα. Το ξέρω από οικογενειακές διηγήσεις και ιστορίες. Γι’ αυτό τα κοιτάζω να φεύγουν. Ομως δεν διαχωρίζεται το πλοίο από το ταξίδι. Και το δικό μου ταξίδι». Ολα αυτά τα ταξίδια δεν είναι άσκοπη περιπλάνηση, αλλά έχουν ιερό σκοπό. Την επιβίωση των ίδιων των μπαρκαρισμένων ναυτικών και των οικογενειών τους. Και κάθε σκόπιμη περιπλάνηση έχει πάντα λιμάνι επιστροφής. Και ο ζωγράφος βλέπει τα καράβια να φεύγουν, να έρχονται και να ξεκουράζονται στο λιμάνι πριν από τον επόμενο απόπλου. Ηταν πάντα φορτισμένες παρουσίες στη ζωή και στην τέχνη του. Αλλά τι σημαίνει για εκείνον –και για τον θεατή –αυτό το αδιάκοπο πήγαινε-έλα;
Τι σημαίνει και για τη ζωγραφική;
«Αν και έχω δουλέψει τόσο πολύ στα πλοία», λέει ο Γιάννης Αδαμάκης, «δεν είχα κάνει έκθεση που είναι επικεντρωμένη σε αυτά. Το όφειλα στον εαυτό μου. Αυτή η έκθεση είναι αυτοβιογραφική. Να εκπληρώσω μια οφειλή που είχα προς τον εαυτό μου και την προσωπική μου ιστορία. Ειδικά στη συγκεκριμένη έκθεση δεν ήθελα να αποστασιοποιηθώ από τον μύθο και να ξεπεράσω τις ιστορίες που έχουν κατατεθεί στον νου μου και τις κουβαλώ σε όλη μου τη ζωή. Χτίζω τα καράβια μου με παλιά μα και νέα υλικά. Πότε περιγράφω και πότε υπαινίσσομαι. Ως ζωγράφος με ενδιαφέρει αυτό που δημιουργώ να στέκει τεχνικά, αλλά επιθυμώ να είναι φορτισμένο και συναισθηματικά. Αν και τον τελευταίο καιρό έχει αρχίσει να ενοχοποιείται το συναίσθημα. Ο προορισμός των πλοίων μου είναι ανοιχτός. Είναι ένα μυστήριο. Προσβλέπω στις εικόνες που πέρασαν από μπροστά μου να μου ανοίξουν την καρδιά τους. Να μου δείξουν τον δρόμο». Και αυτή είναι η πιο συναρπαστική λειτουργία της τέχνης, να αφήνει τα μυστήρια ανοιχτά προς κάθε κατεύθυνση.

Πού και πότε

Η έκθεση του Γιάννη Αδαμάκη στο Ιστορικό Αρχείο-Μουσείο Υδρας θα διαρκέσει έως τις 29 Ιουλίου. Στις 28 Ιουλίου, στις 9 μ.μ., θα δοθεί στον χώρο της έκθεσης συναυλία του Νίκου Πορτοκάλογλου με τους «Ευγενείς Αλήτες».


ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ