Κάποτε στη γιορτή του πατέρα είχε γράψει στο Τwitter: «Χρόνια πολλά στους πατέρες ή, όπως λέμε στην οικογένειά μου, χρόνια πολλά στους θετούς αδελφούς». Ο Ρόναν Φάροου –ο δημοσιογράφος του περιοδικού «New Yorker» ο οποίος κέρδισε εφέτος το κορυφαίο από τα βραβεία Πούλιτζερ –είναι βιολογικός γιος του Γούντι Αλεν και της Μία Φάροου, οι οποίοι χώρισαν όταν ο Αλεν την εγκατέλειψε καθώς ερωτεύτηκε μία από τις θετές κόρες της Φάροου, τη Σουν Γι Πρέβιν, και την παντρεύτηκε. Ο Ρόναν δεν του το συγχώρεσε ποτέ.

Η εκδίκηση του υιού

Οχι μόνο τον κατηγόρησε ανοιχτά για παιδοφιλία και σεξουαλική κακοποίηση σε βάρος της αδελφής του Ντίλαν, αλλά ορκίστηκε εκδίκηση. Και την πήρε, έστω και με έμμεσο τρόπο. Γνωστός και ως ο κυνηγός του Χάρβεϊ Γουάινστιν, ο αποκαλυπτικός δημοσιογράφος ήταν αυτός που έπεισε δύο θύματα του «αρπακτικού» του Χόλιγουντ να σπάσουν τη σιωπή τους μιλώντας δημόσια για τον βιασμό που υπέστησαν από τον πανίσχυρο κάποτε παραγωγό και την κουλτούρα της σεξουαλικής παρενόχλησης που είχε γίνει καθεστώς στη βιομηχανία του αμερικανικού θεάματος, και έτσι ξέσπασε το μεγαλύτερο σκάνδαλο του Χόλιγουντ, το οποίο συμπαρέσυρε πλήθος γνωστών ηθοποιών για ανάλογες ανάρμοστες συμπεριφορές.
Για περισσότερο από ενάμιση χρόνο ο 30χρονος Φάροου δούλευε νύχτα-μέρα πάνω στην υπόθεση και η δουλειά του αυτή έφερε στο φως τις τακτικές με τις οποίες ο Γουάινστιν κατάφερε για χρόνια να επιβιώσει στον χώρο, παρά το γεγονός ότι όλοι γνώριζαν αλλά δεν τολμούσαν να καταγγείλουν, αλλά και ένα ολόκληρο σύστημα συγκάλυψης στο Χόλιγουντ, από τον Τύπο, τα πρακτορεία, τους μάνατζερ δημοσίων σχέσεων.

Σεξουαλική παρενόχληση

«Είχα μια πολύ καλή σχέση με τον Γουάινστιν» αναφέρει ο Ρόναν Φάροου. «Και οι δύο μου γονείς είχαν συνεργαστεί μαζί του και η αλληλεπίδραση που είχαν με εκείνον ήταν ευχάριστη». Ομως η ιστορία της αδελφής του που είχε κακοποιηθεί από τον Γούντι Αλεν, θετό της πατέρα, ήταν για τον νεαρό δημοσιογράφο βαθιά πληγή. Το 2014 ο Φάροου έγραψε μια ανοιχτή επιστολή προς τους «New York Times» περιγράφοντας πώς ο Γούντι Αλεν είχε επιτεθεί σεξουαλικά στην αδελφή του Ντίλαν Φάροου σε μια σοφίτα όταν εκείνη ήταν μόλις επτά ετών, κάτι που ο Αλεν αμφισβήτησε έντονα.
Οπως διηγείται ο Φάροου σε πρόσφατη συνέντευξή του στους βρετανικούς «Times», έζησε από πρώτο χέρι τη σεξουαλική παρενόχληση, γεγονός που τον έκανε να συνειδητοποιήσει πόσες πολλές ανάλογες ιστορίες υπάρχουν και κυρίως «πόσο ισχυρή είναι η ικανότητα των πλουσίων και των προνομιούχων, όπως για παράδειγμα ο Τραμπ, ο Γουάινστιν και ο Αλεν, να στρεβλώσουν την αλήθεια, επιβάλλοντας τη σιωπή». Ο ίδιος όπως αναφέρει βίωσε τον φόβο και την παράνοια στη διάρκεια των πρόσφατων αποκαλύψεών του για τον παραγωγό του Χόλιγουντ και αναγκάστηκε να φύγει από το διαμέρισμά του στο Μανχάταν, λαμβάνοντας πολλές προφυλάξεις έπειτα από μια αλληλουχία περίεργων και τρομακτικών περιστατικών.
«Από την ίδρυση των πρώτων στούντιο πριν από έναν αιώνα υπήρξαν ελάχιστα στελέχη κινηματογραφικών ταινιών που ήταν τόσο κυρίαρχα όπως ο Χάρβεϊ Γουάινστιν. Ο ίδιος ίδρυσε τις εταιρείες Miramax και Weinstein […] Στις απονομές βραβείων Οσκαρ, αμέσως μετά τον Θεό και τον Στίβεν Σπίλμπεργκ, όλοι ευχαριστούσαν τον Γουάινστιν». Με αυτά τα λόγια ο Φάροου ξεκινάει το άρθρο που δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στις 10 Οκτωβρίου του 2017 στο περιοδικό «The New Yorker», έπειτα από έρευνα πολλών μηνών, το οποίο έριξε με πάταγο τον Γουάινστιν από τον λαμπερό θρόνο του.

Δημοσιογραφία για αδύναμους

Το άρθρο τού εξασφάλισε μια θέση στη λίστα των 100 ανθρώπων με τη μεγαλύτερη επιρροή στον κόσμο για το 2017 του περιοδικού «TIME» και το κορυφαίο από τα βραβεία Πούλιτζερ (το μοιράστηκε με τους δημοσιογράφους των «New York Times», που επίσης ξεσκέπασαν τον Γουάινστιν), καθώς βοήθησε πολλές γυναίκες να υψώσουν τη φωνή τους κατά των σεξουαλικών επιθέσεων στον χώρο της δουλειάς, μετά τη δημιουργία του κινήματος #MeToo. Ωστόσο για τον Ρόναν η δημοσιογραφία είναι πολύ πιο ουσιαστική από αυτά.
«Ο ρόλος μας είναι πολύ πιο σημαντικός, μιας και το νομικό σύστημα δεν εκπληρώνει την αποστολή του έναντι των αδύναμων που βρίσκονται αντιμέτωποι με τους ισχυρούς» είχε γράψει παλαιότερα ο Ρόναν αναφερόμενος στην οικογενειακή του υπόθεση και εξηγώντας ότι ο ρόλος του δημοσιογράφου είναι να ξεσκεπάζει, να γίνεται η φωνή των αδυνάτων και της αλήθειας, να αψηφά τους κινδύνους που εγκυμονούν για τον ίδιο οι αποκαλύψεις του.
Οσο για τη μητέρα του, Μία Φάροου, μολονότι μπήκε σε έναν ατέρμονο δικαστικό αγώνα εναντίον του Αλεν προκειμένου να μη βλέπει τα παιδιά τους, τον κατηγόρησε παράλληλα για τη σεξουαλική κακοποίηση της θετής κόρης τους Ντίλαν. Ωστόσο δεν απαγγέλθηκαν ποτέ κατηγορίες στον ηθοποιό ελλείψει στοιχείων που να στηρίζουν τους ισχυρισμούς της Φάροου.

Από το Γέιλ στο Σουδάν

Εχοντας ολοκληρώσει λαμπρές σπουδές –μεταξύ άλλων και στο Γέιλ –ο Ρόναν από το 2001 έως το 2009 υπήρξε εκπρόσωπος της UNICEF για τους νέους, ενεργώντας ως «συνήγορος» παιδιών και γυναικών που επέζησαν της φρίκης της γενοκτονίας στο Νταρφούρ του Σουδάν. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου επισκέφτηκε πολλές περιοχές της αφρικανικής χώρας μαζί με τη μητέρα του, παθιασμένη ακτιβίστρια και πρέσβειρα καλής θελήσεως της UNICEF.
Σε ηλικία μόλις 23 ετών ο Φάροου έγραφε τις ομιλίες τού ειδικού απεσταλμένου του Μπαράκ Ομπάμα στο Αφγανιστάν Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ. Μετά τον θάνατό του τελευταίου, έγινε σύμβουλος της υπουργού Εξωτερικών Χίλαρι Κλίντον και εκτός από τη δημοσιογραφία, ασχολείται με τον ακτιβισμό και τη δικηγορία.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ