Την ακολουθεί η φήμη της σκηνοθέτριας που «πολώνει το κοινό όσο κανένας άλλος». Εχει φανατικούς φίλους και σκληρούς πολέμιους. Το σίγουρο είναι ότι το στίγμα της Κέιτι Μίτσελ είναι έντονα αναγνωρίσιμο: συναισθηματική ένταση, ερμηνευτικός ρεαλισμός, δημιουργία ενός διακριτού κόσμου. Μέσα από αυτό το πρίσμα η «Λουτσία ντι Λαμμερμούρ» του Ντονιτσέτι που παρουσίασε πριν από δύο χρόνια στο Κόβεντ Γκάρντεν του Λονδίνου τάραξε τα νερά και προκάλεσε αίσθηση. Η πρώτη της αναβίωση –με κάποιες διαφοροποιήσεις –μερικούς μήνες αργότερα, υπήρξε πραγματικός θρίαμβος. Η πολυσυζητημένη παραγωγή θα παρουσιαστεί στην κεντρική σκηνή της Λυρικής στο Κέντρο Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος από τις 14 Μαρτίου και για οκτώ παραστάσεις δίνοντας την ευκαιρία στο αθηναϊκό κοινό να δει μια διαφορετική εκδοχή επάνω στο αριστούργημα του μπελκάντο.

«Αυτό που μου κέντρισε το ενδιαφέρον στη Λουτσία είναι το γιατί η ηρωίδα καταλήγει να τρελαθεί. Αυτό ήταν που δεν μπορούσα να καταλάβω. Αυτό ήταν που ήθελα να καταλάβω»
λέει η 53χρονη Μίτσελ από την άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής, αναφερόμενη στην περίφημη σκηνή της τρέλας. Αρχισε να δουλεύει την παραγωγή διαβάζοντας πρώτα τη «Νύφη των Λαμμερμούρ» του σερ Γουόλτερ Σκοτ, ένα από τα δημοφιλέστερα μυθιστορήματα του 19ου αιώνα, επάνω στο οποίο βασίζεται η όπερα. Στη συνέχεια, η ίδια και οι συνεργάτες της ανέλυσαν το λιμπρέτο του Σαλβαντόρε Καμαράνο, άκουσαν πολλές φορές τη μουσική του Ντονιτσέτι και σιγά-σιγά άρχισε να διαμορφώνεται η σκηνοθετική ιδέα.

Τα πολλά πρόσωπα του φεμινισμού

Η Μίτσελ είναι ευρύτερα γνωστή για τη φεμινιστική προσέγγιση στη δουλειά της. Η ίδια θεωρεί ότι ο όρος φεμινισμός σημαίνει και αναφέρεται σε πολλά πράγματα, δεν είναι εύκολο να προσδιοριστεί, χρειάζεται προσοχή. «Μεγάλωσα τη δεκαετία του ’70, όπου εξελισσόταν το δεύτερο κύμα φεμινισμού το οποίο είχε να κάνει με την ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών, κυρίως ως προς το οικονομικό, η οποία βέβαια δεν έχει κατακτηθεί ακόμη» λέει η βρετανίδα σκηνοθέτρια και συνεχίζει. «Με όχημα αυτή την ιδέα, λοιπόν, σκεφτήκαμε πως θα είχε ενδιαφέρον στη «Λουτσία» να δώσουμε στις γυναίκες ηρωίδες όσο σκηνικό χρόνο έχουν και οι άνδρες, ο οποίος στο έργο είναι πολύ περισσότερος. Θελήσαμε να συμπληρώσουμε τα κενά των γυναικείων χαρακτήρων έτσι ώστε να γίνει κατανοητό το γιατί η Λουτσία φτάνει στο σημείο να τρελαθεί».
Μέσα από αυτό το πρίσμα η Μίτσελ και η επίσης βρετανίδα σκηνογράφος-ενδυματολόγος Βίκι Μόρτιμερ οδηγήθηκαν στο εύρημα της παράλληλης δράσης. Ενας χωρισμένος στα δύο σκηνικός χώρος ο οποίος μας επιτρέπει να δούμε όχι μόνον όσα συμβαίνουν σε κάθε σκηνή της παράστασης, αλλά και γεγονότα τα οποία συμβαίνουν ταυτόχρονα, σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας, συμπληρώνοντας τα κενά. Σύμφωνα με τη Μίτσελ, αυτό ακριβώς το εύρημα ήταν που οδήγησε στις αλλαγές οι οποίες έγιναν στην πρώτη αναβίωση. «Θεωρήσαμε πως με αυτές έστρωνε καλύτερα η παράλληλη δράση από πλευράς χρόνου» λέει.
Πιστεύει πως μια τέτοια «φεμινιστική» –όπως της έχει αποδοθεί –προσέγγιση είναι περισσότερο επίκαιρη σήμερα, με τη συζήτηση περί σεξουαλικής παρενόχλησης να βρίσκεται στο επίκεντρο; «Θεωρώ ότι στην εποχή μας ζούμε πλέον το τέταρτο κύμα φεμινισμού το οποίο έχει να κάνει με ζητήματα ταυτότητας φύλου. Αυτό είναι κάτι που δεν μπορείς να το συνδέσεις ευθέως με τη σημερινή συζήτηση, το σκάνδαλο Γουάινστιν κ.λπ. Ωστόσο, και τα δύο είναι πολύ θετικά τόσο για τις γυναίκες όσο και για τους άνδρες γιατί ο φεμινισμός έχει να κάνει με την ισότητα. Πλέον η εκμετάλλευση των γυναικών δεν είναι αποδεκτή, και αυτό είναι πολύ καλό. Ωστόσο, δεν νομίζω ότι ζούμε ακόμη σε μια ασφαλή εποχή για τις γυναίκες. Δεν μπορώ να ξέρω αν θα συνεχίσουμε να βαδίζουμε σε καλό δρόμο γιατί οι δομές της κοινωνίας είναι πατριαρχικές και πρέπει να αλλάξουν. Δεν ξέρουμε αν και πότε θα γίνει αυτό…».
Με τη «Λουτσία», λέει η σκηνοθέτρια, ήθελε να ασκήσει κριτική στην καταπίεση των γυναικών του 19ου αιώνα. Η ηρωίδα της είναι διαφορετική. Μάχεται για τα δικαιώματά της ώσπου η πίεση του πατριαρχικού συστήματος την οδηγεί στον πνευματικό αποπροσανατολισμό, στην τρέλα. «Ιστορικά, είμαστε πολύ σωστοί» λέει.

Οι επικριτές της την κατηγορούν ότι «καταστρέφει» τα κλασικά κείμενα. Ως ποιο σημείο, θεωρεί άραγε, ότι ο σκηνοθέτης μπορεί να παρέμβει σε ένα έργο της εποχής της όπερας του Ντονιτσέτι; «Πιστεύω πως κανείς δεν ενδιαφέρεται να δει ιστορικές αναβιώσεις. Ο ρόλος μας είναι να επικοινωνήσουμε τα έργα αυτά στο σύγχρονο κοινό. Μια υγιής κοινωνία έχει πολύ ανοιχτή άποψη για το τι χωράει σε αυτή τη διαδικασία. Μια άρρωστη κοινωνία, αντιθέτως, θεωρεί πως έχει κλειδοκράτορες οι οποίοι φυλάσσουν τον Κανόνα. Προσωπικά, αυτό που επιθυμώ είναι η δουλειά μου να είναι ξεκάθαρη».

Σοκ και αποχωρήσεις

Συχνά, οι παραστάσεις της Μίτσελ προκαλούν ή σοκάρουν. Η σχέση της με το βρετανικό θεατρικό κατεστημένο είναι σύνθετη, ενώ έχει δουλέψει αρκετά χρόνια στο εξωτερικό. Στην πατρίδα της έχει πολλούς θαυμαστές, σταθερούς συνεργάτες, αλλά η επαφή της με τους δημοφιλείς κριτικούς και το λεγόμενο ευρύ κοινό είναι αμφιλεγόμενη, καθώς δεν είναι σπάνιες οι εξοργισμένες αποχωρήσεις θεατών από τις παραστάσεις της. Πριν από δύο χρόνια μάλιστα, στη διάρκεια μιας παράστασης του «Cleansed» της Σάρα Κέιν σε σκηνοθεσία της Μίτσελ στο Εθνικό Θέατρο της Αγγλίας, πέντε θεατές λιποθύμησαν και χρειάστηκαν ιατρική βοήθεια λόγω της βιαιότητας των σκηνών. Οταν τη ρωτώ τι νόημα έχει η λέξη «σκάνδαλο» για την ίδια, ακούγεται μάλλον ενοχλημένη. Επαναλαμβάνει ότι αυτό που την ενδιαφέρει ιδιαίτερα είναι οι ιδέες της να προβάλλουν ξεκάθαρες.
Μιλά σαφώς πιο ευχάριστα για τη δουλειά που ετοιμάζει αυτόν τον καιρό στο Κόβεντ Γκάρντεν. Πρόκειται για τη νέα όπερα του Τζορτζ Μπέντζαμιν «Lessons in Love and Violence», σε λιμπρέτο του Μάρτιν Κριμπ, με τον οποίο η Μίτσελ συνεργάζεται σταθερά. Η υπόθεση μιλά για έναν βασιλιά που καλείται να διαλέξει ανάμεσα στην αγάπη και στην πολιτική ισχύ. Πόσο διαφορετική είναι, άραγε, η συνεργασία της με έναν σύγχρονο συνθέτη; «Οχι πολύ διαφορετική. Σίγουρα χρειάζεται περισσότερος χρόνος. Περισσότερες συναντήσεις, συζητήσεις κ.λπ. Εχεις μεγαλύτερη ευθύνη όταν είσαι ο πρώτος σκηνοθέτης μιας όπερας ή ενός θεατρικού. Αν δεν επιτύχεις, μπορεί ο αντίκτυπος στο έργο να είναι πολύ αρνητικός και να μην ξαναπαρουσιαστεί ποτέ».

Πού και πότε

Η «Λουτσία ντι Λαμμερμούρ», του Ντονιτσέτι, σε σκηνοθεσία Κέιτι Μίτσελ, θα παρουσιαστεί στις 14, 16, 17, 18, 21, 23, 24, 28/3 στην Αίθουσα «Σταύρος Νιάρχος» της Λυρικής Σκηνής, στο ΚΠΙΣΝ. Μουσική διεύθυνση: Γ. Πέτρου – Ζωή Τσόκανου. Στον ρόλο της Λουτσία η Χριστίνα Πουλίτση και η Βασιλική Καραγιάννη.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ