«Εγχειρισμένη» πραγματικότητα





«Το φύλο της δικαιοσύνης» θα μπορούσε επίσης να είναι ο τίτλος της απίστευτης ιστορίας των τηλεοπτικών παραθύρων μεταξύ ενός εισαγγελικού λειτουργού και της ερωτικής του συντρόφου, της Κριστίν Κίλερ της Δωδεκανήσου


Εκείνος με έπεισε πως είναι ερωτευμένος. Εκείνη δεν με έπεισε. Εκείνος δεν με έπεισε πως ξέρει να διαχειριστεί προς το συμφέρον του όλα αυτά που του συμβαίνουν. Εκείνη με έπεισε. Το Ανώτατο Δικαστήριο δεν με έπεισε πως μπορεί να σκεφθεί και να κρίνει χωρίς προκαταλήψεις. Η κοινή γνώμη δεν με έπεισε ότι στην αγωνία της να φανεί απροκατάληπτη δεν κρίνει επιπόλαια. Δεν έχω καν πειστεί για το αν όλα ξεκίνησαν από μια παράνομη σχέση και ότι πίσω από αυτά δεν κρύβονται άλλα ­ «πόλεμοι», συμφέροντα, εκδικήσεις, φιλοδοξίες ­ τα οποία ποτέ δεν θα μάθω. Για ένα πράγμα έχω πειστεί απόλυτα: ότι ήρθε η ώρα να πετάξω από το μπαλκόνι την τηλεόρασή μου και να αναζητήσω άλλους τρόπους για να «σκοτώνω» τον ελεύθερο χρόνο μου.


Συμβαίνει και στις καλύτερες οικογένειες: το καλό, το παινεμένο, το «αγαθό» παιδί ερωτεύεται την… ακατάλληλη γυναίκα και τινάζει τα πάντα στον αέρα. Ο πολυσπουδαγμένος γιος με τις περγαμηνές, με την άψογη κοινωνική και οικογενειακή ζωή παρασύρεται από το μοιραίο θηλυκό, «επαναστατεί» και χαράσσει νέες πορείες, αφήνοντας στο πέρασμά του συγγενείς και φίλους με ελαφρά (ή βαριά, εξαρτάται από τον βαθμό συγγένειας) εγκεφαλικά επεισόδια. Τι συμβαίνει όμως όταν ο ήρωας είναι ανώτερος κρατικός λειτουργός; Τι συμβαίνει όταν η πέτρα του σκανδάλου είναι μια Τζένη, η οποία πριν από μερικά χρόνια ονομαζόταν Γιάννης και τώρα διατηρεί οίκο ανοχής; Τι συμβαίνει όταν όλα αυτά γίνονται αφελέστατο δακρύβρεχτο σίριαλ στα δελτία ειδήσεων;


Η σχέση του αντεισαγγελέα Γιώργου Σακελλαρόπουλου με την ιερόδουλο και μοντέλο Τζένη Χειλουδάκη υπήρξε πραγματικά εκρηκτική, όχι για δύο ανθρώπους αλλά για μια ολόκληρη κοινωνία. Πυροδότησε ταυτόχρονες εκρήξεις της περιέργειάς μας, του συντηρητισμού και του προοδευτισμού μας. Δεν θεωρώ ότι είναι αξιόμεμπτο το να είσαι περίεργος. Είναι λογικό και ανθρώπινο. Από την άλλη, το ποιος είναι συντηρητικός και ποιος προοδευτικός σηκώνει πολύ μεγάλη κουβέντα: έχω συναντήσει ανθρώπους που θεωρούνται συντηρητικοί και οι οποιίοι στα «δύσκολα» γίνονται πολύ πιο προοδευτικοί από αυτούς που θεωρούν τον όρο «προοδευτισμός» συνώνυμο με το ονοματεπώνυμό τους. Αυτό που τελικά με εκνευρίζει είναι η αφέλεια με την οποία η τηλεόραση παρουσιάζει μια ιστορία, η οποία διαισθάνομαι ότι δεν είναι απαραίτητα τόσο απλή και αγνή όσο μας την πλασάρουν. Οπως και η αφέλεια με την οποία εμείς, οι θεατές, «υπερψηφίζουμε» μέσα από τα γκάλοπ που γίνονται τον… κολασμένο αυτό έρωτα, για να φανούμε μυαλά ανοιχτά.


Ακούστηκαν πολλά για τη στάση ζωής που πρέπει να τηρούν και να επιδεικνύουν όσοι βρίσκονται σε παρόμοιες θέσεις κύρους. Οτι πρέπει να είναι λαμπρά παραδείγματα ηθικής, κοινωνικά πρότυπα. Συζητήθηκε επίσης ότι όλα αυτά δεν θα είχαν συμβεί αν η Τζένη Χειλουδάκη δεν ήταν εγχειρισμένη, ένας πρώην άντρας που έγινε γυναίκα. Ο «κατηγορούμενος» κατακεραυνώθηκε ως ανήθικος και ανίκανος να διατελέσει το έργο του. Ο «κατηγορούμενος» επαινέθηκε για την τόλμη του, συγκίνησε τρυφερά όταν δήλωσε ότι δεν μετανιώνει για όλα όσα έχει κάνει, όταν έκλαψε. Εγώ αυτό που δεν μπορώ σε πρώτο επίπεδο να καταλάβω είναι τι δουλειά έχει ένας αντεισαγγελέας στα παράθυρα των ειδήσεων. Πώς ένας άνθρωπος που λόγω θέσης κάθεται πιο… ψηλά από όλους εμάς τους υπόλοιπους διαλέγει αυτό τον τρόπο για να λύσει το πρόβλημά του; Τον ίδιο τρόπο που επιλέγουν και όλοι οι υπόλοιποι ­ ο λαός που «ελέγχεται» και τιμωρείται από τον εισαγγελέα ­ όταν σπεύδουν στα talk shows; Αισθάνομαι ότι ο άνθρωπος αυτός, ακόμη και αν είχε τα κότσια να πάει κόντρα στο ρεύμα, δεν μπορεί, δεν έχει τον τρόπο και τη δύναμη να υπερασπιστεί σωστά τις επιλογές του.


Αγάπη και συμφέρον


Παρ’ όλα αυτά ο έρωτάς του μου φάνηκε ειλικρινής. Αλλά και πάλι, γιατί πρέπει εγώ να ασχολούμαι με τον έρωτά του; Τα πάθη είναι για τους ανθρώπους, είναι προσωπικά, έχουν το κόστος τους. Μήπως όμως τελικά το πρόβλημα δεν είναι ο έρωτας αλλά ένα σύστημα ­ είτε αυτό λέγεται δικαιοσύνη είτε πολιτική, είτε κοινωνία είτε υπόκοσμος ­ που μπορεί να εκδικηθεί, να βλάψει με τους πιο άγριους τρόπους, βάζοντας και όλους εμάς, τους αφελείς, εν αγνοία μας, στο παιχνίδι; Μήπως ο έρωτας είναι μόνο για τον αντεισαγγελέα και η εκδίκηση ή το συμφέρον για όλους τους άλλους, φανερούς και αφανείς «ήρωες» της υπόθεσης; Επιπλέον, ακόμη και αν η υπόθεση δεν κρύβει τόσο σκοτάδι, δεν είναι παράλογο να γίνεται λαϊκή ηρωίδα μια γυναίκα η οποία παίζει θέατρο ­ εξαιρετικά κακόγουστο θέατρο ­ προκειμένου να βγει από την αφάνεια στην οποία είχε περιπέσει εκ γενετής, με μικρά διαλείμματα «δόξας»;


Η Τζένη Χειλουδάκη μάς είχε απασχολήσει πολύ, ακριβώς επειδή είχε κάνει αλλαγή φύλου. Οι εμφανίσεις της στην τηλεόραση, όπου σε μεταμεσονύκτιες εκπομπές είχε επιδείξει και τα γυναικεία γεννητικά της όργανα, ήταν εμφανές ότι απέβλεπαν σε έναν και μοναδικό στόχο: ήθελε να γίνει γνωστή, και όχι να μας απαλλάξει από τα κόμπλεξ μας απέναντι στους transexuals. Η αίσθηση που είχα κάθε φορά που την «συναντούσα» στην τηλεόρασή μου ήταν ότι πρόκειται για μια γυναίκα υπέρμετρα φιλόδοξη και αριβίστρια, που έπρεπε πάση θυσία να γίνει επώνυμη, χρησιμοποιώντας τα μοναδικά «προσόντα» που διέθετε ή που είχε μάθει να χρησιμοποιεί: την εγχείρησή της και το θράσος της!


Η εγχείρηση είχε γίνει λοιπόν, είχε πετύχει και μας είχε κοινοποιηθεί, σοκάροντάς μας ή όχι. Από εκεί και πέρα σταματήσαμε να ασχολούμαστε μαζί της. Την ξεχάσαμε. Και τώρα η ιστορία αυτή ήρθε να την βάλει και πάλι μέσα στα σπίτια μας. Με τόση ένταση και άνεση, που άρχισα να σκέφτομαι ότι μπορεί η ίδια να την προκάλεσε για να καρπωθεί, άλλη μία φορά, την εφήμερη δόξα. Το σκεφτόμουν πάλι, όταν παρακολουθούσα τα ρεσιτάλ υποκρισίας που έδινε στα δελτία ειδήσεων, προσπαθώντας να μιλήσει σε μια… αρχαΐζουσα γλώσσα που εμφανώς δεν ήταν ούτε η δική της ούτε αυτή των πελατών της (ή μήπως ήταν αυτή των πελατών της;), στον οίκο ανοχής που διατηρούσε στη Ρόδο. Ηταν βέβαια η γλώσσα του εισαγγελέα, την οποία όπως φαίνεται είχε μελετήσει επίμονα η κυρία Χειλουδάκη πριν από τις εμφανίσεις της.


Μήπως είμαστε συντηρητικοί;


Επρεπε να αποπεμφθεί ο εισαγγελέας; Αποπέμφθηκε τελικά επειδή είχε σχέση με μια εγχειρισμένη και δεν θα αντιμετώπιζε τις ίδιες κυρώσεις αν η Τζένη Χειλουδάκη ήταν μια απλή ιερόδουλος σαν όλες τις άλλες; (Δεν χρησιμοποιώ τον υπερβολικό χαρακτηρισμό top model, ο οποίος της αποδίδεται διαρκώς από την τηλεόραση επειδή στην ως σήμερα καριέρα της κατάφερε να πάρει μέρος σε μερικές επιδείξεις, τη στιγμή που τα πραγματικά top models δεν προλαβαίνουν να αλλάζουν αεροπλάνα για να ανταποκριθούν στις επαγγελματικές υποχρεώσεις τους). Εμφανίστηκε «χαρίεσσα» η γυναίκα του ­ όπως ο ίδιος ο Γιώργος Σακελλαρόπουλος δήλωσε ­ όταν πληροφορήθηκε από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης τη στάση που θα κρατήσει ο σύζυγός της, και στη συνέχεια «παραμένει κλεισμένη εις την οικίαν της»; Θα εγκαταλείψει το αρχαιότερο επάγγελμα του κόσμου η Τζένη Χειλουδάκη και θα αρχίσει να ασχολείται με «μπουγαδίτσες» ­ δική της η έκφραση ­ όταν και αν παντρευτεί τον καλό της; Και θα τον παντρευτεί τέλος πάντων τον καλό της;


Ολα αυτά τα ερωτήματα μάς ταλαιπώρησαν απίστευτα την τελευταία εβδομάδα. Και περισσότερο το άλλο, το δυσβάστακτο, το τεράστιο ερώτημα: Μήπως είμαστε συντηρητικοί;


Γιατί, τέλος πάντων, να μην μπορούμε να είμαστε και να το απολαμβάνουμε; Γιατί πρέπει να γίνουμε προοδευτικοί ανεμίζοντας την παντιέρα που σηκώνει η κάθε Τζένη Χειλουδάκη; Γιατί σοκαριστήκαμε τόσο πολύ από τον… συντηρητισμό του Αρείου Πάγου; Προς τι η έκπληξη; Τον θεωρούσαμε τόσον καιρό προοδευτικό τον Αρειο Πάγο και αυτός με τις σημερινές ενέργειές του μας διέψευσε; (Θα ήθελα πολύ βέβαια να γνωρίζω γιατί και πώς ελήφθη αυτή η απόφαση, κατά πόσο σχετίζεται με την επαγγελματική επάρκεια του τιμωρημένου). Και γιατί κρίνουμε μια ιστορία, μια απόφαση, συγκεκριμένες συμπεριφορές, που είναι εμφανώς πιο σύνθετες και γκρίζες από όπως μας σερβίρονται, τόσο ρομαντικά και απλοϊκά;


Εγώ δεν θα κάνω εγχείρηση αλλαγής φύλου για να συμπαρασταθώ στην Τζένη Χειλουδάκη. Ούτε θα υπερασπιστώ με πάθος τον καλό εισαγγελέα που ξαφνικά ανακάλυψε το νόημα της (δικής του) ζωής. Ούτε θα συγκινηθώ με τη μεγαλόψυχη σύζυγο που καρτερικά συμπαρίσταται στον σύντροφό της. Εγώ δεν θα καθήσω να αναλύσω πόσο στενόμυαλοι ή όχι είναι οι ανώτατοι δικαστικοί ή πόσο ύποπτα είναι τα κυκλώματα ή τα πρόσωπα που έφεραν στη δημοσιότητα αυτό το σενάριο. Θα εξοργιστώ για άλλη μία φορά με τον εαυτό μου που κάθομαι και παρακολουθώ (άνθρωπος είμαι, παρασύρομαι και εγώ) την εξωφρενική αυτή ιστορία. Ή, μάλλον, τον τρόπο που η τηλεόραση χειρίζεται άλλη μια ιστορία από αυτές που κανονικά αξίζουν πολύ μικρότερη δημοσιότητα ή, τουλάχιστον, μια διαφορετική αντιμετώπιση. Νομίζω ότι τελικά αλλού είναι τα σκάνδαλα και τα προβλήματα και αλλού τα αναζητούμε.