Στην Ελλάδα της κρίσης το θέατρο αποδείχθηκε ο πιο δυνατός κρίκος στην αλυσίδα της ψυχαγωγίας: σαν στυλοβάτης και συμπαραστάτης μαζί, στάθηκε δίπλα στον κόσμο, με έναν τρόπο που μπορεί να μην είχε τεθεί εκ προθέσεως, αλλά αποδείχτηκε σωτήριος στο αποτέλεσμα.
Παρατηρώντας την τελευταία επταετία, από τις αρχές του 2010, σχεδόν, το θέατρο είναι ο πρώτος τομέας που αντέδρασε δυναμικά. Αγκάλιασε τον Ελληνα που μόλις είχε αρχίσει να αντιλαμβάνεται πως η κρίση δεν είναι περαστική. Και αν ο στόχος του θεάτρου ήταν η δική του επιβίωση, μέσα στο υπό διαμόρφωση μελαγχολικό τοπίο, τα κατάφερε. Και το ίδιο στάθηκε όρθιο, και μάλιστα αναπτύχθηκε περαιτέρω, και συγχρόνως συνέβαλε στη δική μας επιβίωση, με καλύτερους όρους.
Το νέο θεατρικό τοπίο, όπως έχει πλέον διαμορφωθεί, έχει μπει για τα καλά στη ζωή μας. Οι παραγωγές πολλαπλασιάζονται και προσφέρουν σήμερα στον θεατή μια βεντάλια από εκατοντάδες επιλογές. Και εκεί ίσως βρίσκεται η μόνη παγίδα. Πολλά ή και εναλλασσόμενα έργα παίζονται επτά ημέρες την εβδομάδα απ’ άκρη σ’ άκρη της πόλης, για όλες τις ηλικίες.
Πλάι στο θέατρο ενηλίκων και στο παιδικό, έχει πλέον προστεθεί το βρεφικό αλλά και το εφηβικό. Σκηνές μικρών, μεσαίων και μεγάλων διαστάσεων στέκονται απέναντι σε αίθουσες με 1.000, 1.200 ή και 1.500 θεατές αλλά και μικρές σκηνές για κοινό 40 ή 50 ανθρώπων. Αυλαία και βελούδινα καθίσματα, αναπαυτικές πολυθρόνες, ακόμη και καναπέδες, παράλληλα με πάγκους δίχως πλάτη και άβολες καρέκλες. Ζεστή ατμόσφαιρα, αλλά και χώροι με υγρασία και κρύο.

«Πακέτα» και φθηνό εισιτήριο

Το θέατρο καλά κρατεί. Με καθοριστικό παράγοντα τη μείωση της τιμής του εισιτηρίου και τη δημιουργία «πακέτων» για όλη τη σεζόν, πλάι στο Εθνικό, το Τέχνης, τη Στέγη ή το Δημοτικό του Πειραιά, αναπτύχθηκαν αξιόλογοι ιδιωτικοί θεατρικοί οργανισμοί (κάποιοι από τους οποίους εντάχθηκαν στις επιχορηγήσεις του ΥΠΠΟ). Με το Θέατρο του Νέου Κόσμου και το Θέατρο Πορεία να ξεχωρίζουν λόγω της φυσιογνωμίας που έχουν διαμορφώσει, πολλές σκηνές επιδίδονται σε ένα είδος πολυθεάτρου (θέατρο Αλκμήνη), έστω και με περιορισμένα αποτελέσματα.
Και αν σε κάποιες εξαιρέσεις, όπως στο θέατρο Παλλάς, οι πρώτες σειρές αγγίζουν τα 80 ευρώ κατά εισιτήριο, ο μέσος όρος της τιμής ενός εισιτηρίου κυμαίνεται γύρω στα 15 ευρώ. Με τις προσφορές που εδώ και καιρό λειτουργούν μέσω εφημερίδων, περιοδικών αλλά και ραδιοφωνικών εκπομπών, οικονομικά το θέατρο τείνει να γίνει πιο προσβάσιμο και από τον κινηματογράφο!
Πολλά όμως έχουν πια αλλάξει μέσα στο θέατρο. Από την αργία της Δευτέρας, που πλέον δεν υφίσταται, ως το διάλειμμα που δεν αποτελεί δεδομένη συνθήκη. Εμμέσως καταργήθηκε η λαϊκή απογευματινή της Τετάρτης, χωρίς να σημαίνει ότι δεν αντικαταστάθηκε από κάποια άλλη μειωμένης τιμής, κυρίως Πέμπτη βράδυ. Μέσα στις αλλαγές προστέθηκαν και οι διαφοροποιήσεις στο πρόγραμμα των παραστάσεων. Η ώρα έναρξης ποικίλλει περισσότερο από ποτέ, ίσως γιατί η διάρκεια των παραστάσεων αγγίζει συχνά δύο άκρα: από εξηντάλεπτη ως πολύωρη. Τα πάλαι ποτέ κλασικά ωράρια των 18.00 και 21.00 σπανίζουν και ουκ ολίγες παραστάσεις επιλέγουν το «και τέταρτο».
Η παλαιότερη αλλαγή πάντως αφορά το «ένα έργο τη σεζόν». Ελάχιστα είναι πλέον τα θέατρα που πορεύονται με αυτή τη συνήθεια που ηχεί σχεδόν ξεπερασμένη. Το εναλλασσόμενο ρεπερτόριο έχει μπολιάσει το ελληνικό θέατρο με μια λίγο «εκβιαστική» νοοτροπία. Η φράση «για περιορισμένο αριθμό παραστάσεων» έχει γίνει πλέον μόνιμη επωδός, δημιουργώντας συχνά-πυκνά εντυπώσεις που δεν έχουν ρεαλιστική βάση. Ωστόσο, ακόμη κι αυτό έχει λειτουργήσει υπέρ του θεάτρου.

Η ανθρωπογεωγραφία των παραστάσεων

Δεν άλλαξαν μόνον οι τιμές, οι χώροι και τα ωράρια. Αλλάξε και η ανθρωπογεωγραφία.
Ολο και περισσότεροι ηθοποιοί στρέφονται με μεγαλύτερη ή μικρότερη επιτυχία στη σκηνοθεσία –πιο πρόσφατο παράδειγμα η διπλή σκηνοθεσία του Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλου στο Αποθήκη («Επτά χρόνια») και στο Μικρό Παλλάς («Προδοσία»).
Ολο και περισσότερα μιούζικαλ παρουσιάζονται, επιτρέποντας έτσι σε μια νεότερη –και όχι μόνον, γενιά ηθοποιών να αναδείξει τα ταλέντα της στον χορό και το τραγούδι, πέραν της υποκριτικής.
Ολο και περισσότεροι σκηνοθέτες στήνουν δύο, τρεις ή και τέσσερις παραγωγές τη σεζόν, μοιράζοντας τον χρόνο, ίσως, και την έμπνευσή τους. Ολο και περισσότεροι ηθοποιοί πρώτης γραμμής, πρωταγωνιστές, μοιράζονται σε δύο ή και τρεις παραστάσεις, όχι μόνον μέσα στη σεζόν, αλλά μέσα στην ίδια εβδομάδα… Η κρίση έχει δυσκολέψει όλο και περισσότερο τη δουλειά τους, με αποτέλεσμα να τρέχουν σε δύο παραστάσεις και μία πρόβα μέσα στην ίδια ημέρα.
Σε αυτή τη λίστα συναντούμε ηθοποιούς όπως ο Γιώργος Κωνσταντίνου («Ο Δίας… ξαναγύρισε» και «Τσάρλι Τσάπλιν»), ο Δημήτρης Πιατάς («Δον Κιχώτης» και «Ηρωες»), η Ρούλα Πατεράκη («Ενας άνθρωπος επιστρέφει στην πατρίδα του πιστεύοντας ότι θα τον σκοτώσουν και τον σκοτώνουν» και «Αμφιβολία»), ο Κωνσταντίνος Ασπιώτης («Επτά χρόνια» και «Η γυναίκα με τα μαύρα»), ο Γιώργος Χρυσοστόμου («Πέτρες στις τσέπες του» και «Προδοσία»), ο Πυγμαλίων Δαδακαρίδης («Δείπνο ηλιθίων» και «Προδοσία»), ο Γιάννος Περλέγκας «Η αγριόπαπια» και «Ο Αδαής και ο Παράφρων» και ο Νίκος Κουρής, ο οποίος παράλληλα με τον «Γλάρο» ξεκίνησε να παίζει στη «Γυναίκα με τα μαύρα» και λίγο μετά την ολοκλήρωση των παραστάσεων του έργου του Τσέχοφ ετοιμάζεται για την επόμενη πρεμιέρα («Αμφιβολία»).
Και όχι μόνον: Μέμος Μπεγνής, Κωνσταντίνος Μπιμπής, Ιωάννα Παππά, Βασίλης Μπισμπίκης, Σωκράτης Πατσίκας, Γιάννης Σαρακατσάνης, Δήμητρα Χατούπη, μεταξύ άλλων…

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ