«Αγαπημένε, απόλυτε έρωτά μου, λατρεμένο μου παιδί, δεν υπάρχουν λόγια για να σου περιγράψω την αγάπη μου. Είμαι ακόμα πολύ κοντά σε σένα μέσα από τα λόγια. Εχω το κεφάλι σου στον ώμο μου, τα μάτια σου με το βλέμμα τους που δεν σταματούν ποτέ, και τα δάκρυά τους. Είσαι όμορφος, σε αγαπώ μέχρι θανάτου. (…) Τον Σαρτρ τον αγάπησα σίγουρα, αλλά χωρίς πραγματική αμοιβαιότητα και χωρίς το σώμα μου να είναι εκεί για τίποτα. Ο Αλγκρέν με έκανε να θυμηθώ ότι με αγαπούν και τον αγάπησα κι εγώ πολύ, αλλά κυρίως μέσω της αγάπης που είχε για μένα και χωρίς πραγματική οικειότητα και χωρίς ποτέ να του δοθεί από μέσα μου. Ναι, αγαπημένο μου παιδί, είσαι η πρώτη απόλυτη αγάπη μου, αυτή που γνωρίζουμε μόνο μία φορά ή ποτέ. Ποτέ δεν πίστευα ότι θα προφέρω αυτή τη λέξη που μου έρχεται τόσο φυσικά: σε λατρεύω. Σ’ αγαπώ, με όλο μου το σώμα και με όλη μου την ψυχή. Είσαι η μοίρα μου, η αιωνιότητά μου, η ζωή μου, η χαρά μου, το αλάτι και το φως της γης. Ρίχνω τον εαυτό μου στα χέρια σου και μένω εκεί ατελείωτα. Είμαι η γυναίκα σου για πάντα».

Σύμφωνα με τα Νέα με αυτά τα παθιασμένα λόγια περιέγραφε η Σιμόν ντε Μποβουάρ τα συναισθήματά της για τον εραστή της Κλοντ Λανζμάν σε επιστολή του 1953, όταν εκείνη βρισκόταν στο Αμστερνταμ, σε ταξίδι μαζί με τον Ζαν-Πολ Σατρ. Πρόκειται για απόσπασμα από το σύνολο των 112 επιστολών που βγήκαν πρόσφατα σε δημοπρασία από τον οίκο Κρίστις και αγοράστηκαν από τη Βιβλιοθήκη σπάνιων βιβλίων και χειρογράφων Beinecke του Πανεπιστημίου Γέιλ. Συγγραφέας τους ήταν η πρωτεργάτρια του φεμινιστικού κινήματος και αποδέκτης ο κατά 17 χρόνια νεότερος εραστής της. Αν και η Σιμόν ντε Μπουβουάρ μέχρι το τέλος της ζωής της είχε στο πλάι της τον Σαρτρ, για επτά χρόνια μοιραζόταν το κρεβάτι της με τον Λανζμάν, γραμματέα του συντρόφου της. Ο Λανζμάν, σκηνοθέτης του μνημειώδους φιλμ «Shoah», δεν ήταν ο μοναδικός εραστής της συγγραφέως, καθώς με τον Σατρ είχαν ελεύθερη σχέση. Ηταν όμως ο πρώτος που κατάφερε να συζήσει μαζί της.