Το 2014 ο Σεθ Στίβενς-Νταβίντοβιτς, αναλυτής του Google και αρθρογράφος των «New York Times», δημοσίευσε στην εφημερίδα μια σειρά προκαταρκτικών παρατηρήσεων από μια έρευνα σχετική με τη γεωγραφική προέλευση των επιτυχημένων Αμερικανών. Αντλώντας στοιχεία από 150.000 περιπτώσεις ατόμων, όπως καταγράφονταν στη Wikipedia, αποκόμισε κάποια αναμενόμενα συμπεράσματα (οι μητροπόλεις της ανατολικής και της δυτικής ακτής αποτελούν τα ευνοϊκότερα περιβάλλοντα, τα παιδιά των μεταναστών παρουσιάζουν τα υψηλότερα ποσοστά ανέλιξης), αλλά και ισχυρές ενδείξεις διασύνδεσης της επιτυχίας με κολεγιακές ή πανεπιστημιακές πόλεις.
Το γεγονός δεν εκπλήσσει ίσως τόσο σε μια κοινωνία όπου η ακαδημαϊκή παρουσία επεδίωκε παραδοσιακά να διαχέεται στο ευρύτερο περιβάλλον. Επιβεβαιώνει ωστόσο μια εμφανή τάση να τονίζονται η ανάγκη και τα πλεονεκτήματα της πρακτικής συνεργασίας πόλεων και πανεπιστημίων.
Προφανώς και ως έναν βαθμό αυτό καθίσταται απαραίτητο εξαιτίας των απαιτήσεων της χρηματοδότησης. Μεταξύ των συμπερασμάτων ενός μεγάλου παγκόσμιου συνεδρίου ερευνητικών ιδρυμάτων το φθινόπωρο του 2017 στη Μελβούρνη ήταν ότι η εμπλοκή των πανεπιστημίων με την κοινωνία επιδρά θετικά στις φιλανθρωπικές δωρεές. Στις αρχές Σεπτεμβρίου το Πανεπιστήμιο του Σασκάτσουαν στον Καναδά προχώρησε στην υπογραφή μνημονίου (Memorandum of Understanding) με την πόλη Σασκατούν, το πρώτο του είδους του σύμφωνα με την εφημερίδα «Saskatoon Star-Phoenix».
Ο πρόεδρος του Πανεπιστημίου τόνιζε τη σημασία του για τον αστικό ιστό ως «μαγνήτη ταλέντων και καινοτομίας», όπως και τη δυνητική επενδυτική του αξία, από τη στιγμή που το 18% της γης σε μια ακτίνα 8 χιλιομέτρων από το κέντρο της πόλης αποτελεί δική του ιδιοκτησία.
Προσπερνώντας όμως τις οικονομικές ανάγκες στέκεται κανείς στα ευρήματα αναφορικά με την ποιότητα ζωής. Ο ιστότοπος του συνεδρίου «University Cities» που διοργανώθηκε στο Πανεπιστήμιο του Κεντάκι τον περασμένο Οκτώβριο πρόβαλε με ιδιαίτερη επιμονή τα δεδομένα της έρευνας του προέδρου του τμήματος Στατιστικής, τα οποία υποδείκνυαν ότι οι αμερικανικές πανεπιστημιακές πόλεις μεγέθους 250.000 ως 1.000.000 κατοίκων, όπως το Αν Αρμπορ, το Μάντισον και το Λέξινγκτον, υπερίσχυαν ως προς τον μέσο όρο των Ηνωμένων Πολιτειών κατά 12% ως προς την επιχειρηματικότητα, κατά 28% ως προς την ασφάλεια και κατά 15% ως προς το χαμηλότερο κόστος ζωής.
Μια πιο πρακτική πλευρά του οφέλους που αποκομίζει μια πανεπιστημιακή πόλη από τη συνεργασία με τον ακαδημαϊκό τομέα αναδεικνύει μια πρωτοβουλία του Πανεπιστημίου Τζονς Χόπκινς της Βαλτιμόρης. Το πρόγραμμα «21st Century Cities Initiative» στοχεύει στην προσέλκυση χρημάτων για υποτροφίες και καθηγητικές έδρες προωθώντας σε αντάλλαγμα συνεργασίες που υλοποιούνται με τη χρήση του δικού του δυναμικού, μεθόδων ή εργαλείων έρευνας.
Για παράδειγμα, ο δικτυακός τόπος του Πανεπιστημίου υπογραμμίζει τη συνεννόηση μεταξύ ερευνητών και υπεύθυνων των τοπικών αρχών για την υλοποίηση ενός προγράμματος που θα χρησιμοποιεί τεχνικές εξόρυξης μεγάλων δεδομένων (big data) προκειμένου να χαρτογραφηθούν οι δυναμικές των κενών κτιρίων της πόλης και να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότερη δυνατή κατανομή των αστικών πόρων για την εκμετάλλευσή τους.
Αν δεν πείθεται κανείς ότι αυτός είναι ο δρόμος για το μέλλον, αρκεί να αναφερθεί η περίπτωση των (κατά κανόνα πολύ λιγότερο ευέλικτων από τα αγγλοσαξονικά) γαλλικών πανεπιστημίων: διακεκριμένες σχολές όπως η INSEAD, η ESSEC, τα πανεπιστήμια Paris-Dauphine και Paris-Sorbonne έχουν πάρει την ανατολική οδό αναζητώντας στη Σιγκαπούρη και την Κίνα στρατηγικές συνεργασίες που συνδέουν έρευνα, βιομηχανία, επιχειρήσεις και κοινωνία.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ