Λένε ότι η καλή μέρα από το πρωί φαίνεται. Από την πρώτη επίσημη πρώτη εμφάνισή της στο Πάρκο Ελευθερίας τον Σεπτέμβριο του 2016 με την περίφημη «Βουλή των Σωμάτων», η documenta 14 ξεκίνησε το ιδεολογικό της αλισβερίσι με όλους εκείνους που βρήκαν το πρόγραμμά της ανερμάτιστο, εφηβικά επαναστατικό, αφελώς διδακτικό και δίχως κάτι χειροπιαστό να επιδείξει. Χωρίς κάποια αναπαραστατικά, στοχαστικά έργα απέναντι στα οποία θα μπορούσε ενδεχομένως να τοποθετηθεί η εγχώρια «κριτική» και να αναδείξει με καλλιεπείς όρους την εσωτερική ομορφιά τους. Ο επιμελητής του προγράμματος Δημόσιων Δράσεων, Πολ Μπ. Πρεσιάδο, είχε κουνήσει το δάχτυλο προς πάσα κατεύθυνση με το μανιφέστο που περιελάμβανε τα πάντα: από τα τοπικά κινήματα και τις ριζοσπαστικές κοινότητες μέχρι τα ζητήματα φύλου και την αποικιοκρατική πολιτική, οπότε τα νερά ταράχτηκαν για τα καλά. Η συνέχεια ωστόσο αποδείχθηκε λιγότερο τρικυμιώδης.

«Αποικιοκρατική πολιτική»

Η documenta 14 εγκαινιάστηκε άτυπα με τη χορωδία των καλλιτεχνών και των επιμελητών της να εκτελούν με τις φωνές και τα σώματά τους το έργο του μεγάλου έλληνα συνθέτη Γιάννη Χρήστου «Επίκυκλος», μια από τις πιο απρόσμενες και συγκινητικές στιγμές της διοργάνωσης στο πλαίσιο της συνέντευξης Τύπου που δόθηκε στο Μέγαρο Μουσικής μπροστά σε 1.500 δημοσιογράφους. Στις 8 Απριλίου εγκαινιάστηκε και επισήμως, και το φιλότεχνο κοινό ξεχύθηκε σε περισσότερους από 40 χώρους διεξαγωγής για να δει τέχνη από 160 καλλιτέχνες και να τη χορτάσει. Στο περίπου δηλαδή. Μετά το πρώτο εορταστικό τριήμερο όπου η Αθήνα είχε γεμίσει δημοσιογράφους, επιμελητές, καλλιτέχνες, φιλότεχνους από όλη την Ευρώπη αλλά και τον κόσμο, η επισκεψιμότητα έπεσε αισθητά. Δεν ήταν λίγοι εκείνοι οι Ελληνες που αρνήθηκαν να επισκεφθούν τα venues έχοντας προαποφασίσει ότι η documenta 14 είναι ένα μόρφωμα που απηχεί την αποικιοκρατική πολιτική της γενέτειρας και χρηματοδότριάς της, Γερμανίας, και επομένως ήρθε με κάποιον τρόπο για να απομυζήσει το τελευταίο hot προϊόν της χώρας, τη δημοσιονομική και όχι μόνο κρίση.
Υπήρξαν βέβαια και εκείνοι, οι πολλοί περιστασιακοί επισκέπτες των εκθέσεων που δεν πήραν είδηση ότι διεξάγεται στην πόλη τους μια τόσο σημαντική εικαστική διοργάνωση. Ισως επειδή δεν κατάφεραν ποτέ να λύσουν τον γρίφο του μοναχικού «14» που αναγραφόταν πάνω σε μπάνερ στους δρόμους της πόλης, ίσως επειδή δεν μπήκαν ποτέ στον κόπο θεωρώντας, και δικαίως, ότι έχουν περάσει σαράντα χρόνια και βάλε απ’ όταν το κρυπτικό μάρκετινγκ προκαλούσε αίσθηση και όλοι αναρωτιούνταν τι στο καλό σήμαινε η φράση «Χάσαμε τη θεία, στοπ» στους τοίχους της Αθήνας.
Εστω κι έτσι, με αυτή την αφ’ υψηλού αντιμετώπιση του μάρκετινγκ περίπου ως εργαλείο του Σατανά (αν και μια άλλη ανάγνωση απλώς θα αναδείκνυε την έλλειψη έμπνευσης και σωστής οργάνωσης που καμουφλάρονται ως ψαγμένη άποψη) η διοργάνωση ζωντάνεψε χώρους που ήταν σχεδόν άγνωστοι ή κλειστοί στο κοινό όπως το Ωδείο Αθηνών, ή το ΕΜΣΤ, το οποίο επιτέλους είχε επαρκή λόγο για να είναι πατόκορφα φωταγωγημένο.
Να γιατί παρ’ όλες τις γκρίνιες, τις ενστάσεις και τη μουρμούρα ορισμένοι τη χαρήκαμε αυτή τη γιορτή των 100 ημερών. Γιατί απλούστατα, ακόμα αν δεν ήταν του απολύτου γούστου μας, ακόμα και αν δεν μπορέσαμε να αντιληφθούμε με ποιους τρόπους ακριβώς στήριζε ο θεματικός άξονας «Μαθαίνοντας από την Αθήνα» τις εκθέσεις και τα δρώμενα, η αλήθεια παραμένει ότι δεν έχεις κάθε μέρα την ευκαιρία να δεις και να ανακαλύψεις τη δουλειά καλλιτεχνών όπως για παράδειγμα ο αλβανός ζωγράφος Εντι Χίλα ή να νιώσεις σαν ηλεκτροσόκ τις νότες από ένα ηπειρώτικο τραγούδι να αντηχούν στο ημιτελές αμφιθέατρο του Δεσποτόπουλου στην οπτικοακουστική εγκατάσταση του Νιγηριανού Ομέκα Ογκμποχ στο Ωδείο Αθηνών, όσο οι τιμές του Χρηματιστηρίου περνούν μέσα από μια φωτεινή ταινία.

Τέχνη με όρους κέρδους

Πέρα από τη σποραδική εκπροσώπηση ελλήνων καλλιτεχνών στην Αθήνα, η ελληνική τέχνη εκπροσωπήθηκε μέσα από τη συλλογή του ΕΜΣΤ στο ιστορικό Fridericianum στο Κάσελ και υπολογίζεται ότι την είδαν περισσότερα από 800.000 άτομα. 891.500 για την ακρίβεια, αν υποθέσουμε ότι την προτίμησαν όλοι οι επισκέπτες στη γερμανική πόλη (στην Αθήνα αντίστοιχα το νούμερο των επισκεπτών έφτασε τις 339.000). Μια ανεξάρτητη έκθεση από το Πανεπιστήμιο του Κάσελ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι επισκέπτες της documenta στο Κάσελ ξόδεψαν περί τα 130 εκατ. ευρώ στην πόλη, όμως για την Αθήνα δεν υπάρχει μια αντίστοιχη εκτίμηση εσόδων. Υπάρχει μόνο το πιστοποιημένο 30% της αύξησης των γερμανών επισκεπτών στη χώρα για το 2017, σύμφωνα με τον Γερμανικό Ταξιδιωτικό Σύνδεσμο (DRV).
Τώρα ποια θα είναι τα μακροπρόθεσμα «οφέλη» για την κοινότητα των καλλιτεχνών κανείς δεν μπορεί να το πει με σιγουριά και δεν μπορούν να αποδοθούν με νούμερα και ποσοστά. Υποτίθεται ότι νέοι εικαστικοί μπόρεσαν να δικτυωθούν σε ένα διεθνές πλαίσιο φορέων και θεσμών. Συγχρωτίστηκαν, απέκτησαν επαφές, ξεκίνησαν διεθνείς συνεργασίες. Μένει να αποδειχθεί σε τι θα μετουσιωθεί αυτή η ώσμωση.

Τα παρατράγουσα του τέλους

Στο μεταξύ, η λήξη της documenta 14 και στο Κάσελ έφερε στην επιφάνεια τον τρόπο που λειτουργούν σκοπιμότητες σε διοργανώσεις τέτοιου βεληνεκούς, ή που τέλος πάντων φιλοδοξούν να το πράττουν από εδώ και πέρα. Η είδηση ότι ούτε λίγο ούτε πολύ ο καλλιτεχνικός διευθυντής Ανταμ Σίμτσικ και η διευθύνουσα σύμβουλος της documenta 14 Ανέτε Κούλενκαμπφ «χρεοκόπησαν» τη διοργάνωση η οποία βρέθηκε με ένα έλλειμμα 7 εκατ. ευρώ έχει πάρει ανησυχητικές διαστάσεις. Χωρίς να αμφισβητεί κανείς τον γαργαντουισμό των προθέσεων και την έλλειψη πρόβλεψης αστάθμητων παραγόντων που διόγκωσαν τα έξοδα της διοργάνωσης, η μήνις του νυν δημάρχου του Κάσελ και προέδρου του Εποπτικού Συμβουλίου της documenta Kρίστιαν Γκεζέλε εναντίον Σίμτσικ και Κούλενκαμπφ αλλά και η πιο πρόσφατη προσφυγή του ακροδεξιού κόμματος AfD στο Κάσελ εναντίον τους συνηγορούν υπέρ του επιχειρήματος των ανθρώπων της διοργάνωσης και των καλλιτεχνών που συμμετείχαν σε αυτήν. Πρόκειται για την «πολιτική αποδόμηση ενός δημόσιου πολιτιστικού θεσμού» όπως έχει γραφτεί στον ξένο Τύπο και συνυπογράφουν σε πρόσφατη επιστολή τους οι συμμετέχοντες καλλιτέχνες υπερασπιζόμενοι «το ριζοσπαστικό όραμα της documenta 14».
Στο μεταξύ, ο δήμαρχος του Κάσελ σε δημόσια ομιλία του καθησύχασε τους ψηφοφόρους του ότι η επόμενη documenta θα διεξαχθεί μόνο στην πόλη τους. Αυτό γίνεται προκειμένου να προσδιοριστεί «αυστηρά από την εθνικότητά της, τη γερμανική, εις βάρος της πολιτιστικής της αποστολής, η οποία την έχει καταστήσει σε μια έκθεση που αφορά όλον τον πλανήτη» προειδοποιούν οι καλλιτέχνες. Ή αλλιώς, καλώς ήρθατε στην Ευρώπη του 21ου αιώνα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ