Ενας έρωτας που γεννιέται μέσα από τα κοινά όνειρα δύο εργαζομένων σε… σφαγείο ζώων; Δύσκολα μοιάζει εφικτό, όμως αυτό ακριβώς συμβαίνει στην ουγγρική ταινία «Η ψυχή και το σώμα», που από την περασμένη Πέμπτη προβάλλεται στις αίθουσες. Το ζωώδες και το ανθρώπινο, η ομορφιά και το γκροτέσκο, η φαντασία και η πραγματικότητα, η ψυχή και το σώμα δημιουργούν ένα ατμοσφαιρικό παραμύθι με δύο μοναχικές ψυχές στον πυρήνα, οι οποίες το πρωί κρατούν διαφορετικά καθήκοντα στο σφαγείο όπου εργάζονται, αλλά κάθε βράδυ συναντιούνται κυριολεκτικά στα όνειρά τους.
Η τελευταία δημιουργία της ουγγαρέζας σκηνοθέτριας Ιλντιγκο Ενιέντι, που μετά τη βράβευσή της με τη Χρυσή Αρκτο στο τελευταίο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου έκανε την πανελλήνια πρεμιέρα της στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης (έναρξη) παρουσία της ιδίας, σε τσακίζει με την ομορφιά της, την ευαισθησία της, τη γνήσια μελαγχολία αλλά και την αισιοδοξία της. Είναι μια ταινία εύθραυστη όσο το πέταλο ενός αποξηραμένου τριαντάφυλλου, αλλά συγχρόνως βαθιά, πολυεπίπεδη και τόσο συγκροτημένη, που κυριολεκτικά τα χάνεις.

Εσωτερική σύγκρουση

Η εικόνα της σκηνοθέτριας και σεναριογράφου Ιλντιγκο Ενιέντι δεν διαφέρει από την ψυχή τής ταινίας της. Η Ενιέντι, μια μικρόσωμη αλλά δυναμική γυναίκα, φορά μεγάλα γυαλιά και μιλά ψιθυριστά. Μιλά για ένα ποίημα που διάβασε, το οποίο αποκρυστάλλωσε μέσα της ένα πολύ δυνατό συναίσθημα. «Θεέ μου, ξέρω πολύ καλά, όπως πιστεύω οι περισσότεροι από μας ξέρουν, τι σημαίνει να μην σε καταλαβαίνουν ή να καταλαβαίνουν άλλα από αυτά που θες να πεις, να μην μπορείς να αρθρώσεις όλα αυτά που έχεις μέσα σου και σε απασχολούν» λέει αναφερόμενη στην κεντρική ηρωίδα της ταινίας (Aλεξάντρα Μπορμπέλι), μια γυναίκα ερμητικά κλεισμένη στον εαυτό της, ανίκανη να επικοινωνήσει με τον κόσμο «Στο τέλος, ακόμα και εσύ ξεχνάς τα πράγματα που βρίσκονται μέσα σου, νιώθεις άνετος και ασφαλής με το να μη σε ενδιαφέρουν όλα αυτά. Νομίζω ότι αυτή η σύγκρουση –κατά μία έννοια –του εσωτερικού κόσμου με τον εξωτερικό, η ομορφιά, ο κίνδυνος και το πάθος, η συναισθηματική ποικιλία που έχει ο καθένας μας μέσα του και από την άλλη μεριά μια μινιμαλιστική, πολύ γήινη κατάσταση που υπάρχει απ’ έξω». Κάπως έτσι την άγγιξε το ποίημα που διάβασε.
Οσο για την ιστορία της ταινίας, η Ενιέντι «είχε» αμέσως τους δύο χαρακτήρες, «νομίζω ότι τους γνωρίζω πολύ βαθιά, δεν χρειάστηκε να τους δομήσω. Ας βάλουμε λοιπόν αυτούς τους δύο ανθρώπους σε μια παράξενη κατάσταση. Οπως, για παράδειγμα, σε μια κατάσταση στην κυριολεξία ονειρική. Αντιλαμβάνονται ότι βλέπουν το ίδιο όνειρο ενώ κοιμούνται τη νύχτα. Ηταν σαν να βάζω δύο ανθρώπους στο ασανσέρ και να κλείνω το ρεύμα».
Μια διασκεδαστική ιδέα, μπορούσες να παίξεις μαζί της, όμως την ίδια ώρα είχε και κάτι να κάνει «με το μέσα και το έξω, αυτό που σκεφτόμουν. Απαξ και βάζεις τους χαρακτήρες σου σε μια τέτοια κατάσταση, μετά αποστασιοποιείσαι και απλώς γράφεις αυτά που κάνουν. Είναι αναπόφευκτο ότι θα κάνουν κάτι μέσα σε αυτή την κατάσταση».
Ασφαλώς μια τέτοια κατάσταση δεν είναι συνηθισμένη, μπορεί να φρικάρει κάποιους, είναι μυστηριώδης, ένα αίνιγμα που προκαλεί την περιέργεια. «Στη συνέχεια αναρωτιέσαι αν ήταν μια σύμπτωση και αν όχι, τι μπορεί να σημαίνει αν επαναλαμβάνεται κ.ο.κ. Και έτσι νομίζω συμβαίνει γενικότερα με τα όνειρα. Κάτι πρέπει να κάνουμε με αυτά στο φως της ημέρας. Δεν μπορούμε να είμαστε έτσι άπαξ και έχουμε ζήσει μια τέτοια εμπειρία. Μόνο που αποδεικνύεται καταστροφή. Γιατί δεν είναι μια εύκολη κατάσταση, δεν είναι συνηθισμένη. Και αυτό είναι το στοίχημα. Αν ο θεατής «τσιμπήσει» και ενδιαφερθεί να μάθει τι είναι τελικά αυτό που συμβαίνει με τους δύο αυτούς ανθρώπους».

Κάνοντας τη διαφορά

Ολη η πορεία της 63χρονης, γεννημένης στη Βουδαπέστη, σκηνοθέτριας είναι γεμάτη από ανορθόδοξες ιστορίες που μπορούν να προκαλέσουν ίντριγκα. Με το «My Twentieth Century» το 1989, το ασπρόμαυρο ντεμπούτο της, κέρδισε το βραβείο της Χρυσής Κάμερας (Camera d’ Or) στο Φεστιβάλ των Καννών. Η ταινία μιλά για δυο δίδυμες αδελφές, η μια πόρνη πολυτελείας και η άλλη επαναστάτρια, που ξανασυναντιούνται ύστερα από πολλά χρόνια. Αιτία, ένας άντρας που θα τις ερωτευθεί.
Εμπνευσμένη από τον Σίμωνα τον Μάγο –μια αινιγματική προσωπικότητα που έζησε τα πρώτα μεταχριστιανικά χρόνια και ενέπνευσε την τέχνη και τη λαϊκή κουλτούρα -, η Ενιέντι στο «Simon the Magician» (1999) αφηγήθηκε μια ιστορία γεμάτη μυστήριο και κέρδισε τη Χρυσή Λεοπάρδαλη το 1999 στο Φεστιβάλ του Λοκάρνο.
Λίγα χρόνια πιο πίσω, το 1994, στο «Magic Hunter» (1994) ζωντάνεψε έναν φολκλόρ θρύλο: ένας αστυνομικός παίρνει επτά μαγικές σφαίρες από τον Διάβολο. Μόνο που σε μια τέτοια σκοτεινή συμφωνία το τίμημα είναι μεγάλο: Η τελευταία σφαίρα θα καρφωθεί σε αυτόν θα που θα επιλέξει ο ίδιος ο Διάβολος. Εδώ μάλιστα ο Ντέιβιντ Μπάουι είχε καθήκοντα εκτέλεσης παραγωγής της ταινίας.

«Νομίζω ότι σε κάθε θραύσμα της ζωής μας ακολουθούμε κάπως μια λογική μέθοδο ακόμα και σε θέματα που την υπερβαίνουν» καταλήγει η Ενιέντι. «Κάπως έτσι εργάζομαι. Προσπαθώ μέσω της λογικής να προσεγγίσω κάτι που εκ πρώτης όψης δείχνει μεταφυσικό. Είναι ένα ενδιαφέρον ταξίδι που συχνά σε φέρνει αντιμέτωπο με πτυχές της ψυχής σου που ούτε καν ήξερες ότι υπάρχουν…»

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ