Η συνάντησή μας έγινε μια Παρασκευή απόγευμα, αμέσως μετά το πέρας της πρόβας για την αναβίωση της δημοφιλούς «La Boheme» του Πουτσίνι στην Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Ο Γκρέιαμ Βικ είναι εξαιρετικά ευδιάθετος. Μου λέει πως ετοιμάζεται να περάσει το Σαββατοκύριακο στο «ησυχαστήριό» του στην Κρήτη. Εξηγεί πως πρόκειται για το σπίτι που διατηρεί στα νότια του Ρεθύμνου και με χιούμορ μού διηγείται τις περιπέτειές του με τη γραφειοκρατία μέχρι να αρχίσει η ανέγερση. Αγόρασε την έκταση μετά την πρεμιέρα τής εν λόγω όπερας στο θέατρο Ολύμπια τη σεζόν 2007, καθώς μαγεύτηκε από το τοπίο: την «άγρια» ομορφιά του, τον ουρανό, τη θάλασσα, την ηρεμία που του δίνει τη δυνατότητα να απολαύσει. «Εφέτος πέρασα εκεί δύο μήνες, διάστημα μεγαλύτερο από οπουδήποτε αλλού… Στο Λονδίνο, πλέον, βρίσκομαι πολύ λίγο…» λέει συγκεκριμένα ο διάσημος βρετανός σκηνοθέτης.
Τον ρωτώ για την αναβίωση της «La Boheme» και απαντά πως, παρά το γεγονός ότι είναι 10 χρόνια μεγαλύτερος, το διασκεδάζει ιδιαίτερα, αν και οι δύο διαφορετικές διανομές κάνουν τη δουλειά του πολύ δύσκολη. Ωστόσο, συνεργάζεται όμορφα με τους ερμηνευτές. «Στη διάρκεια των προβών έτυχε να χάσω έναν πολύ καλό μου φίλο, ο οποίος πέθανε πρόωρα… Βίωσα, λοιπόν, ο ίδιος την οσμή του θανάτου, το πένθος που είναι το βασικό θέμα της όπερας. Από την άλλη πλευρά, συνειδητοποίησα ότι η παραγωγή που έκανα τότε στέκει πολύ καλά και σήμερα. Δουλέψαμε με μεγάλη προσοχή και λεπτομέρεια».
Κατά τη γνώμη του, η Μιμί, η πρωταγωνίστρια της «La Boheme», είναι μια από τις πιο ενδιαφέρουσες ηρωίδες του λυρικού ρεπερτορίου. «Σκηνοθετεί η ίδια κάθε λεπτό από τη ζωή της. Αυτό είναι πολύ ενδιαφέρον αν λάβουμε υπ’ όψιν μας ότι η όπερα είναι γεμάτη από παθητικές γυναίκες, από γυναίκες-θύματα: συζύγους, κόρες κ.λπ. Αυτή είναι κάτι άλλο, δεν αποδέχεται αυτόν τον ρόλο. Εχει τον έλεγχο της ζωής της αλλά και τον τρόπο του θανάτου της. Το μόνο που δεν έχει τη δυνατότητα να ελέγξει είναι το γεγονός ότι ο άνδρας που αγαπά δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τον θάνατο, δεν είναι έτοιμος να τον αποδεχτεί. Είναι μια αριστοτεχνικά φιλοτεχνημένη ανθρώπινη ιστορία».

Με φόντο το χριστουγεννιάτικο Παρίσι

Η όπερα «La Boheme» έκανε πρεμιέρα το 1896 στο Τορίνο υπό τον Αρτούρο Τοσκανίνι, στενό φίλο του Πουτσίνι. Η υπόθεση αφορά τον έρωτα ανάμεσα στον ποιητή Ροντόλφο και τη ράφτρα Μιμί, με φόντο το παγωμένο χριστουγεννιάτικο Παρίσι, από τη στιγμή που συναντώνται ως τον θάνατό της από φυματίωση. Ο συνθέτης αποκαλύπτει όλη την παλέτα των συναισθημάτων: την ανεμελιά, τη χαρά, τον μεγάλο έρωτα, την απόγνωση…Ρωτώ τον Γκρέιαμ Βικ αν η επικείμενη αναβίωση περιλαμβάνει αλλαγές σε σχέση με το πρώτο ανέβασμα, μία δεκαετία νωρίτερα. «Ναι, αλλά δεν θέλω να τις αποκαλύψω» λέει μεταξύ αστείου και σοβαρού. Τελικά παραδέχεται πως οι όποιες αλλαγές δεν θα είναι δραστικές. «Για το τέλος αυτή τη φορά διάλεξα το πρωτότυπο φινάλε. Ταιριάζει περισσότερο στις τωρινές διανομές. Παράλληλα όμως, από τη στιγμή που το βασικό θέμα του έργου είναι ο θάνατος ως αδιαμφισβήτητο γεγονός, το βρίσκω περισσότερο επιδραστικό να δώσεις αυτό στον θεατή παρά την παρηγοριά του πένθους του άλλου. Για μένα η σκέψη αυτή ήταν και ένας τρόπος να διαχειριστώ τα άπειρα συλλυπητήρια μηνύματα τα οποία έλαβα για τον φίλο που χάθηκε».
Η συζήτηση περνά στις αλλαγές που έγιναν στην Ελλάδα τα τελευταία 10 χρόνια. «Η αλήθεια είναι ότι τα πράγματα άλλαξαν πολύ. Ωστόσο, και την πρώτη φορά που ήρθα υπήρχαν αναταραχές, το κάψιμο του χριστουγεννιάτικου δέντρου στο Σύνταγμα, δύο μήνες αργότερα έγινε κατάληψη στο θέατρο Ολύμπια… Δεν μιλούσε κανείς για Grexit τότε, είναι αλήθεια, αλλά υπήρχε αναταραχή, είχες την αίσθηση ότι κάτι πάει να συμβεί».
Αναφερόμενος στο Κέντρο Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος και στη νέα στέγη της Λυρικής, ο Βικ λέει πως είναι πολύ αισιόδοξο ένα τόσο ισχυρό σύμβολο για το μέλλον της κουλτούρας. «Ωστόσο, χρειαζόμαστε επένδυση στη δουλειά, όχι στα κτίρια. Το λέω αυτό κυρίως για τη χώρα μου, όπου το ενδιαφέρον είναι μεγαλύτερο για τα κτίρια». Σχολιάζει, ενδεικτικά, την επικείμενη –πολυσυζητημένη –ανέγερση της νέας αίθουσας της διάσημης Συμφωνικής Ορχήστρας του Λονδίνου. «Θα γίνει αυτό, ο Σάιμον Ρατλ είναι πολύ επιδραστική προσωπικότητα» λέει και συνεχίζει: «Είναι ο πρώτος μουσικός διευθυντής στη μακρόχρονη ιστορία της Ορχήστρας. Αυτό σημαίνει ότι οι μουσικοί παραιτήθηκαν από ένα μέρος της αυτονομίας τους. Είναι σαν να καταλύεις μια δημοκρατία για χάρη ενός αυτοκράτορα… Το περίεργο είναι ότι στην εποχή μας συμβαίνει εντελώς το αντίθετο. Οι αρχιμουσικοί είναι περισσότερο υπέρ της συνεργασίας, το αυταρχικό μοντέλο έχει υποχωρήσει σημαντικά».
Κορυφαίος σκηνοθέτης όπερας της γενιάς του, ο 64χρονος Βικ έχει συνεργαστεί με τα διασημότερα λυρικά θέατρα του κόσμου (Σκάλα του Μιλάνου, Μετροπόλιταν Οπερα της Νέας Υόρκης, Βασιλική Οπερα του Λονδίνου κ.ά.), ενώ το 1987 δημιούργησε την Οπερα του Μπέρμιγχαμ με σκοπό να «ανοίξει» την τέχνη του λυρικού θεάτρου σε ένα νέου τύπου κοινό.
Εκτοτε δημιούργησε παραστάσεις – γεγονότα σε αποθήκες, εργοστάσια, χώρους ροκ συναυλιών, με εντυπωσιακή συμμετοχή από τους κατοίκους της πόλης, οι οποίοι για πρώτη φορά μετείχαν αλλά και παρακολουθούσαν παραστάσεις όπερας. Ο ίδιος πιστεύει ότι δεν χρειάζεται να διαθέτει κανείς κάποια ιδιαίτερη μόρφωση προκειμένου να αισθανθεί, να κινητοποιηθεί και να ενθουσιαστεί με την όπερα. Αρκεί να την αφήσει να τον συνεπάρει χωρίς να σκεφτεί τίποτα.

«Ελπίζω να μη γίνει το Brexit…»

Ακούγεται προβληματισμένος για την κατάσταση στη Βρετανία εν όψει του Brexit. «Αναδύεται η άσχημη πλευρά της χώρας μου» λέει με περίσκεψη. «Η Βρετανία ήταν ανέκαθεν μια έντονα διαστρωματωμένη κοινωνία, αλλά τώρα η διαίρεση βάσει του πλούτου είναι πολύ πιο έντονη και το περίφημο δημοψήφισμα την επέτεινε. Εξακολουθώ να ελπίζω ότι το Brexit δεν θα συμβεί. Το πιθανότερο, βέβαια, είναι να γίνει, αλλά εγώ θέλω να ελπίζω. Η αλήθεια είναι ότι όλο και αυξάνονται οι φωνές που λένε ότι δεν είμαστε υποχρεωμένοι να το κάνουμε. Ενα δημοψήφισμα με αποτέλεσμα 52-48% είναι μισό-μισό. Το ποσοστό που ψήφισε υπέρ της παραμονής είναι πολύ μεγάλο για να αγνοηθεί. Βέβαια, όλοι όσοι ταχθήκαμε υπέρ της Ευρώπης «βαφτιστήκαμε» ελιτιστές. Είναι η γνωστή καραμέλα που αποδίδεται στη χώρα μου σε οποιονδήποτε έχει μυαλό. Για αυτό προτιμώ να ζω έξω και η αλήθεια είναι ότι στην Ελλάδα αισθάνομαι σαν στο σπίτι μου. Πολλοί πίστευαν ότι θα επέλεγα την Ιταλία, όπου έχω κάνει τη μισή μου καριέρα, αλλά προτιμώ την Κρήτη. Μου θυμίζει τη Σκωτία, που την αγαπώ πολύ».
Σχολιάζοντας την κατάσταση στη Γηραιά Ηπειρο, λέει πως το ευρωπαϊκό ιδεώδες εξακολουθεί να είναι ζωντανό, αλλά η Ευρώπη είναι βαθιά διχασμένη. Κάθε απόφαση είναι οικονομική. Ολοι ψηφίζουν και κινούνται βάσει οικονομικών και εμπορικών κριτηρίων και αυτό έχει καταγραφεί στη συνείδηση των ανθρώπων. Δεν είναι μια πολιτική ένωση αλλά μια μεγάλη αγορά. «Η Βρετανία κρατούσε πάντα αποστάσεις. Δεν μπήκε στο ευρώ και γενικότερα βρισκόταν πάντα σε μια ενδιάμεση κατάσταση. Ωστόσο, ήμασταν λογικοί, πραγματιστές. Τώρα χάθηκε και αυτό».
Συζητάμε την άνοδο της Ακροδεξιάς στην Ευρώπη και παραδέχεται πως αυτό που συνέβη στη Γερμανία είναι σοκαριστικό και δεν βλέπει κανείς εύκολα πού θα οδηγήσει. «Στη Βρετανία, πάντως, έχουν υπάρξει και πιο ακραίες φάσεις… Θυμάμαι, ας πούμε, τις πορείες των ακροδεξιών στις αρχές της δεκαετίας του ’80. Το σίγουρο είναι ότι η κοινωνία βρίσκεται μπροστά σε μεγάλες αλλαγές και αυτό είναι κάτι που φοβίζει τους ανθρώπους, τους κάνει να καταφεύγουν σε «εύκολες» λύσεις. Στη χώρα μου το θέμα της μετανάστευσης δεν παίρνει τώρα τόσο μεγάλες διαστάσεις όσο αλλού γιατί έχουμε δεχτεί μεγάλες μεταναστευτικές ροές εδώ και δεκαετίες. Στο Μπέρμιγχαμ, ας πούμε, αν είσαι κάτω των 20 και λευκός είσαι πλέον μειοψηφία, οπότε καταλαβαίνει κανείς τι θα γίνει σύντομα… Κάποιοι λαοί πολλαπλασιάζονται περισσότερο από κάποιους άλλους. Σε κάθε περίπτωση, είμαστε μπροστά σε θεμελιώδεις αλλαγές».

Μπροστά στην αλλαγή κουλτούρας

Σημαντική αλλαγή κουλτούρας θεωρεί ο Γκρέιαμ Βικ και ό,τι συμβαίνει αυτόν τον καιρό σε σχέση με το θέμα της παρενόχλησης των γυναικών. «Δεν μπορείτε να φανταστείτε πόσο μεγάλες διαστάσεις έχει λάβει αυτό το ζήτημα στη Βρετανία. Πολιτικές καριέρες καταστρέφονται, κορυφαία ονόματα από τον καλλιτεχνικό χώρο βρίσκονται στο στόχαστρο. Η προσοχή έχει στραφεί στην κατασκευή του απαραίτητου πλαισίου προστασίας των γυναικών απέναντι στους ισχυρούς άνδρες που εκμεταλλεύονται τη θέση τους: νέοι ρόλοι δημιουργούνται, καινούργια επαγγέλματα γύρω από τη διαχείριση και τον έλεγχο της οικειότητας, των στενών σχέσεων στον επαγγελματικό στίβο. Ολο αυτό το βρίσκω πολύ υγιές. Το περίεργο είναι, όμως, ότι όλα αυτά συμβαίνουν σε μια χώρα όπου ένα πολύ μεγάλο ποσοστό γυναικών καλύπτουν το κεφάλι τους με σκοπό να μην προκαλούν και πάνω στη βάση ότι οι άνδρες δεν είναι σε θέση να ελέγξουν τον εαυτό τους. Σε κάθε περίπτωση, επαναλαμβάνω, βρισκόμαστε μπροστά σε μια μεγάλη αλλαγή κουλτούρας, μια ακόμη ένδειξη ότι τα πράγματα αλλάζουν».
Με δεδομένες όλες αυτές τις αλλαγές που περιγράφει, ποιος είναι ο ρόλος της τέχνης στην εποχή μας; «Το να κάνεις τέχνη έχει πάντοτε ενδιαφέρον» λέει και συνεχίζει: «Κάτι τέτοιες στιγμές, όπως η σημερινή, η τέχνη οφείλει να μιλήσει με καθαρή και δυνατή φωνή. Για να κρατήσουμε την ψυχή μας ζωντανή οφείλουμε να καταλάβουμε τον άλλο, να μάθουμε να μη φοβόμαστε. Σε όλα αυτά η τέχνη έχει ισχυρό λόγο, αυτός είναι ο σκοπός της ύπαρξής της».
Και ο ρόλος της όπερας; «Η μουσική είναι μια διεθνής γλώσσα. Η όπερα έχει τη δυνατότητα να αφηγηθεί καταπληκτικές ιστορίες με τρόπο που αγγίζει την καρδιά μιας τεράστιας γκάμας ανθρώπων. Η ανθρώπινη φωνή που τραγουδά είναι ο πιο άμεσος τρόπος επικοινωνίας και από αυτή την πλευρά η όπερα είναι, πράγματι, η πιο επικοινωνιακή, η πιο άμεση τέχνη. Ωστόσο, για να απευθυνθείς σε όλους πρέπει να υπάρξουν συνθήκες στις οποίες όλοι θα αισθάνονται καλοδεχούμενοι».

Πού και πότε

Η όπερα «La Boheme» του Πουτσίνι αναβιώνει στις 7, 8, 13, 17, 20, 24, 27, 30/12/2017 και 3, 5/1/2018 στην Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο ΚΠΙΣΝ, στο πλαίσιο αφιερώματος στον Στ. Λαζαρίδη.

Μουσική διεύθυνση: Ηλίας Βουδούρης, Βλαδίμηρος Συμεωνίδης.
Σκηνοθεσία Γκρέιαμ Βικ.
Με τους Μυρτώ Παπαθανασίου – Αννα Στυλιανάκη (Μιμί), Γιάννη Χριστόπουλο – Αγγελο Σαμαρτζή (Ροντόλφο) κ.ά.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ