Μεγάλα καλούπια και ογκώδεις φούρνοι, μικρά τετράγωνα δείγματα πορσελάνης, εκατοντάδες κουτιά με ορυκτά χρώματα και ποιότητές τους. Τα εργαστήρια των καλλιτεχνών είναι πάντα γοητευτικά και η αίσθηση ότι υπεισέρχεσαι σε ένα άδυτο της δημιουργίας σταθερά ακαταμάχητη. Οπως στην περίπτωση του δημιουργικού καταφυγίου της Μαρίτσας Τραυλού, χαίρεσαι σαν μικρό παιδί με αυτόν τον μαγικό κόσμο από υλικά και χρώματα και νιώθεις ότι στα φαινομενικά ατελείωτα τετραγωνικά αυτού του λαβυρινθώδους υπογείου στο οικογενειακό κτήμα στις Αφίδνες η διάθεση για σκληρή δουλειά, πειραματισμό και δημιουργία είναι εξίσου ανεξάντλητα. Είναι νομοτελειακά αδύνατον να μην εντυπωσιαστείς από τη δημιουργική «κουζίνα» αυτής της ουσιαστικά αφανούς δημιουργού η οποία, μολονότι είναι μάλλον η μοναδική στην Ελλάδα που δημιουργεί έργα σχεδόν αποκλειστικά από πορσελάνη εδώ και τριάντα περίπου χρόνια, είναι γνωστή σε έναν μικρό κύκλο ανθρώπων της τέχνης.
Εργα αμέριμνης χάρης

«Ναι, είναι η κουζίνα μου, αλλά πάντα περνούσαν λίγοι για να τη δουν και να τη γευτούν» θα πει η κυρία Τραυλού. «Τόσα χρόνια τα έργα ήταν «εσωτερικής κατανάλωσης» γιατί είχα σπόνσορες και πελάτες κατ’ αρχάς το ίδιο μου το σπίτι και τους δικούς μου ανθρώπους». Οι καλεσμένοι στον γάμο της κόρης της Μελίνας σίγουρα θυμούνται ακόμη τις χίλιες πορσελάνινες μπομπονιέρες που είχε φτιάξει η ίδια, μία-μία, αποτυπώνοντας πάνω τους όλη τη μακροπανίδα του κτήματος. Στην τραπεζαρία του σπιτιού της, για παράδειγμα, βρίσκεται ένας υπέροχος τεράστιος καθρέφτης, μια αυτοβιογραφική γλυπτική δημιουργία από τα παιδικά της χρόνια στο παραθαλάσσιο Μοσχάτο, όπου οι μνήμες από τους τεχνίτες της γειτονιάς μπλέκονται με τις τράτες και τις ρεμπέτικες κομπανίες και τον Τσιτσάνη. Είναι δεκάδες τα χρηστικά αντικείμενα που έχει δημιουργήσει μέσα στα χρόνια και με τη συνδρομή των άξιων συνεργατών της, Φώτη Λύκου και Κώστα Παπαδημητρίου. Τραπέζια, σερβίτσια, καθρέφτες, λάμπες γλυπτικής κεραμικής αλλά και μικρότερες ή μεγαλύτερες φόρμες από γκρε (stoneware) αλλά κυρίως από μάζα πορσελάνης την οποία χρωματίζει έπειτα από πολλές δοκιμές με μεγάλες ποσότητες χρωστικής. «Τα έργα της κινούνται με αμέριμνη χάρη ανάμεσα σε αυτούς του δύο πόλους, της τέχνης και της τεχνουργίας, πόλους φαινομενικά συγγενικούς και όμως, τις περισσότερες φορές ιλιγγιωδώς ασύμπτωτους» σημειώνει η διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης-Μουσείου Αλεξάνδρου Σούτζου, Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, στον κατάλογο της έκθεσης που επιτέλους θα κάνει η Μαρίτσα Τραυλού δίνοντας την ευκαιρία σε ένα ευρύτερο κοινό να δοκιμάσει τα εκλεκτά της «εδέσματα».

Αμέτρητες εκρήξεις χρωμάτων
Διότι στο Μουσείο Μπενάκη διοργανώνεται η έκθεση «Μαρίτσα Τραυλού, Κεραμική Γλυπτική 1990-2017» (από 5/10) σε επιμέλεια Τάκη Μαυρωτά, με δουλειά της από την εντατική εργασία της των τελευταίων χρόνων. Δεκάδες, εκατοντάδες αντικείμενα διαρθρωμένα σε ενότητες-εγκαταστάσεις μεταφέρουν όχι μόνο τον κόσμο του εργαστηρίου αλλά και τον ίδιο τον βυθό της θάλασσας. Διαφανή παραβάν με σμήνη μπαρμπουνιών και γαύρων, τεράστιοι αχινοί, αιωρούμενα πολύχρωμα ψάρια, ατέλειωτοι μικροί βάτραχοι διαταγμένοι σαν ένας μικρός πήλινος στρατός, κεραμικοί δισδιάστατοι πίνακες με αναπαραστατικές εκρήξεις χρωμάτων στην επιφάνειά τους. Μικρότερες και μεγαλύτερες γλυπτικές φόρμες από χρωματιστή μάζα πορσελάνης οι οποίες αναπτύσσονται σε σειρές αλλά κάθε μία διατηρεί τη δική της ιδιαιτερότητα. Οπως συμβαίνει στη φύση και στη θάλασσα με την οποία η Μαρίτσα Τραυλού έχει μια αμφίβια σχέση, καθώς βουτάει για ώρες ατελείωτες τα καλοκαίρια στην Ερμιόνη και φωτογραφίζει την πανίδα του υποθαλάσσιου κόσμου την οποία μετά μεταφέρει καλλιτεχνική αδεία στην πορσελάνη.
Δεν της είναι εύκολο να περιγράψει τι είναι εκείνο που τη γοητεύει σε αυτό το υλικό, τόσο πολύ μάλιστα ώστε να δημιουργήσει ένα τόσο προηγμένο εργαστήριο, στην ουσία έναν «ναό» για να το δαμάσει, να το σμιλέψει, να το δοξάσει. «Ισως οφείλεται στην ακρίβεια που χαρακτήριζε τη δουλειά του πατέρα μου, ο οποίος ήταν ένας σπουδαίος τεχνίτης. Ηταν μηχανολόγος περιελικτής μοναδικός στο να λύνει δύσκολα μηχανολογικά προβλήματα. Ηταν πολύ αυστηρός και με την κριτική του, κάθε φορά που του έδειχνα κάτι που έφτιαχνα, μου έδειχνε τα σημεία που έπρεπε να διορθώσω».
Το σίγουρο πάντως είναι ότι «η Μαρίτσα Τραυλού με τη δουλειά και την εμπειρία του υλικού της έχει κατακτήσει το προνόμιο και το χάρισμα να βυθίζεται και να μας βυθίζει. Κι αυτό είναι κάτι που συμβαίνει μόνο όταν υπάρχει εκτόπισμα, όχι «έρμα», που παρασύρει, βουλιάζει και χάνεσαι, αλλά εκτόπισμα καλλιτεχνικό, εκείνο που ακολουθείς γιατί σε μαγεύει και του αφήνεσαι εκτός τόπου και χρόνου» όπως σημειώνει πολύ εύστοχα στον κατάλογο της έκθεσης ο εικαστικός και καθηγητής της ΑΣΚΤ, Νίκος Ναυρίδης.

«Το εργαστήριό μου με έσωσε»
Ξέρει τι λέει ο Ναυρίδης, έχει βάλει εξάλλου το λιθαράκι του, όπως και η εικαστικός Κατερίνα Αποστολίδου για να γίνει αυτή η έκθεση, για να πειστεί η Τραυλού, η οποία απέφευγε συστηματικά τη δημοσιοποίηση έργων της, να δείξει την αθέατη εν πολλοίς δουλειά της. Ολοι τους γνωρίστηκαν τη δεκαετία του ’80, με αφορμή την πρόωρα χαμένη ζωγράφο Γιάννα Χαραχλιάνη, την εποχή που η Τραυλού δούλευε με τη ζωγράφο αφηρημένης τέχνης Γιάννα Περσάκη, σύντροφο του Μίλτου Σαχτούρη, και ζωγράφιζε τα πυκνά σχέδιά της προτού στραφεί στον πηλό και τελικά στην πορσελάνη. «Δεν με ενδιέφερε να δείξω τα έργα μου, να πω, «να, δείτε τι έχω κάνει». Αυτό που μετρούσε πρωτίστως για μένα ήταν η εκάστοτε δημιουργική διαδρομή, καθώς και οι νέες προκλήσεις που βρίσκονται μετά το τέλος της. Επίσης, το γεγονός ότι δεν χρειαζόταν να ζήσω από τα έργα μου, μού επέτρεπε να προχωράω την τέχνη μου κάθε φορά ένα βήμα παρακάτω» θα εξηγήσει η Τραυλού, παραλείποντας να αναφέρει αυτό που είναι ευθύς αμέσως ευδιάκριτο πάνω της: τη σεμνότητά της.
Συνυπεύθυνος για την ετεροχρονισμένη εξωστρέφεια της Τραυλού είναι βέβαια και ένας άλλος Νίκος, ο σύζυγός της και γνωστός εφοπλιστής, δημιουργός της εταιρείας Neptune Lines, ο οποίος πέθανε πριν από τρία χρόνια. Εκείνος πάντα την ενθάρρυνε να αφοσιώνεται στην τέχνη της και πίστευε ότι έπρεπε να επικοινωνήσει τη δουλειά της. Στην απουσία εκείνου οφείλεται και ένα σημαντικό μέρος από τα εκθέματα του Μπενάκη, καθώς η δημιουργία έγινε μια διέξοδος, ένας τρόπος να αντιμετωπίσει η Μαρίτσα Τραυλού την επώδυνη απώλεια. «Ξέρετε, ήμασταν μαζί μια ολόκληρη ζωή. Γνωριστήκαμε στο δημοτικό, παντρευτήκαμε στα 24, έναν χρόνο μετά κάναμε την κόρη μας. Ζήσαμε τα πάντα, βήμα-βήμα, και ανεβήκαμε σκαλοπάτι το σκαλοπάτι. Οταν έφυγε ο άνδρας μου άρχισα να μένω ώρες ατελείωτες στο εργαστήριό μου. Αυτό με έσωσε».

Πού και πότε

«Μαρίτσα Τραυλού, Κεραμική Γλυπτική 1990-2017» στο Μουσείο Μπενάκη της οδού Πειραιώς, από 5/10 ως 19/11.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ