Δυόμισι χρόνια στο τιμόνι του ΔΣ του Εθνικού Θεάτρου, ο Θανάσης Παπαγεωργίου έχει πλέον αποκτήσει και την εμπειρία και τη γνώση ώστε να μπορεί να διακρίνει τα κακώς κείμενα του Δημοσίου και να μιλάει για αυτά, λίγο πριν από την έναρξη της νέας σεζόν.
Αναλαμβάνοντας τη θέση του προέδρου στο Εθνικό, ποιο είναι το πρώτο πράγμα που σαςέκανε εντύπωση;
«Πρώτη φορά δουλεύω στο Δημόσιο. Τα ακούγαμε, τα λέγαμε,αλλά δεν τα φανταζόμουν έτσι. Η πρώτη μου κρυάδα ήταν αυτή η νοοτροπία. Αν και την έχω ζήσει σαν πολίτης, εδώ, τώρα, είναι αλλιώς».


Ισως γιατί τώρα εσείς είστε το Δημόσιο…
«Κατά κάποιον τρόπο… Αλλά η νοοτροπία του εργαζομένου, η νοοτροπία αυτής της μηχανής, μου είναι αδιανόητη. Γιατί εμείς δουλεύοντας σαν ιδιώτες τόσα χρόνια, κάνοντας θέατρο μόνοι μας, βλέπουμε ότι για το ίδιο πράγμα στο Εθνικό χρειάζονται διακόσιοι, αν εξαιρέσεις τους τεχνικούς. Οπότε σκέφτεσαι πόσο εύκολα μπορούν να γίνουν όλα, κι όμως το δυσκολεύουμε. Οταν έμαθα κιόλας ότι από τα έξι εκατομμύρια επιχορήγηση, τα 5.850.000 είναι μισθοδοσία, άρχισα να αναρωτιέμαι, τι νόημα έχει. Δηλαδή το κράτος έχει έναν χώρο για να μισθοδοτεί κάποιους ανθρώπους».
Μέσα σε αυτή τη μισθοδοσία είναι και οικαλλιτέχνες, φαντάζομαι…
«Ελάχιστο κομμάτι μπροστά στο άλλο. Και μιλάμε για έναν χώρο που έχει καλούς μισθούς, με έναν μέσο όρο από 700 ως 1.200 και 1.300 ευρώ».


Ωστόσο οι αμοιβές των ηθοποιών είναι χαμηλές.Στην Κύπρο είναι τριπλάσιος ο αντίστοιχοςμισθός.
«Πάντα ήταν έτσι στην Κύπρο. Είναι αλήθεια ότι το επάγγελμά μας είναι οικονομικά εξαθλιωμένο. Θα μπορούσε να αυξηθεί, αλλά δεν τους θεωρώ χαμηλούς, σε σχέση με την τρέχουσα κατάσταση».
Θεωρείτε την αμοιβή του πρωταγωνιστή, γύρωστα 1.300 ευρώ, υψηλή;
«Το έχουμε συζητήσει κατά καιρούς. Πρέπει να βγάλουμε έναν έκτακτο μισθό για κάποια ονόματα, όπως η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, ο Πέτρος Φιλιππίδης… Και ο μισθός τους να είναι γύρω στις 2.500 ευρώ. Το Εθνικό είχε καθιερώσει κάτι πονηριές, δίνοντας σε σκηνοθέτες επιπλέον αμοιβή για διασκευή, δραματουργία, μετάφραση, ώστε να αυξηθεί ο μισθός. Από τα πρώτα που συναποφασίσαμε με τον Στάθη Λιβαθινό ήταν να το καταργήσουμε αυτό».


Αλήθεια, πώς άλλαξε το κλίμα ανάμεσά σας;
«Το πρόβλημα δεν ήταν ούτε ο Στάθης Λιβαθινός ούτε εγώ. Πιστεύω ότι ο καθένας μας συμπαθεί τον άλλον. Προσωπικά μού είναι πολύ αγαπητός. Οι συνθήκες, ο νόμος όπως λειτουργεί και η συνήθεια που είχε επικρατήσει στο Εθνικό, δημιουργούσαν δυσλειτουργίες. Μέχρι τότε που πήγαμε εμείς στο Εθνικό, όλα τα είχε αναλάβει ο καλλιτεχνικός διευθυντής από τον ίδιο τον πρόεδρο που μπορεί να βαριόταν ή να μην είχε χρόνο. Γινόταν ένα συμβούλιο τον μήνα κι αυτό ήταν προκατασκευασμένο, προαποφασισμένα όλα, έβαζαν υπογραφές και έφευγαν. Δεν γίνεται έτσι. Η διάθεση τότε του Ξυδάκη ήταν «μπείτε και αλλάξτε τα κακώς κείμενα» και «όχι υπερεξουσίες». Γι’ αυτό μπήκαμε. Ως ΔΣ έχουμε την ευθύνη των οικονομικών, όχι των καλλιτεχνικών».
Σας εκφράζει το σημερινό πρόσωπο του Εθνικού;
«Σαν καλλιτέχνη, όχι, δεν με εκφράζει».
Γιατί;
«Κοιτάξτε. Από τη στιγμή που και ο Στάθης και ο Θοδωρής Αμπαζής (σ.σ.: αναπληρωτής καλλιτεχνικός διευθυντής) και εγώ είμαστε καλλιτέχνες, είναι βέβαιο ότι όποιος είχε την καλλιτεχνική διεύθυνση θα έκανε διαφορετικό πρόγραμμα. Μερικές επιλογές του είναι πάρα πολύ καλές. Ψάχνω να βρω την ταυτότητα του Εθνικού, όχι τώρα, εδώ και χρόνια. Δεν είναι θέμα του Στάθη. Μπορεί ο καλλιτεχνικός διευθυντής να διαμορφώσει μια εικόνα αν δεν καθίσει δέκα χρόνια; Το λέγαμε από την αρχή. Μα ισόβιο διευθυντή θα έχουμε; Εντάξει, δεν λέω αυτό. Αλλά πώς αλλιώς θα φτιάξει πρόγραμμα;».


Δηλαδή επί Κούρκουλου πιστεύετε ότι είχε στίγμα;
«Οχι».
Αρα δεν είναι θέμα διάρκειας…
«Ο Λιβαθινός είναι καλλιτέχνης, είναι σκηνοθέτης, έχει άποψη. Εχει τη δυνατότητα και την ικανότητα να έχει στίγμα, αλλά δεν προλαβαίνει. Το ίδιο ισχύει και για τη Σχολή. Αν αλλάζει ο διευθυντής, σημαίνει ότι ενδιαμέσως αλλάζει και το πρόγραμμα για τον σπουδαστή. Για μένα όλα αυτά προέρχονται από την έλλειψη πολιτιστικής πολιτικής της χώρας».


Η Αριστερά έφερε αυτόν τον άλλο αέρα στον πολιτισμό;
«Περιμέναμε να αλλάξει κάτι. Ως προς τους υπουργούς ο Ξυδάκης δεν πρόλαβε, ο Μπαλτάς δεν τα κατάφερε, η Κονιόρδου είναι ακόμα φρέσκια. Είναι πικρή η διαπίστωση και για έναν αριστερό άνθρωπο, ότι από αλλού παίρνονται οι αποφάσεις. Ηταν ολέθριο για το ελληνικό θέατρο να στερηθεί των επιχορηγήσεων. Με όλες τις γκρίνιες και όλα τα λάθη, συνέβαλαν στο να αποκτήσουμε ένα καλύτερο θέατρο. Οπως σήμερα οι επιχορηγήσεις στηρίζουν μια παράσταση, έτσι και η επιχορήγηση του Εθνικού στηρίζει μια μισθοδοσία. Αν δεν πάνε καλά οι παραστάσεις μας, τι θα κάνουμε;».


Μπορεί το Εθνικό να ζήσει με λιγότερους υπαλλήλους;
«Μα όλο το Δημόσιο μπορεί να ζήσει με λιγότερους. Ξέρουμε πολύ καλά πώς γιγαντώθηκε το πράγμα. Ο καθένας έβαζε τους δικούς του. Αρα η δουλειά μπορεί να βγει με λιγότερους, πόσω μάλλον όταν και με τους πολλούς δεν βγαίνει. Αυτή είναι η νοοτροπία. Για παράδειγμα: Πήραμε τον περασμένο Μάρτιο-Απρίλιομια απόφαση ως ΔΣ, ήταν δική μου ιδέα, να βάλουμε φυσικό αέριο, γιατί ξοδεύαμε τόνους πετρέλαιο. Ρώτησα πρόσφατα τι έγινε με το θέμα και μου είπαν, πέντε μήνες μετά, ότι η εταιρεία δεν έχει εξοπλισμό».


Και αναρωτιέστε τι έγινε επί πέντε μήνες…
«Μα αυτή είναι η καρδιά του προβλήματος του Εθνικού. Χρειαζόταν πάντα ένας οικονομικός-διοικητικός αναπληρωτής διευθυντής και νομίζω ότι τώρα τον βρήκαμε, κάποιον που να κυνηγάει τα πράγματα. Ούτε εγώ ούτε ο Στάθης μπορούμε. Εγώ δεν είμαι υπάλληλος. Είμαι άμισθος, γιατί όλοι έχουν παρεξηγήσει πιστεύοντας ότι παίρνουμε παχυλούς μισθούς. Μια αμοιβή της τάξεως των 40 ευρώ ανά συνεδρία… Αστεία πράγματα. Και ο Στάθης παίρνει αστεία λεφτά και ο Θοδωρής το ίδιο».


Τα προβλήματα είναι πραγματικά ή κατασκευάζονται;
«Νομίζω ότι λίγοι άνθρωποι από τους εργαζομένους μέσα στο Εθνικό Θέατρο ξέρουν τι σημαίνει πολιτιστικό προϊόν και πώς αυτό παράγεται. Δεν πουλάμε καρέκλες. Απαιτείται μια διαδικασία που λίγοι την ξέρουν κι έχουν μια πείρα. Πράγματι, ορισμένοι τμηματάρχες είναι ατσίδες στη δουλειά. Αλλά το μεγάλο κομμάτι δεν την ξέρει τη δουλειά και νομίζει ότι αν καθυστερήσει η αίτηση δύο μήνες, δεν χάθηκε κι ο κόσμος. Χάθηκε όμως, δυστυχώς. Είναι η νοοτροπία του πώς θα κερδίσω περισσότερα και πώς δεν θα ασχοληθώ με το τι θα προσφέρω, την οποία εγώ ονομάζω δικτατορία του εργαζομένου. Και δεν μου αρέσει η λέξη δικτατορία, άρα ούτε το σχήμα, αλλά είναι μια πραγματικότητα. Ενας να μη λειτουργήσει, κι ας παίξουν όλοι, ο ηχητικός να μην έρθει, η παράσταση δεν μπορεί να γίνει. Είναι απλό. Οπότε και χρησιμοποιούν αυτό το όπλο ανά πάσα στιγμή και κάτω από την ομπρέλα του εκβιασμού προσπαθείς εσύ να λειτουργήσεις. Είναι ανήθικο. Καταλαβαίνω ότι κάθε εργαζόμενος πρέπει να αμυνθεί. Αλλά με την απεργία του θεάτρου ταλαιπωρείς ένα κοινό…».
Αναφέρεστε σε όλους τους εργαζομένους;
«Οχι. Αναφέρομαι στους συνδικαλιστές. Εκεί είναι η αντιπαράθεση, μια στείρα αντιπαράθεση –σε βλέπει σαν αφεντικό. Αλλά δεν είμαι αφεντικό. Διαχειρίζομαι δημόσιο χρήμα. Αυτό κάνω. Τώρα ανέκυψε ένα καινούργιο πρόβλημα με το ωράριο εργασίας. Είναι 07.30-15.30. Ποιος θα πάει στις 07.30; Το έκανε ο Στάθης οκτώ με τέσσερις. Δεν το δέχονται. Θα ‘χουμε ιστορίες και φασαρίες. Από τους διακόσιους, οι τριάντα-σαράντα είναι αυτοί που αντιδρούν, οι συνδικαλιστές. Και οι άλλοι, οι πολλοί, φοβούνται και δεν αντιδρούν. Και δυστυχώς δεν σπάει αυτό».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ