Ο Παντελής Δεντάκης σκηνοθετεί τον «Κύκλωπα» του Ευριπίδη και εξηγεί την επιλογή του συγκεκριμένου σατυρικού δράματος αλλά και του αμιγώς γυναικείου θιάσου με τον οποίο θα κατέβει στο Μικρό Θέατρο της Αρχαίας Επιδαύρου.
«Διάλεξα τον «Κύκλωπα» γιατί μου είχε φανεί σαν μια αριστοφανική κωμωδία, έτσι όπως την είχα πρωτοδεί από το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος στη σκηνοθεσία του Γιάννη Ρήγα.Οταν το ξαναδιάβασα το καλοκαίρι συνειδητοποίησα πόσο σκληρό είναι. Μιλάει για την ανθρωποφαγία κυριολεκτικά, για την ανθρωποφαγική φύση του ανθρώπου μεταφορικά. Καθώς και για την αυτοκαταστροφική πορεία του ανθρώπινου γένους. Τον άνθρωπο που τρώει τις σάρκες του άλλου, αλλά και τις δικές του. Μου φάνηκε τόσο άγριο και τόσο σκληρό όσο και η χρονική στιγμή που ζούμε. Από αυτές τις στιγμές που είναι αρκετά κρίσιμα και ακραία τα πράγματα. Ας ελπίσουμε ότι αυτή η κρίση, παγκοσμίως, θα σταματήσει εδώ, και εντός μας και εκτός μας.
Εμπνευσμένος από τη Ι’ Ραψωδία της «Οδύσσειας» τoυ Ομήρου, ο «Kύκλωπας» δεν παρουσιάζεται από τον Ευριπίδη ως ένα άγριο τέρας, δεν παρουσιάζεται μονοθεματικά. Τον εμφανίζει ως ένα πλάσμα με άγρια ένστικτα, αλλά έχει και μια ολόκληρη θεωρία την οποία υπερασπίζεται και νοητικά και θεωρητικά. Το ίδιο κάνει και με τον Οδυσσέα, τον οποίο δεν εμφανίζει μόνο ως θύμα, ως τον ξένο ικέτη που προσπέφτει σε έναν ξένο τόπο και ζητάει βοήθεια. Πλάι σε αυτά τον εμφανίζει και ως στρατιωτικό που έχει λεηλατήσει και κατακάψει. Ως έναν εκδικητικό άνδρα.
Αντιστοίχως και τον Σιληνό, τον οποίο εμφανίζει με συμπαθητικά, χαριτωμένα αλλά και αρνητικά στοιχεία. Θα ήταν ο Καραγκιόζης στη σημερινή μας εποχή –αρκετά γραικός, καταπιεσμένος, προσπαθεί καιροσκοπικά να γλιτώσει, να αγνοηθεί, να κερδίσει.
Ο Ευριπίδης εμφανίζει πρόσωπα με θετικά και αρνητικά στοιχεία. Για αυτό και δεν μπορείς να ταυτιστείς με κανέναν απόλυτα. Στο φινάλε του έργου περισσότερο συμπονούμε τον Κύκλωπα, που έχει χάσει το ένα μάτι που είχε, παρά τον Οδυσσέα.
Στην επιλογή ενός αμιγώς γυναικείου θιάσου πλάι στο θεωρητικό κομμάτι υπάρχει και ένα ψυχαναλυτικό. Η αγριότητα και η καταστροφική πορεία της ανθρώπινης φύσης, έτσι όπως καταγράφονται στο έργο, συνδέονται περισσότερο με το ανδρικό φύλο. Και επίσης με τους άνδρες συνδέουμε τις πιο καταστροφικές στιγμές της ανθρωπότητας. Σκέφτηκα λοιπόν ότι το αυτονόητο είναι να το κάνεις με άνδρες. Πώς θα ήταν όμως αν όλη αυτή την αγριότητα εξυπηρετούσε ένα γυναικείο υλικό; Είναι ψευδές και τυχαίο; Ισχύει ότι ο άνδρας είναι κυρίως καταστροφέας και λιγότερο δημιουργός; Θέλησα να θέσω αυτά μου τα ερωτήματα μέσα σε έναν θίασο από γυναίκες, έτσι ώστε να βγουν κάποια συμπεράσματα για την ψυχή.
Σκέφτηκα ότι ένας άνδρας διαθέτει το πηγαίο αλλά και το ένδυμα της αγριότητας ως κάμωμα… Ενώ όταν η γυναίκα αγριέψει, θα αγριέψει πραγματικά.
Στο δικό μας παραμύθι οι ρόλοι παίζονται από γυναίκες. Τόσο απλά. Δεν καμώνονται τους άνδρες. Οπως στα αρχαία χρόνια οι άνδρες έπαιζαν όλους τους ρόλους. Αυτοί οι μύθοι και τα παραμύθια είναι ανοικτά. Δεν θέλουμε το τέρας να φανεί εξωτερικά, αλλά να βγει εσωτερικά. Είναι το αποτέλεσμα μιας συνάντησης με το τερατώδες μέσα μας.
Δουλεύοντας με γυναίκες, τις οποίες αγαπώ πολύ, καταλαβαίνω ότι δεν είναι εύκολο, αλλά προσωπικά συνεννοούμαι καλύτερα. Η παράσταση, με πρωτότυπη μουσική κινείται στο πλαίσιο του παραμυθιού, και γι’ αυτό είναι άχρονη» καταλήγει ο σκηνοθέτης.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ