Ο Εκτoρας Λυγίζος επιστρέφει στις «Βάκχες» του Ευριπίδη και προτείνει για την Επίδαυρο μια νέα παραγωγή σε συνεργασία με το ΔΗΠΕΘΕ Λάρισας. Μέσα από τον διπλό ρόλο του σκηνοθέτη και του υποκριτή ξεδιπλώνει σκέψεις για την παράσταση εν όψει της Επιδαύρου.

«Πράγματι»,
λέει, «είχα ξαναδουλέψει τις «Βάκχες» πριν από τέσσερα χρόνια με τρεις άνδρες ηθοποιούς, στο Θέατρο του Νέου Κόσμου. Συνέχισα ενδιαμέσως να δουλεύω και επί χάρτου πάνω στο έργο και τώρα προχωράμε σε ένα επόμενο στάδιο. Με περισσότερες φωνές και ένα σύνολο ανδρών και γυναικών διαφορετικών ηλικιών.
Η ιδέα υπήρχε εν σπέρματι: Οι αφηγητές, ένας-ένας, μπαίνουν στην αφήγηση της ιστορίας και σταδιακά δημιουργείται μια ομάδα κι εμείς παρακολουθούμε τη διαδικασία διαμόρφωσης ενός χορού. Εδώ έχουμε δύο στρατόπεδα» συνεχίζει: «Από τη μία ο Πενθέας και η πόλη και από την άλλη ο Διόνυσος γύρω από τον οποίο δημιουργείται ένας χορός που ασκεί μια πολλαπλή λειτουργία: Ο Χορός θα τους αφομοιώσει. Οσο για τους ηθοποιούς, μπαίνουν από τον έναν ρόλο στον άλλον, σαν να είναι οι ρόλοι πόρτες που τους επιτρέπουν να μπουν στο έργο. Ετσι μπορεί κάποιος να ξεκινήσει σαν Τειρεσίας και να εξελιχθεί σε κάποιον άλλον».

Η παράσταση εξερευνά τη σύγκρουση ανάμεσα στην ατομικότητα του ήρωα και την πολυφωνία του Χορού, μέσα στη φαντασίωσή τους να μετατραπούν σε Βάκχες. Ο μύθος θέλει τον θεό Διόνυσο να φτάνει στην πόλη με ανθρώπινη μορφή και τον βασιλιά Πενθέα να παλεύει να οχυρώσει τον εαυτό του και το άστυ απέναντι στην έλευση μιας θρησκείας που εξισώνει τους πάντες.

Ως σκηνοθέτης ο Εκτορας Λυγίζος σκοπό έχει «να μπαίνουν τα πράγματα σε ροή, με τρόπο σχεδόν αδιευκρίνιστο. Αυτό που βάζει ουσιαστικά έναν άνθρωπο στη μέση για να σπάσει τις αντιστάσεις του. Ολοι οι αφηγητές ξεκινούν από τη σύγκρουση με τον Πενθέα, ο οποίος έχει τον ρόλο και την αποστολή να υπερασπίζεται τους κανόνες. Και μάλιστα να το κάνει πιο έντονα από όλους τους άλλους ώστε στο τέλος να διαλυθεί…».
Η ιστορία είναι ο ιστός
Η ιστορία βρίσκεται στο επίκεντρο: «Για εμένα, για εμάς, η ιστορία είναι ο ιστός, το πλέγμα. Ξεκινάμε από μια μορφή λιγότερο αναπαραστατική, από τον ραψωδό που στέκεται απέναντι στο κοινό, σαν το μέσο που θα πει την ιστορία. Είναι ένα είδος που θέτει στον πυρήνα του μεμονωμένου ήρωα, του θεατρικού προσώπου, τον Χορό, με ένα πολυπρόσωπο σύνολο που μιλάει με μια φωνή και δραματοποίηση. Νομίζω ότι είναι ένα είδος που μπορούμε να καταλάβουμε σαν χορωδία. Σαν μια μετάφραση με όρους μουσικούς. Αλλωστε στο ανοιχτό θέατρο, ο ήχος είναι καθοριστικό στοιχείο. Η διασκευή των Βακχών έχει συμβεί με την έννοια ότι δεν είναι εμφανής η διάκριση των επεισοδίων και των χορικών. Εχουν μπει τα χορικά μέσα στα ίδια τα επεισόδια, η ιστορία μέσα στην ιστορία» εξηγεί ο σκηνοθέτης-ηθοποιός, έχοντας στα χέρι του τη μετάφραση του Γιώργου Χειμωνά, ένα σχεδόν αυτούσιο θεατρικό έργο «που δίνει λύσεις με πολλή μέριμνα στις εναλλαγές του κειμένου».
Τραγικό πρόσωπο του δράματος η Αγαύη, η μητέρα του Πενθέα: «Η Αγαύη ανήκει στην κορύφωση της δικής μας παράστασης» επισημαίνει. «Ολος ο θίασος και οι οκτώ ηθοποιοί συμμετέχουμε στον σπαραγμό του ήρωα από τις Μαινάδες. Και οι δύο γυναίκες, η Μαρία Πρωτόπαππα και η Αννέζα Παπαδοπούλου, το αφηγούνται. Η Αγαύη για εμένα είναι η εξέλιξη του ίδιου του Πενθέα. Ενδεχομένως, στην αρχαιότητα να ήταν ο ίδιος υποκριτής που έπαιζε τον Πενθέα, και μετά, αλλάζοντας προσωπείο, να γινόταν η Αγαύη. Σαν να είναι εκείνη που του προσφέρει τη λύτρωση».
Ως σκηνοθέτης και ηθοποιός ο Εκτορας Λυγίζος βρίσκεται διαρκώς ενώπιον δημιουργικών ζητημάτων. «Με ενδιαφέρει να είμαι μέσα, επειδή ούτως ή άλλως αυτό που προτείνω δεν το προτείνω ούτε ως σκηνοθέτης ούτε ως ηθοποιός. Είναι μια διαρκής συνδιαλλαγή. Ομολογώ ότι δεν είναι ξεκάθαρη καμία από τις δύο μου ιδιότητες. Ενα κομμάτι με καθοδηγεί ως σκηνοθέτη, ένα άλλο ακολουθεί κι ένα τρίτο βουτάει κι όλα μαζί συνθέτουν τη λειτουργία ενός σώματος πάνω στη σκηνή».
Η σύνδεση της τραγωδίας με το σήμερα, με την επικαιρότητα, είναι κάτι που δεν τον ενδιαφέρει. «Μιλάμε για έργα που βασίζονται σε πρωταρχικούς μύθους, σε μια καθολικότητα. Η δική μου δουλειά στη λεπτομέρειά της είναι να μπει στον πυρήνα των μύθων. Αλλωστε δεν θεωρώ υποχρεωτικό να ανακαλύπτεις την κουζίνα σου» προσθέτει και καταλήγει: «Η Επίδαυρος είναι ένας χώρος που δεν με φοβίζει με τρόπο που να με κάνει να μουδιάζω. Τεχνικά είναι πολύ πιο βοηθητικός από άλλους χώρους. Η θέση, η τοποθεσία, η ηρεμία της λειτουργούν θετικά».

Μια δεκαετία στο θέατρο
Ο Εκτορας Λυγίζος μετρά πάνω από μια δεκαετία στο θέατρο. Πρωτοεμφανίστηκε το 2005 στο Αμόρε και συνέχισε στο Από Μηχανής Θέατρο, στο Bios, στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, στο Εθνικό, στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών… Λίγο νωρίτερα είχε κάνει το ντεμπούτο του στον κινηματογράφο με τη μικρού μήκους ταινία «Εσωτερικό σπιτιού με γυναίκα που καθαρίζει μήλα» (2002). Δέκα χρόνια μετά, με την πρώτη μεγάλου μήκους, «Το αγόρι τρώει το φαγητό του πουλιού» (2012), βραβεύθηκε και διακρίθηκε εντός και εκτός Ελλάδας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ