Δεν υπάρχουν πολλές ελληνίδες τραγουδίστριες που η σύσταση του κοινού τους εκτός των συνόρων της Ελλάδας δεν αποτελείται κυρίως από συμπατριώτες μας μετανάστες. Μία από αυτές είναι σίγουρα η Ελευθερία Αρβανιτάκη, η οποία ταξιδεύει εδώ και δύο δεκαετίες ανά τον κόσμο, πρεσβεύοντας με τη φωνή της τη μουσική παράδοση της χώρας μας και αποκτώντας θαυμαστές χάρη και στο δικό της πολύτιμο ρεπερτόριο. Σε ιστορικά θέατρα και σε μεγάλα φεστιβάλ που αφορούν το είδος που αποκαλούμε world ή ethnic μουσική η δημοφιλής ερμηνεύτρια ξεδιπλώνει τις επιρροές της, εκφράζει το αίσθημα της Ελλάδας και της Μεσογείου με καθαρότητα και δύναμη.
Το απέδειξε ξανά πρόσφατα. Στις 14 Μαΐου συγκεκριμένα η Ελευθερία Αρβανιτάκη έδωσε μια συναυλία στο Μαρόκο, καλεσμένη του Mawazine Festival, του δεύτερου μεγαλύτερου φεστιβάλ στην αφρικανική ήπειρο το οποίο προτείνει κάθε χρόνο καλλιτέχνες από τη διεθνή μουσική σκηνή και μεγάλα ονόματα του αραβικού κόσμου. Εμφανίστηκε στο Εθνικό Θέατρο «Mohammed V» του Ραμπάτ και οι εντυπώσεις του κοινού αλλά και των μουσικοκριτικών και δημοσιογράφων που την άκουσαν ήταν ενθουσιώδεις. Το χάρηκε και η ίδια πολύ, κυρίως γιατί «ένιωσα όταν τελείωσε η συναυλία πως και οι δύο πλευρές, όσοι ήμασταν επάνω στη σκηνή αλλά και αυτοί που μας παρακολουθούσαν από κάτω, βρισκόμασταν σε πλήρη αρμονία» δήλωσε στο «Βήμα της Κυριακής».
Τώρα ετοιμάζεται να επιστρέψει σε γνώριμα λημέρια και συγκεκριμένα στο Royal Festival Hall όπου θα τραγουδήσει στις 30 Μαΐου. Από το 1998, οπότε και εμφανίστηκε στο WOMAD Festival στο Ρέντινγκ στην Αγγλία, όλες της οι εμφανίσεις στη βρετανική πρωτεύουσα (στο Queen Elizabeth Hall το 1999, στο Royal Festival Hall το 2000, στο Barbican Centre το 2002 και το 2008) ήταν sold out. «Είναι η πέμπτη φορά που εμφανίζομαι στο Λονδίνο. Την τελευταία φορά στο Barbican είχαμε κάνει μια συναυλία με τρομερή ένταση και με τρομερό ενθουσιασμό. Το Λονδίνο το αγαπάω ιδιαίτερα, από το Κάμντεν μέχρι το Χόξτον κι από το Νάιτσμπριτζ μέχρι το Κόβεντ Γκάρντεν, δεν ξέρω σε ποια γειτονιά να πρωτοαναφερθώ. Στο Λονδίνο περπατώντας ακούς πλέον συνεχώς ελληνικά. Υπάρχει μια καινούργια γενιά που ζει μόνιμα εκεί. Ακόμη και τις παραγωγές μας τις αναλαμβάνουν πια τα παιδιά που σπούδασαν εκεί το αντικείμενο και οργανώνουν τα events οι ίδιοι –γι’ αυτό και τα τελευταία χρόνια επισκέπτονται το Λονδίνο και αρκετοί καλλιτέχνες της νεότερης γενιάς. Πρόκειται για μια καινούργια πραγματικότητα που έχει δημιουργηθεί» εξηγεί.
Αναρωτιέμαι αν αισθάνεται σε αυτές τις συναυλίες ότι εκπροσωπεί τη χώρα μας. «Την Ελλάδα αισθάνομαι ότι την εκπροσωπώ όταν το κοινό είναι ξένο, εκεί πρέπει να βρεις πώς θα συνδεθείς μέσω της μουσικής με θεατές που δεν καταλαβαίνουν τι τραγουδάς. Οταν είναι κατά βάση Ελληνες –όπως συμβαίνει στην Αγγλία, την Ελλάδα την εκπροσωπούμε όλοι μαζί» μού απαντάει. Μιλώντας μία ημέρα μετά την τρομοκρατική επίθεση στο Μάντσεστερ, μια επίθεση που συνέβη στο τέλος μιας μεγάλης ποπ συναυλίας, δεν γινόταν να μην αναφερθούμε στο τραγικό αυτό γεγονός: «Μου θύμισε αυτό που έγινε στο Μπατακλάν. Δεν έχεις τι να πεις όταν συμβαίνουν τέτοια γεγονότα, μένεις άφωνος. Δυστυχώς φοβάμαι ότι ίσως έχουμε αρχίσει να συνηθίζουμε, ότι μπορεί να λέμε σε λίγο καιρό «άλλη μία τρομοκρατική επίθεση». Η μόνη ουσιαστική αντίδραση ίσως είναι να πούμε «όχι» στον φόβο». «Οχι» στον φόβο λοιπόν, «Ναι» στη μουσική.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ