Στην Ελλάδα δεν κέρδισε την προσοχή που της άξιζε, όμως η ταινία «Η ζωή μιας γυναίκας» («Une vie») του Στεφάν Μπριζέ που προβάλλεται καθημερινά στο Πτι Παλαί του Παγκρατίου (Ριζάρη 24, τηλ. 210-7291.800) είναι μια από τις πιο όμορφες γαλλικές παραγωγές που είδαμε την τρέχουσα σεζόν. Εδώ, ο σκηνοθέτης της άκρως επίκαιρης ταινίας «Ο νόμος της αγοράς» που είδαμε στις αίθουσες το 2015 (επίσης από την ΑΜΑ Films που διανέμει τη «Ζωή») «ξεφυλλίζει» από την αρχή το ομότιτλο μυθιστόρημα του Γκι Ντε Μοπασάν που αναφέρεται στον τρόπο αντιμετώπισης της ζωής από τη Ζαν (Τζουντίτ Σελμά) που βλέπει τα χρόνια να κυλούν μέσα σε ένα πλαίσιο μόνιμης θλίψης και με ελάχιστες στιγμές χαράς (στην Ελλάδα έχει κυκλοφορήσει από αρκετούς εκδοτικούς οίκους με τον τίτλο «Μια ζωή»).
Ο Μπριζέ ανακάλυψε το μυθιστόρημα του Ντε Μοπασάν πολύ πριν να γυρίσει την πρώτη ταινία του, τη μικρού μήκους «Bleu dommage» (1993). Από τότε ήθελε να το μεταφέρει στον κινηματογράφο, «ήταν η πρώτη φορά που είχα την επιθυμία μιας μεταφοράς μυθιστορήματος στο σινεμά» είπε μιλώντας προς «Το Βήμα» τον περασμένο Ιανουάριο στο Παρίσι, όπου η «Ζωή μιας γυναίκας» προβλήθηκε στο πλαίσιο του φεστιβάλ της Unifrance. «Eνιωσα μια περίεργη οικειότητα με την πρωταγωνίστρια της ιστορίας, τη Ζαν. Αυτή η αδερφοσύνη, η εγγύτητα ήταν που τροφοδότησε την επιθυμία μου να κάνω κάποια στιγμή την ταινία».

Από τότε, όποτε ο Μπριζέ τελείωνε κάποια ταινία του η διασκευή του μυθιστορήματος του Ντε Μοπασάν επανερχόταν στο μυαλό του. «Ημουν αρκετά έξυπνος όμως για να την αναβάλλω, διότι μέσα μου δεν είχα λύσει κάποια θέματα που αφορούσαν τη σκηνοθεσία, την κινηματογράφηση και τη δραματική οικοδόμηση της αφήγησης».

Προς τιμήν του ο Μπριζέ παραδέχεται ότι δεν είχε συνειδητοποιήσει πόσο πολύ χρειάζεται κανείς να αναμετρηθεί με τον εαυτό του άπαξ και αποφασίσει να καταπιαστεί με ένα λογοτεχνικό κείμενο τόσο σπουδαίο όσο η «Μια ζωή» του Γκι Ντε Μοπασάν (το οποίο παρεμπιπτόντως γυρίστηκε για πρώτη φορά στο σινεμά το 1958 από τον Αλεξάντρ Αστρίκ με πρωταγωνίστρια τη Μαρία Σελ). «Και όσο πιο πολύ αγαπάς ένα έργο τόσο πιο δύσκολη γίνεται η δουλειά σου. Το ότι ξέρεις το έργο, το ότι νιώθεις «μέσα στα παπούτσια» του δημιουργού, δεν σημαίνει ότι η διασκευή του από σένα θα είναι εύκολη. Τουναντίον! Θα πρέπει να αποστασιοποιηθείς για να μπορέσεις να το κάνεις».


Αυθεντική στα πιστεύω της

Το μυθιστόρημα «Μια ζωή» του Ντε Μοπασάν θεωρείται επηρεασμένο από τον ρεαλισμό του Γκιστάβ Φλομπέρ. Οταν γνωρίζουμε την Ζαν, η ζωή της σφύζει από ευτυχία. Είναι πλούσια και ζει πλούσια, χωρίς όμως να το συνειδητοποιεί πλήρως. Δεν θα περάσει πολύς καιρός όμως για να αρχίσει η κάτω βόλτα. Στη ζωή οι λύπες μας είναι πολύ περισσότερες από τις χαρές. Η απογοήτευση οδηγεί στη θλίψη και από εκεί έρχεται η απόγνωση.


Ομως η Ζαν δεν αλλάζει ποτέ…

«Για μένα η Ζαν δεν είναι θύμα» είπε ο Στεφάν Μπριζέ. «Πολύ πιθανόν αυτή να ήταν η άποψη του Ντε Μοπασάν, ίσως να είχε ενοχληθεί από τη στάση της Ζαν στη ζωή. Αυτό που μου αρέσει στη Ζαν, αυτό που με μάγεψε σε αυτήν είναι η ικανότητά της να μην αλλάζει το συναισθηματικό της «πρόσωπο» απέναντι στους ανθρώπους παρά τα όσα τραβά εξαιτίας τους. Δεν την καταδικάζω για την ανικανότητά της να ωριμάσει, ίσως επειδή αν αυτό γινόταν θα αποπροσανατολιζόταν, θα έχανε αυτόν τον αθώο θετικισμό που τη διακρίνει. Βεβαίως, αν υιοθετούσαμε τη στάση της θα ήμασταν καταδικασμένοι να υποφέρουμε όλη την ώρα. Δεν παύει όμως να είναι αυθεντική, πιστή στα πιστεύω της τα οποία ποτέ δεν εγκαταλείπει. Και αυτό είναι αξιοθαύμαστο αλλά τραγικό την ίδια ώρα. Υπό αυτή την έννοια είναι πολύ κοντά στην αγία διότι δεν έχει επίγνωση του τι κάνει. Τόσο γνήσια είναι!».

Δίνοντας έμφαση στη ζωτική σημασία του χρήματος (κάτι που είχε κάνει και στον «Νόμο της αγοράς»), ο Μπριζέ δομεί όλα τα στάδια αυτής της πορείας προς την κατάθλιψη αυτής της γυναίκας που τελικά ζει μέσα σε ένα πλαίσιο επίπλαστης ασφάλειας αδυνατώντας να διαχειριστεί τον πλούτο. «Πιστεύω πραγματικά ότι οι οικονομικές σχέσεις διαμορφώνουν τις ανθρώπινες σχέσεις στη ζωή μας» είπε ο σκηνοθέτης. «Αποτελούν το βασικό κίνητρο των επιλογών μας στη ζωή. Υπάρχει ένα νόημα στην έννοια του χρήματος που πηγαίνει πολύ μακρύτερα από την ίδια την αξία του χρήματος».

Ωστόσο, όπως συμπλήρωσε, ο οικονομικός παράγοντας δεν αποτελεί γνώμονα στη διαμόρφωση των σεναρίων του. «Ο «Νόμος της αγοράς» περιστρέφεται φυσικά γύρω από αυτήν την ιδέα, όμως για μένα δεν είναι η κινητήρια μηχανή της ταινίας, όσο και αν έτσι φαίνεται. Για μένα ο «Νόμος της αγοράς» μιλά για την απώλεια ανθρωπισμού που μπορεί κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες να προκύψει στη ζωή ενός άντρα. Βεβαίως, αυτή η συγκεκριμένη κατάσταση είναι απόρροια της ανάγκης του να κερδίσει χρήματα. Είναι όμως μόνον το εργαλείο της ιστορίας».


Αποκλειστικά στην αίθουσα Πτι Παλαί (Ριζάρη 24, τηλ. 210-7291.800)

HeliosPlus