Το σενάριο του Μιχάλη Κακογιάννη και η μουσική του Μάνου Χατζιδάκι δεν μπορεί παρά να δημιουργούν ένα εξαιρετικό μείγμα: αυτά είναι τα συστατικά για «Το τελευταίο ψέμα» που βασίζεται στην πένα και στις νότες των δύο κορυφαίων διεθνών ελλήνων δημιουργών και πρωτογνωρίσαμε ως ταινία –με ημερομηνία παραγωγής το 1957.
Με αυτά τα υλικά στο χέρι, ο σκηνοθέτης Ενκε Φεζολάρι ανεβάζει, πού αλλού, στο Ιδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης μια παράσταση με τον ίδιο τίτλο. Τότε ήταν η Ελλη Λαμπέτη και ο Γιώργος Παππάς, και μαζί τους οι Αθηνά Μηχαηλίδου, Μιχάλης Νικολινάκος, Δημήτρης Παπαμιχαήλ, Ελένη Ζαφειρίου. Τώρα είναι μια ομάδα ηθοποιών νεότερης γενιάς που αντιμετωπίζουν το έργο με την ορμή του σήμερα και την ατμόσφαιρα ενός γοητευτικού παρελθόντος.
Τι είναι «Το τελευταίο ψέμα»; Μια καταγραφή της παρακμής και της σήψης μιας κυνικής και επιπόλαιης εύπορης τάξης που ξεπετάχτηκε από τα συντρίμμια της Κατοχής και του Εμφυλίου. Ο Κακογιάννης, με τη ματιά του κοσμοπολίτη Ελληνα, ανατέμνει τις εξελίξεις με την ταχύτητα που αυτές συμβαίνουν μέσα σε μια οικογένεια. Ενας έρωτας βρίσκεται στο επίκεντρο. Κι αν η ασπρόμαυρη ταινία του αποτυπώνει με νεορεαλισμό τη δεκαετία του ’50, η παράσταση βάζει χρώμα για να σηματοδοτήσει τη διαχρονικότητα των καταστάσεων. Μια εποχή ψευδαισθήσεων φθάνει στο τέλος της –και τότε και τώρα και πάντα… Το ψέμα παραμένει το βασικό συστατικό.
Στην παράστασή του ο Ενκε Φεζολάρι μπλέκει το σενάριο με τις επιπλέον σκηνές που δεν είχαν συμπεριληφθεί στην ταινία. «Πρόκειται για μια ιστορία που διατηρεί δυναμικά στον χρόνο τη δραματικότητα και τον ρεαλισμό εκείνης της εποχής. Μιας εποχής όπου συνοικίες ψυχών ονειρεύονται και παλεύουν για ένα κομμάτι ψωμί, ξεπεσμένες ζωές αγωνίζονται να μην ξεπουληθούν τελείως, χρεοκοπημένοι άνθρωποι είναι βουτηγμένοι στο ψέμα και στα προσχήματα. Η ηθική καταρρέει μπροστά στα προβλήματα, και μαζί της καταρρέει μια εύπορη τριμελής οικογένεια που βρίσκεται στα όρια της χρεοκοπίας καταφεύγοντας σε μια σειρά από ψέματα για να διαφυλάξει τη φήμη της. Σήμερα, που όλες οι αξίες είναι σε κρίση, τα διάφορα ερωτήματα γεννιούνται: Μπορεί κάποιος να πετύχει τον σκοπό του χωρίς ηθικές εκπτώσεις; Μέχρι πού μπορεί να φθάσει κανείς; Υπάρχει γυρισμός;». Στο επίκεντρο της ιστορίας βρίσκεται μια εύπορη οικογένεια που έχει πια χρεοκοπήσει και προσπαθεί να διασωθεί μέσω του πλούσιου γάμου της κακομαθημένης κόρης. Κι ας είναι εκείνη ερωτευμένη με κάποιον άλλο, δεν δυσκολεύεται να κάνει την επιλογή, μια επιλογή συμβιβασμού που θα τη φέρει ουσιαστικά αντιμέτωπη με τον βαθύτερο εαυτό της.

Αντώνης Φραγκάκης

«Ο Γαλανός είναι αυτό που λέει το όνομά του»

«Είδα την ταινία κάπως βιαστικά και ομολογώ ότι δεν την κατάλαβα. Οταν όμως άρχισε να μας την εξηγεί η δραματουργός, τότε την είδα με άλλα μάτια. Ομολογώ ότι συμμετέχω σε μια παράσταση χωρίς πολλή σκέψη, κυρίως γιατί ξέρω κάποιους από τους συντελεστές. Το τελευταίο πράγμα που κοιτάω είναι ο ρόλος μου.
Στην προκειμένη περίπτωση, όταν το ξαναδιάβασα μου άρεσε πολύ το γεγονός ότι στην υπόθεση εντάσσει ο Κακογιάννης τη σημασία που έχει το χρήμα για τις σχέσεις των ανθρώπων. Οτι κάποιος δεν είναι καλός σύζυγος γιατί αγαπάει αλλά γιατί έχει λεφτά. Ισως επειδή πιστεύουμε την καλή πλευρά του εαυτού μας, είμαστε ιδεαλιστές και έχουμε αισθήματα, δεν παραδεχόμαστε πόσες φορές κάνουμε πράγματα από προσωπικό συμφέρον… Στις δικές μας κοινωνίες είναι πολύ αληθινό αυτό –γενικότερα είναι διαχρονικό.
Ο Κακογιάννης ήταν πολύ μπροστά για τα ελληνικά δεδομένα. Ενα έργο όπως αυτό θα ήταν κατανοητό να έχει γραφτεί σε κάποια άλλη χώρα. Μεγάλωσα με κάποιες αξίες –τη σημασία της δουλειάς, την απαξίωση κάποιου που έχει λεφτά αλλά είναι κλέφτης… Θα έλεγα ότι «Το τελευταίο ψέμα» είναι ένα προφητικό έργο. Σήμερα η σχέση μας με το χρήμα είναι ιδιαίτερη, οικεία. Οταν το χρήμα καθιερώνεται ως απόλυτη αξία, τότε η περίοδος αυτή είναι περίοδος παρακμής.
Ο Γαλανός είναι αυτό που λέει το όνομά του: Ουρανός, σιέλ, γαλάζιος, αισιοδοξία, άνοιγμα. Στο έργο τον βλέπουμε μόνο σαν ξένο. Δεν ξέρουμε τίποτα γι’ αυτόν, εκτός από τη δουλειά του. Εχει θετικά χαρακτηριστικά, η παρουσία του τη γειώνει».

Νικόλ Δημητρακοπούλου
«Η Χλόη έχει τη θλίψη του κακομαθημένου»
«Σίγουρα ο ρόλος είναι μια πολύ μεγάλη πρόκληση αλλά είναι πάντα σε συνδυασμό με το έργο, τους συντελεστές. Ομολογώ ότι «Το τελευταίο ψέμα» έχει δυστυχώς ομοιότητες με το σήμερα. Το ζήτημα των χρημάτων και ο ρόλος τους στη ζωή μας είναι τόσο σύγχρονα και αληθινά.
Το σημαντικό σε αυτή την ταινία είναι για την εποχή της η ματιά του Κακογιάννη στο θέμα: Το βλέπει απ’ έξω, βλέπει απ’ έξω τι συμβαίνει μέσα.
Ακόμα ψάχνω να βρω τη Χλόη… Δεν είναι το πώς μεγάλωσε, αυτό είναι ένα στοιχείο. Εμαθε να μπορεί να κάνει ό,τι θέλει, θεωρώντας ότι το μέλλον θα της ανταποδώσει όλα αυτά. Η Χλόη ανήκει σε μια υψηλή κοινωνική τάξη και πιστεύει ότι ο γάμος με έναν πλούσιο που θα αγαπήσει είναι η συνέχεια στη ζωή της. Είναι κακομαθημένη. Κι όμως όταν χρειαστεί να διαλέξει δεν επιλέγει τον έρωτα, αλλά κάποιους άλλους όρους. Κάνει μια συνειδητή επιλογή και αυτό είναι το τραγικό που την αλλάζει μέσα της.
Ως ηθοποιός βλέπω τη Χλόη με ενδιαφέρον γιατί σου παρέχει μια μεγάλη γκάμα συναισθημάτων και μέσων που πρέπει να χρησιμοποιήσεις. Δεν έχει να κάνει αν θα ταυτιστείς ή όχι μαζί της. Είναι μια αναγνωρίσιμη γυναίκα, αλλά έχει μέσα της κάτι σχεδόν το διπολικό. Τη βαθιά θλίψη του κακομαθημένου κοριτσιού και τη ματαιότητα που το συνοδεύει όλο αυτό, ένα κενό… Κάποιες στιγμές το συνειδητοποιεί και το ψάχνει μέσα της».
H TAYTOTHTA THΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
Σκηνοθεσία – Μουσική επιμέλεια: Ενκε Φεζολάρι
Δραματουργική επεξεργασία: Ναταλί Μηνιώτη
Σύμβουλος κειμένου: Μαρία Σκαφτούρα
Σκηνικά – Κοστούμια: Γιώργος Λυντζέρης
Φωτισμοί: Νίκος Συρίγος
Παίζουν: Αντώνης Φραγκάκης, Αθηνά Τσιλύρα, Νικόλ Δημητρακοπούλου, Αλεξ Κάβδας, Βέφη Ρέδη κ.ά.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ