Τα τελευταία χρόνια ο Vassilikos δεν εμφανίζεται συχνά στην Ελλάδα. Ο εορτασμός μιας επετείου ωστόσο, της συμπλήρωσης δέκα χρόνων λειτουργίας του gazarte, τον φέρνει στη δημοφιλή main stage του πολυχώρου της Βουτάδων, για δύο «συλλεκτικές» συναυλίες, στις 27 Ιανουαρίου και στις 3 Φεβρουαρίου. Τη σκηνή θα μοιραστεί με τον Βασίλη Τριανταφυλλόπουλο (πιάνο-συνθεσάιζερ), έναν από τους πιο κοντινούς συνεργάτες του στη μετά-Raining Pleasure φάση της καριέρας του, αλλά και με έναν καινούργιο συνεργάτη, τον Γιώργο Γραμμόζη (ηλεκτρική κιθάρα). Θα ερμηνεύσει με τη θαυμαστή εσωτερικότητα και την υπόκωφη έντασή της φωνής του τραγούδια που όλοι περιμένουμε να ακούσουμε (Raining Pleasure, Χατζιδάκι, Τσιτσάνη, Λέοναρντ Κοέν, διασκευές από το «χρυσό» Vintage) και θα μας δώσει την ευκαιρία να πάρουμε μια γεύση από τα καινούργια του (αγγλόφωνα) κομμάτια. «Δεν θα υπάρξει κάποια φοβερή έκπληξη. Ο καθένας που γράφει μουσική δεν αλλάζει πάρα πολύ τον τρόπο που συλλαμβάνει ιδέες και τις κάνει τραγούδια, αυτό που έχει διαφορά όμως στη δική μου περίπτωση είναι ο ήχος, σαν προσέγγιση, σαν παραγωγή, σαν ενορχήστρωση – υπάρχει έντονο το ηλεκτρονικό στοιχείο, χωρίς να έχουν χάσει οι κιθάρες τον ρόλο τους. Τα τελευταία χρόνια έχω εξερευνήσει πολύ το πεδίο της ηλεκτρονικής μουσικής. Οι στίχοι παραμένουν βιωματικοί, η εμμονή μου με τα λογοπαίγνια είναι πιο εμφανής αυτή τη φορά», λέει σχετικά με το νέο του υλικό.

Ο πολυτάλαντος καλλιτέχνης (τραγουδιστής, μουσικός, συνθέτης, στιχουργός) ζει την τελευταία εξαετία στο Λονδίνο, όπου ασχολείται με την κινεζική ιατρική, ως βελονιστής σε μια μεγάλη κλινική, και διδάσκει μουσική σε παιδιά. «Εχω πάρει μια απόσταση από τη ζωή στην Ελλάδα γιατί ασχολούμαι με τελείως άλλα πράγματα, η καθημερινότητά μου είναι τελείως διαφορετική και δεν μου μένει χρόνος να ενημερώνομαι πλήρως για τις εξελίξεις εδώ», απαντά όταν τον ρωτάω αν τώρα που ζει μακριά από τη μητέρα-πατρίδα έχει πιο καθαρή, νηφάλια εικόνα για την κατάστασή στη χώρα μας. Για τα μεγάλα διαστήματα απουσίας του από τις ζωντανές εμφανίσεις υπάρχει εξήγηση: «Για πάρα πολλά χρόνια ένιωθα κάτι σαν αμφιβολία για το αν πραγματικά θέλω να συνεχίσω να είμαι αυτό που ήμουν και για το αν θέλω να κάνω μουσική με τους ίδιους ρυθμούς. Νομίζω πως έχω απομακρυνθεί κάπως από όλα αυτά, από επιλογή, με είχαν κουράσει διάφορα πράγματα. Η απόφαση να ασχοληθώ τόσο βαθιά με κάτι άλλο δεν ήταν τυχαία. Βλέποντας τη σχέση μου με τη μουσική να φθείρεται, δεν ήθελα να γίνω σαν κάτι ανθρώπους που δεν μου αρέσουν γιατί βλέπω σε αυτούς λύσσα για επιτυχία, η οποία συνοδεύεται από πιο πολλά άσχημα απ’ότι όμορφα. Είναι πολύ σκληρό να αγαπάς κάτι και να θέλεις να το κάνεις όσο πιο γνήσια γίνεται, όμως να πρέπει να βρεις την ισορροπία να προσαρμοστείς στις συνθήκες, που τι να κάνουμε αυτές είναι, και να ζεις κιόλας από αυτό. Εχω χωρίσει από αυτή τη διαδικασία ουσιαστικά, δεν μπορούσα να συνεχίσω έτσι. Κι αν αυτό σημαίνει ότι θα εμφανίζομαι πιο σπάνια ή καθόλου, ας είναι». Το επόμενο άλμπουμ του θα κυκλοφορήσει, κατά πάσα πιθανότητα, μέχρι το τέλος του έτους και θα έχει, πιθανώς, τίτλο εμπνευσμένο από κάτι που είδε στο όνειρό του. «Είναι τρεις λέξεις που ηχούν ωραία, είναι πάρα πολύ αφηρημένες και κάτι κάνουν μέσα στο κεφάλι μου». Να υποθέσουμε ότι έχει δώσει αβάντα στο υποσυνείδητό του; «Δεν ξέρω αλλά πιστεύω ότι αξίζει να εξερευνήσουμε όλοι το υποσυνείδητό μας, είναι ίσως ένα πεδίο πιο υπαρκτό από αυτή την πλάνη που ονομάζουμε καθημερινότητα, ρουτίνα, δουλειά, χρήματα, όλα αυτά τα οποία χωρίς να το καταλαβαίνουμε χρησιμοποιούμε σαν δικαιολογίες για να μην κοιτάξουμε μέσα μας».