Μπορεί η χρονιά που μόλις εξέπνευσε να ήταν «έτος Γιάννη Μόραλη», όμως το 2017 ξεκινάει με ένα αφιέρωμα στον καλύτερό του φίλο, τον Νίκο Νικολάου (1909-1986). Από τις αρχές Φεβρουαρίου το Μορφωτικό Ιδρυμα Εθνικής Τραπέζης πρόκειται να παρουσιάσει στο κοινό μια έκθεση με 300 περίπου σχέδια του σπουδαίου ζωγράφου από όλο το φάσμα της τέχνης και της καριέρας του. Από τη δεκαετία του ’30, όπου ο Νικολάου ζωγράφιζε τοπία, ως επί το πλείστον, και εκφραζόταν μέσα από τον γερμανικό απόηχο του ιμπρεσιονισμού, που είχε μάθει κοντά στον δάσκαλό του στην Καλών Τεχνών, Ουμβέρτο Αργυρό, μέχρι τη δεκαετία του ’70, όπου είχε κατακτήσει πλέον το προσωπικό του ιδίωμα με τις αυστηρές φόρμες. Μαζί και προσχέδια από το τοιχογραφικό του έργο, το οποίο είναι το εκτενέστερο έλληνα ζωγράφου και περιλαμβάνει μεταξύ άλλων δύο έργα στην Πάντειο Σχολή (την αίθουσα τελετών και το εντευκτήριο των φοιτητών) και το θέατρο Μουσούρη, αλλά και προσχέδια από τις 27 σκηνογραφικές δουλειές του, καθώς ο Νικολάου φιλοτέχνησε σκηνικά και κοστούμια για το Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν, το Ελληνικό Χορόδραμα της Ραλλούς Μάνου, το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, καθώς και για παραστάσεις αρχαίου δράματος. Ολα προέρχονται από το Ιδρυμα Νίκου Νικολάου και τη συλλογή Διονύση Φωτόπουλου.
Σχέδια, προσχέδια και δύο έργα εκτός γραμμής
Η έκθεση θα συνοδεύεται από πλούσιο κατάλογο και διοργανώνεται στο πλαίσιο του εκθεσιακού-εκδοτικού προγράμματος του ΜΙΕΤ που είναι αφιερωμένο στα σχέδια, την πιο υποτιμημένη, υπό μια έννοια, πλευρά του έργου ελλήνων ζωγράφων. Υστερα λοιπόν από τον Δημοσθένη Κοκκινίδη, αλλά και αρκετά χρόνια μετά τον Μόραλη, ο οποίος είχε την τιμητική του το 2008, ήρθε η σειρά του Νίκου Νικολάου. Οπως εξηγεί ο επιμελητής της έκθεσης και διευθυντής του ΜΙΕΤ κ. Διονύσης Καψάλης, «ως ίδρυμα προσπαθούμε να δώσουμε έμφαση στο σχέδιο γιατί πρώτον, κατ’ αυτόν τον τρόπο μπορεί να στήσουμε μια καλή συλλογή ελπίζω και δεύτερον, γιατί πιστεύουμε ότι φανερώνουν πολλά για τον ζωγράφο όταν είναι καλός σχεδιαστής. Και ο Νικολάου υπήρξε καλός σχεδιαστής».
Ωστόσο, εκτός από τα σχέδια και τα προσχέδια στο ΜΙΕΤ θα περιλαμβάνονται και δυο έργα εκτός «γραμμής» του εκθεσιακού προγράμματος, συγκεκριμένα δυο ελαιογραφίες από την πρώιμη δημιουργική φάση του Νικολάου. «Το ένα το φιλοτεχνεί σε μια εποχή που φαίνεται ότι τον ενδιαφέρουν και τα κοινωνικά ζητήματα, καθώς ζωγραφίζει σε αυτό εργάτες, κάτι που δεν μας έχει συνηθίσει. Το άλλο είναι ένα πορτρέτο. Πρόκειται για την πιο τεκμηριωμένη παρουσίαση των σχεδίων του, στο σύνολό τους σχεδόν αδημοσίευτα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και η διαφημιστική δουλειά του για την καπνοβιομηχανία Κεράνη. Το πακέτο των τσιγάρων «Δελφοί» το είχε σχεδιάσει ο Νικολάου και στην έκθεση θα παρουσιάσουμε και έξι μεγάλες ρεκλάμες σε τσίγκο» σχολιάζει ο Καψάλης.
Αυτό που εντυπωσιάζει στη δουλειά του Νικολάου είναι η βαθιά τομή στο έργο του, η οποία παρατηρείται το 1948 στην έκθεσή του στην αίθουσα τέχνης «Ρόμβος», από όταν δηλαδή αρχίζει να ζωγραφίζει με εντελώς διαφορετικό τρόπο, τόσο όσον αφορά τη θεματολογία του (από τα τοπία στρέφεται αποκλειστικά στην ανθρωπομορφική ζωγραφική και την αγάπη του για τη γυναικεία μορφή) και την τεχνοτροπική απόδοση (από τον γερμανοτραφή ιμπρεσιονισμό α λα Μαξ Λίμπερμαν στην προσπάθεια συνδυασμού της αρχαίας ελληνικής τέχνης με τη μοντέρνα τέχνη της εποχής, όπως για παράδειγμα το έργο του Ματίς). «Αν δεν ξέρεις τη δουλειά του και πρωτοδείς τα έργα του στις δύο φάσεις, πριν και μετά το ’48, νομίζεις ότι πρόκειται για δυο διαφορετικούς ανθρώπους, τόσο απότομη ήταν η αλλαγή στην τεχνοτροπία του. Ο Νικολάου τελικά κάνει μια ζωγραφική στην οποία υπερτερεί το σχέδιο έναντι του χρώματος, κάτι που δεν ισχύει με τον Μόραλη, όπου η ζωγραφική είναι ισότιμη με το χρώμα» εξηγεί ο γιατρός και μελετητής της τέχνης και της νεοελληνικής ζωγραφικής κ. Νίκος Παΐσιος.

Νικολάου – Μόραλης, δύο αδελφικοί φίλοι
Με αυτή την έκθεση είναι σαν να αποκαθίσταται λίγο και μια μικρή αδικία, το γεγονός δηλαδή ότι ο Νικολάου συγκριτικά με τον Μόραλη είναι, αν όχι πολύ, αρκετά παραγνωρισμένος, αν και σίγουρα πολύ περισσότερο προβεβλημένος από τον τρίτο φίλο της παρέας, τον Ερρίκο Φραντζισκάκη, τον πιο ολιγογράφο ζωγράφο της ελληνικής τέχνης. Νικολάου και Μόραλης γνωρίστηκαν από νεαρότατη ηλικία και έκτοτε ήταν αχώριστοι. «Εχουν πολλές διαφορές μεταξύ τους αλλά ίσως ήταν αδελφοποιτοί γιατί αλληλοσυμπληρώνονταν. Ο Μόραλης ήταν πολύ καλός στο σχέδιο, ενώ ο Νικολάου αγωνίστηκε για να το κατακτήσει. Δεν είχε πλούσιο θεωρητικό υπόβαθρο, ήταν ένας ζωγράφος που λειτουργούσε με το ένστικτο» σχολιάζει ο Νίκος Παΐσιος.
Η Πέγκυ Ζουμπουλάκη τους έζησε και τους δύο από κοντά. Τον Νικολάου τον πρωτογνώρισε μετά τον γάμο της με τον Τάσο Ζουμπουλάκη το ’64, καθώς ο ζωγράφος είχε εκθέσει δουλειά του στο υπόγειο του καταστήματος με τις αντίκες των Ζουμπουλάκη της οδού Κριεζώτου 3. Αργότερα έμελλε να γίνουν και συγγενείς, καθώς ο Νίκος Νικολάου παντρεύτηκε την αδερφή του Τάσου Ζουμπουλάκη, Αγγέλα. «Ο Μόραλης και ο Νικολάου δεν ήταν απλώς φίλοι, ήταν αχώριστοι, και ο ένας δεν μπορούσε να κάνει χωρίς τον άλλον. Για να είμαι απόλυτα ειλικρινής, εκείνος που δεν μπορούσε να κάνει καθόλου δίχως τον άλλον ήταν ο Μόραλης χωρίς τον Νικολάου. Ο Νίκος Νικολάου ήταν πολύ πιο ελεύθερο πνεύμα και ιδιοσυγκρασία. Ηταν εκείνος που πρωτοεγκαταστάθηκε στην Αίγινα το 1952 και έφερε και τον Μόραλη και κρατούσε τη φιλία ζωντανή, όχι μόνο μαζί του, αλλά και με την παρέα διανοουμένων που σχηματίστηκε στο νησί, στην οποία εκτός από ζωγράφους και γλύπτες ήταν και ο Ελύτης, ο Χατζηδάκης. Ολοι περνούσαν από το σπίτι του Νικολάου, ήταν σαν ένα πνευματικό κέντρο, και μέσα από θαλπωρή της φιλοξενίας του συζητούσαν, τσακωνόντουσαν, γελούσαν. Με τον Νίκο δεν ήξερες πού άρχιζε η τέχνη του και η ζωγραφική του και πού τελείωνε η τέχνη της ζωής».

Η έκθεση με τα σχέδια και τα προσχέδια του Νίκου Νικολάου φιλοξενείται από τις αρχές Φεβρουαρίου στο Μέγαρο Εϋνάρδου, Αγίου Κωνσταντίνου 20 και Μενάνδρου.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ