Στο βιβλίο «Οι μουσικές μου διαδρομές… μπροστά και πίσω από τα φώτα» ο Φίλιππος Παπαθεοδώρου αφηγείται τα γεγονότα και τις καταστάσεις που έζησε την περίοδο των περίπου 60 χρόνων στον κόσμο της showbiz. Αρχικά ως καλλιτέχνης και στη συνέχεια ως παραγωγός της δισκογραφίας και εκδότης.
Η μουσική αυτή πορεία ξεκίνησε από τα πρώτα χρόνια του Ωδείου και τη συγκρότηση του Τρίο Καντσόνε. Συνεχίστηκε με τη δημιουργία της ορχήστρας των «Αθηναίων» και την επιτυχή έξοδό τους στην Ευρώπη. Ακολούθησε ησυνεργασία τους με τη Νάνα Μούσχουρη, που συνέβαλε τα μέγιστα στη διεθνή καταξίωσή της. Με την επιστροφή του στην Ελλάδα, εγκαταλείπει «τα φώτα και το χειροκρότημα»και περνάει«πίσω» από αυτά, αναλαμβάνοντας τηδιεύθυνση παραγωγής της Polygram όπου καταγράφει επιτυχίες,παράγοντας δίσκους-σταθμούς στην ελληνική δισκογραφία όπως ο «Αγιος Φεβρουάριος», το «Ρεσιτάλ», ο «Δρόμος για τα Κύθηρα», η «Αλβανία» κ.ά.
Μετά από ένα μικρό πέρασμα από την ΕΜΙ-Columbia και τη Minos, ιδρύει και οργανώνει ανεξάρτητη εταιρεία δίσκων τη Symphony Records.Η αποχώρησή του από τη Symphony σηματοδοτεί συγχρόνως και την οριστική αποχώρησή του από τη δισκογραφία. Τελευταία του δραστηριότητα, η δημιουργία εκδοτικής εταιρείας μουσικών βιβλίων με την ονομασία Μουσικές Εκδόσεις Arco.
Διαβάζοντας απλώς και μόνο το παραπάνω σύντομο βιογραφικό του Φίλιππου Παπαθεοδώρου και λίγο να σε ενδιαφέρει η μουσική, και μόνο ακουστά να έχεις το Τρίο Καντσόνε, ή το «Ρεσιτάλ» με τους Κώστα Χατζή και Μαρινέλλα, δεν μπορείς να μείνεις ασυγκίνητος μπροστά σε ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της ιστορίας της ελληνικής μουσικής που ξεδιπλώνει στις 400 και πλέον σελίδες της αυτοβιογραφίας του. Μέσα από την εξιστόρησή του μπορεί να αντιληφθεί κανείς την πορεία της ελληνικής μουσικής από τη δεκαετία του ’50 έως το πρόσφατο παρελθόν και να βγάλει τα συμπεράσματά του.
Ο Φίλιππος Παπαθεοδώρου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, από μικρός έδειξε την κλίση του προς τη μουσική. Ενδεχομένως να έπαιξε ρόλο ο θείος του Βασίλης. Μηχανικός αυτοκινήτων αποφάσισε να μεταναστεύσει στη Βραζιλία και άφησε στον ανιψιό του την κιθάρα του για να τον θυμάται. Νωρίτερα ο σπόρος είχε… φυτευτεί από μια ηλικιωμένη Ρωσίδα. Εμενε στη γειτονιά του και έπαιζε πιάνο. Κάποια μέρα κοντοστάθηκε στο κατώφλι του σπιτιού της, της χτύπησε την πόρτα και τη ρώτησε αν παραδίδει μαθήματα πιάνου. Του έδειξε τα βασικά.
Σε ένα πάρτι της εποχής, ο Φίλιππος Παπαθεοδώρου συναντιέται με τον Γιώργο Πετσίλα και με τις κιθάρες τους αρχίζουν να παίζουν και να τραγουδούν. Στην παρέα προστέθηκε ο Γιώργος Υφαντής –δεν έπαιζε κάποιο όργανο –αλλά ήταν εκείνος που τους βάφτισε ως Τρίο Καντσόνε. Οταν τα πράγματα άρχισαν να σοβαρεύουν, ο Γ. Υφαντής αντικαταστάθηκε από τον Κώστα Τρούπτσιο και η απογείωση της παρέας μόλις είχε αρχίσει. Παρόντες σε διαγωνισμό ταλέντων του Γιώργου Οικονομίδη στο κέντρο «Χαβάη» της Θεσσαλονίκης, κερδίζουν την πρώτη τους χρυσή λίρα αλλά επειδή κανείς δεν μπορούσε να τους τη χαλάσει γύρισαν σπίτια τους με τα πόδια. Ακολουθεί η κάθοδός τους στην Αθήνα, η αποθεωτική τους εμφάνιση στο Αλσος Παγκρατίου και η γνωριμία τους με τον Φώτη Πολυμέρη που λέει στην αυτοβιογραφία του: «Αυτό για μένα ήταν το τελειότερο τρίο».
Πολλές εμφανίσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, χρειάστηκαν να παρθούν αποφάσεις ζωής και κάπου εκεί μπαίνουν στη ζωή τους η Νάνα Μούσχουρη και ο Μάνος Χατζιδάκις. Ο τελευταίος τούς βαφτίζει Αθηναίους. Στο τρίο προστέθηκαν οι μουσικοί Σπύρος Λιβεριάτος και Κλεάνθης Μανταμόπουλος και ως ορχήστρα δοκιμάζουν την τύχη τους στην Ευρώπη. Οι επιτυχίες διαδέχονται η μία την άλλη. Παρ’ όλα αυτά όμως, αποφασίζουν να αλλάξουν ακόμη μία φορά ρότα και να συνεργαστούν με τη Νάνα Μούσχουρη, αλλάζοντας συγχρόνως και το σχήμα επιστρέφοντας στο φωνητικό και κιθαριστικό όχι τρίο αλλά κουαρτέτο.
O Φίλιππος Παπαθεοδώρου στην αυτοβιογραφία του δεν τα ωραιοποιεί όλα. Στέκεται στις σχέσεις του με τη Νάνα Μούσχουρη όταν πήρε την απόφαση με τη σύζυγό του να γυρίσουν στην Ελλάδα. Και δεν κρύβει τα λόγια του: «(…) Οσο για τους Αθηναίους το συγκρότημα που την έβγαλε από τη μετριότητα, την οδήγησε στην κορυφή και την έκανε βεντέτα, ακούστε τι βρήκε μόνο να πει σε μια βιογραφία της τετρακοσίων σελίδων […] Οι Αθηναίοι ήταν καλοί και ενθουσιώδεις μουσικοί, μια παρέα από Ελληνόπουλα που χαιρόμουν να είμαι μαζί τους στη σκηνή […]. (…) Η «μεγαλοσύνη» της υπήρξε πράγματι συγκινητική. Το κερασάκι στην τούρτα αποτελεί βέβαια το φωτογραφικό υλικό τής βιογραφίας της, όπου η παντελής απουσία μας είναι κραυγαλέα…».
Mετά την «περιπέτειά» του με τους Αθηναίους, ο Φίλιππος Παπαθεοδώρου θα υπηρετήσει τη μουσική από διαφορετικό πόστο: Συνεργασίες με τον Δήμο Μούτση, τον Δημήτρη Μητροπάνο, τον Μάνο Ελευθερίου, τον Μίμη Πλέσσα, τον Κώστα Χατζή και τη Μαρινέλλα, τον Πασχάλη και τόσες άλλες έχουν σφραγίσει με τον έναν ή τον άλλον τρόπο την πορεία της ελληνικής μουσικής.

«Ρεσιτάλ»: το χρονικό μιας μεγάλης βραδιάς
Από τα σημαντικότερα «κεφάλαια» στην ιστορία της ελληνικής μουσικής είναι το «Ρεσιτάλ» των Κώστα Χατζή και Μαρινέλλας. Παραγωγός ο Φίλιππος Παπαθεοδώρου και η ιστορία έχει ενδιαφέρον: «Το να κατορθώσεις να ταιριάξεις δύο καλλιτέχνες όπως τη Μαρινέλλα με τον Χατζή δεν ήταν μια εύκολη υπόθεση. Ο Χατζής των μπουάτ της Πλάκας με τις κοινωνικές μπαλάντες και η Μαρινέλλα των μεγάλων κοσμικών κέντρων, γνήσια εκπρόσωπος του ελαφρολαϊκού τραγουδιού, ήταν δύο πράγματα τελείως ασύνδετα. Αλλο το κοινό του Χατζή και άλλο της Μαρινέλλας. Οσοι άκουγαν ότι επίκειται συνεργασία αυτών των δύο προεξοφλούσαν καλλιτεχνική αποτυχία. Εγώ, που ήξερα την αγάπη και τον θαυμασμό που έτρεφαν ο ένας για τον άλλον, ήμουν βέβαιος ότι το εγχείρημα θα είχε θετική εξέλιξη. (…)

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ