«Η Ελλάδα βρίσκεται πάντα μέσα στο αφτί μου» ομολογεί ο Σεργκέι Πολούνιν, «περισσότερο από όσο βρίσκονται άλλες χώρες. Ισως το ίδιο να συμβαίνει και με την Πορτογαλία. Ο συναισθηματικός δεσμός μου με αυτές τις δύο χώρες είναι μεγάλος και δεν νομίζω ότι θα αλλοιωθεί ποτέ». Η δήλωση του ρώσου χορευτή δεν πρέπει να μας προκαλεί εντύπωση.
Οπως μαθαίνουμε στο ντοκιμαντέρ του Στίβεν Κάντορ «Χορευτής» («Dancer»), θέμα του οποίου είναι η ζωή του 27χρονου σήμερα Πολούνιν, που έχει θεωρηθεί διάδοχος του Ρούντολφ Νουρέγεφ και του Μιχαήλ Μπαρίσνικοφ, όταν ήταν μικρός η γιαγιά του ήρθε στην Ελλάδα για να δουλέψει ώστε να πληρώνει τα δίδακτρά του στη Σχολή Μπαλέτου του Κιέβου.
Ο πατέρας του επίσης αναγκάστηκε να αφήσει την πατρίδα του για το εξωτερικό –πήγε στην Πορτογαλία. Κατά τη διάρκεια αυτών των ετών ο μικρός Σεργκέι ερχόταν συχνά στην Ελλάδα για διακοπές. «Πέρασα τέσσερα αξέχαστα καλοκαίρια στην Ελλάδα προτού έρθω εδώ για να εμφανιστώ επισήμως» είπε ο Πολούνιν στη συνάντησή μας μαζί του ένα ζεστό πρωινό του Σεπτεμβρίου, στο καφέ του ξενοδοχείου «Χίλτον», κατά τη διάρκεια της παραμονής του για το φεστιβάλ Νύχτες Πρεμιέρας (θυμίζω ότι πέρυσι ερμήνευσε τον πρίγκιπα Αλμπρεχτ στις παραστάσεις της «Ζιζέλ» στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών).
Ο «Χορευτής», που τον περασμένο Σεπτέμβριο έκανε την πανελλήνια πρεμιέρα του στο πλαίσιο του φεστιβάλ Νύχτες Πρεμιέρας και από την ερχόμενη Πέμπτη θα προβάλλεται εμπορικά στις αίθουσες, είναι ένα ντοκιμαντέρ που αντιμετωπίζει πολύπλευρα και διεισδυτικά τον Σεργκέι Πολούνιν, ο οποίος έγινε παγκοσμίως γνωστός όταν πριν από μερικά χρόνια έκανε το μπαλέτο viral στο Ιnternet μέσα από τη χορογραφία του Τζέιντ Χέιντ Κριστόφι στο τραγούδι «Take me to Church» του Hozier. Λίγο ό,τι και να πεις για το μουσικό βίντεο που σκηνοθέτησε ο Ντέιβιντ Λα Σαπέλ: το παρακολούθησαν παραπάνω από 15 εκατομμύρια χρήστες.
Σύνθετη προσωπικότητα


Ο Σεργκέι Πολούνιν, το «κακό παιδί του μπαλέτου», όπως τον έχουν χαρακτηρίσει, είναι μια σύνθετη και για πολλούς αυτοκαταστροφική προσωπικότητα, η οποία πέρασε από διάφορα στάδια (πολλά από τα οποία αρνητικά), προτού τελικά κατασταλάξει και βρει την ηρεμία.
Για παράδειγμα, ενώ μπόρεσε να γίνει ο νεαρότερος πρώτος χορευτής στην ιστορία του Βασιλικού Μπαλέτου του Λονδίνου, στο απόγειο της δόξας του, το 2012, εγκατέλειψε τη θέση. «Ενιωσα ότι το ταλέντο μου ήταν περισσότερο βάρος παρά δώρο» είπε χαρακτηριστικά, αν και τα αίτια ήταν πολύ πιο βαθιά. «Ενας από τους στόχους που ανέκαθεν είχα όταν βρισκόμουν στο Λονδίνο» είπε, «ήταν να καταφέρω κάποια στιγμή να ενώσω την οικογένειά μου, τους ανθρώπους που έκαναν τόσες θυσίες για εμένα. Για να τα καταφέρω θα έπρεπε να γίνω ένας από τους καλύτερους χορευτές του κόσμου. Οταν όμως είδα ότι αποτύγχανα σε αυτόν τον στόχο (οι γονείς του αποφάσισαν να χωρίσουν) εξοργίστηκα, έκτισα έναν τοίχο ανάμεσα σε εμένα και την οικογένειά μου».
Ο χορός μπορεί μεν να είναι ένα ακατανίκητο πάθος, όπως ακούμε τον Πολούνιν να λέει προς το τέλος της ταινίας, απαιτεί όμως πάρα πολλές θυσίες, μία από τις οποίες είναι «να χάσεις την παιδική ηλικία σου. Οταν είσαι παιδί, ξεχνάς για πάντα το παιχνίδι, ζεις και εργάζεσαι με πολύ μεγάλη πειθαρχία και αυστηρότητα. Αν θέλεις να γίνεις ένας μεγάλος χορευτής πρέπει να δουλέψεις σκληρά από νωρίς».
Συνεπώς αργότερα, όταν ο Πολούνιν είχε πλέον μεγαλώσει και βρισκόταν αντιμέτωπος με τις μεγάλες δυσκολίες της ζωής, έριχνε όλο το φταίξιμο στην απόφαση των γονιών του να τον ωθήσουν στο μπαλέτο.
Ο χωρισμός των γονιών του υπήρξε καταλυτικός –η αρχή της πτώσης του. Ηταν μια εποχή όπου τα πάντα του έφταιγαν. «Μου έφταιγε το μπαλέτο, μου έφταιγε η μητέρα μου, μου έφταιγαν οι πάντες, ήμουν θυμωμένος που με είχαν ωθήσει στον χορό».
Σινε-ψυχανάλυση


Ενας από τους λόγους για τους οποίους ο Πολούνιν δέχτηκε να συμμετάσχει σε ένα ντοκιμαντέρ για τη ζωή του ήταν η ψυχανάλυση. Η παραγωγός Γκαμπριέλε Τάνα, που έπειτα από προσπάθειες δύο χρόνων τον έπεισε να γίνει το θέμα του ντοκιμαντέρ «Χορευτής», υπήρξε κυριολεκτικά ο φύλακας άγγελός του αλλά και ο άνθρωπος που κατάφερε να τον πείσει να ξαναμιλήσει με τη μητέρα του έπειτα από πάρα πολλά χρόνια (η σκηνή είναι καταγεγραμμένη στο ντοκιμαντέρ και είναι τρομερά συγκινητική).
Η Τάνα τον βοήθησε επίσης να φτιάξει μια δική του εταιρεία μέσω της οποίας θα μπορούσε να λειτουργεί ελεύθερα, υλοποιώντας τις ιδέες του και λύνοντας κρίσιμες απορίες του σχετικές με τον κόσμο του χορού. «Είχα μπουχτίσει με τις παραγγελίες των άλλων, ήθελα να ακολουθήσω έναν δρόμο ελευθερίας. Στα μεγάλα ινστιτούτα το καλλιτεχνικό ταλέντο, όπως για παράδειγμα ένας καλός χορευτής, γίνεται εργαλείο».
Η επιστροφή του στη Ρωσία ξεκίνησε άσχημα, με τον Πολούνιν να ευτελίζει το ταλέντο του σε τηλεοπτικά talent shows, όμως αργότερα, με τη βοήθεια του γκουρού του χορού Ιγκόρ Ζελένσκι, μπόρεσε να σταθεί και πάλι στα πόδια του. Ομως και πάλι «η Ρωσία δεν ήταν ένα βήμα μπροστά αλλά ένα βήμα δίπλα», όπως λέει ο ίδιος στο ντοκιμαντέρ. Για αυτό αποφάσισε να κάνει ένα άλμα προς τη δημιουργία με το χορευτικό «Take me to church», του οποίου η επιτυχία έθεσε νέους όρους στην ούτως ή άλλως αξιόλογη καριέρα του Πολούνιν. «Οι πραγματικοί καλλιτέχνες δεν υπηρετούν» όπως είπε χαρακτηριστικά. «Σκέφτονται και δημιουργούν. Και αυτό θέλω να είμαι. Καλλιτέχνης».
πότε & πού:

Το ντοκιμαντέρ «Χορευτής» θα προβάλλεται στις αίθουσες από την ερχόμενη Πέμπτη 24 Νοεμβρίου

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ