Το 37ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης μοίρασε βραβεία σε δέκα τίτλους ταινιών και σε 24 ονόματα. Ενα βραβείο όμως είχε έξι αποδέκτες ­ από την ίδια μάλιστα ταινία! Με το βραβείο β’ ανδρικού ρόλου τιμήθηκαν οι Νίκος Γεωργάκης, Βαγγέλης Μουρίκης, Κώστας Σταρίδας, Αιμίλιος Χειλάκης, Γιώργος Ευγενικός, Τάσος Νούσιας ­ όλοι πρωταγωνιστές της ταινίας «Απόντες». Εξι νεαροί σε ηλικία ηθοποιοί κέρδισαν με την ερμηνεία τους ζεστό χειροκρότημα μετά βραβείου… Μία ταινία και έξι κεντρικοί ήρωες. Μια διαδρομή στον φιλμικό χρόνο. Εξι πρόσωπα την ακολουθούν στη φιλμική ζωή τους. Εξι ιστορίες που μπορεί να υπάρχουν δίπλα μας, σε χρόνους πραγματικής ζωής, σε δρόμους σημερινούς. Ταινία «Απόντες» του Νίκου Γραμματικού με έξι πρωταγωνιστές και πολλά βραβεία: παρακολουθεί μια παρέα φίλων στη διάρκεια μιας επταετίας, ξεκινώντας από το καλοκαίρι του 1987 (Ευρωμπάσκετ) και καταλήγοντας στο καλοκαίρι του 1994 (Μουντιάλ). Καταγράφει τη φθίνουσα πορεία της σχέσης ανθρώπων που υπήρξαν στενοί φίλοι από το σχολείο και χάνουν με το πέρασμα του χρόνου τη δυνατότητα επικοινωνίας. Οι «απόντες» πάντως επικοινώνησαν πλήρως στη Θεσσαλονίκη με κοινό και κριτικούς: βραβεία καλύτερης ταινίας και σκηνοθεσίας (εξ ημισείας με τη «Σφαγή του κόκορα»), σεναρίου και β’ ανδρικού ρόλου. Στις 6 Δεκεμβρίου η ταινία βγαίνει στις κινηματογραφικές αίθουσες.


Σήμερα «Το Βήμα» σάς παρουσιάζει το β’ βραβείο ανδρικού ρόλου του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης 1996, δηλαδή τους πρωταγωνιστές της ταινίας «Απόντες» ­ με εξαίρεση τον Νίκο Γεωργάκη, ο οποίος θέλησε να μείνει σε όσα «είπε» μέσω της οθόνης…


Γιώργος Ευγενικός


Κουγιουμτζής, Πιττακή, Κονιόρδου, Γραμματικός. Μιλάει για την πορεία του στον χώρο της τέχνης με ονόματα, με συναντήσεις, με την αίσθηση που άφησαν αυτοί μέσα του. Μόλις 26 χρόνων άλλωστε, ο Γιώργος Ευγενικός λέει «είμαι ακόμη στην αρχή». Γεννήθηκε στον Πειραιά το 1970 και αποφοίτησε από τη δραματική σχολή του Θεάτρου Τέχνης το 1988. «Θυμάμαι την πρώτη μέρα στη σχολή. Ο Κουγιουμτζής με καλεί να ανεβώ στη σκηνή και μου λέει: «Ακου…». Δεν κατάλαβα τι μου ζητούσε. «Πες μου τι ακούς τώρα…». Ακούω ένα πιάνο, του λέω. «Είσαι ψεύτης», μου απαντά. Αυτή η ατάκα θα με ακολουθεί σε όλη μου τη ζωή. Να μην κοροϊδεύεις το κοινό. Η ψευτιά θα φανεί…».


Πριν από ενάμιση χρόνο συνάντησε τον σκηνοθέτη Νίκο Γραμματικό. Οντισιόν για την ταινία «Απόντες», πρόβες επί πέντε μήνες, γυρίσματα μετά, η Θεσσαλονίκη, το βραβείο… «Ο Νίκος μάς είπε: «Αναζητήστε την αλήθεια του ρόλου…». Βούτηξα στον ήρωα που θα υποδυόμουν. Στον Μανώλη που άφησε τη φωτογραφία για να ασχοληθεί με τους κομπιούτερ και την πληροφορική. Στον ορθολογιστή Μανώλη, που γύρεψε τη σιγουριά στο επάγγελμα, στον γάμο, στην εξάρτηση από τους άλλους πάντα. Λέει σε μια στιγμή της ταινίας στον αδελφό του: «Μην ξεχάσεις τα τάπερ, η μαμά όλο εμένα βρίζει…». Τον αγάπησα και ας μη μοιάζει σε μένα». Ο Γιώργος Ευγενικός δεν βιάζεται. Εχει βάλει περιορισμούς που δεν έχουν σχέση με επιλογές ρόλου ή μέσου ­ θέατρο, κινηματογράφος, τηλεόραση. «Ανοιχτός σε όλα. Εκεί όπου είμαι επιλεκτικός είναι με τους ανθρώπους. Αρνήθηκα προτάσεις στην τηλεόραση γιατί δεν μου πήγαιναν». Και τώρα; Με ένα βραβείο στις αποσκευές, για πού; «Εχω βραβείο και δεν έχω δουλειά…».


Τάσος Νούσιας


Αυτόν τον καιρό ο Τάσος Νούσιας ταξιδεύει ανά την Ελλάδα με μια μεγάλη θεατρική παρέα. Τσιφόρος – Βασιλειάδης και «Απιστίες» με τον θίασο των Τάσου Χαλκιά και Γιώργου Παρτσαλάκη. Κάπου στον Εβρο τον πετύχαμε, σε ένα πούλμαν καθ’ οδόν… «Το βραβείο ήταν κάτι το αναπάντεχο. Ο κόσμος μάς κατέταξε σε μια καλή υποκριτική βάση. Μια δουλειά που δεν θα μπει στα ράφια».


Ο Τάσος Νούσιας ξεκίνησε από τα Γιάννενα. Από εκεί κατάγεται. Βρέθηκε ­ μαθητής ακόμη στην τρίτη τάξη του Λυκείου ­ στο Θεατρικό Εργαστήρι Ηπείρου, και με καθοδηγητή τον Γιώργο Νάκο προετοιμάστηκε για τις εξετάσεις στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος. «Δεν γνώριζα τίποτα για τον χώρο. Ο Νάκος με έβαλε σε μια λογική αναζήτησης και γνωριμίας. «Η τέχνη θέλει τιμιότητα. Δεν είναι γκλάμορους, φίνο αυτοκίνητο, φώτα», έλεγε. Τότε, γύρω στο 1991, γνώρισα και τον Κώστα Σταρίδα, που παίξαμε τελικά και μαζί στην ταινία «Απόντες»». Μιλάει για την ευφυή στάση του Νίκου Γραμματικού απέναντι στην παρέα των ηθοποιών του: «Μας έδωσε την παρτιτούρα και εμείς αυτοσχεδιάσαμε…». Παιδί της γενιάς του ’90, βρήκε και ο ίδιος εικόνες δικές του στην ταινία. «Είμαστε η γενιά που μεγάλωσε με την καραμέλα του τέλους των ιδεολογιών. Να, μια σκηνή από την ταινία που μου έκανε εντύπωση και δίνει και ένα στίγμα: γύρω από το τραπέζι είναι μαζεμένοι όλοι και μιλούν σε μια «χάβρα». Ο καθένας λέει σημαντικά πράγματα, αλλά όλοι μαζί τίποτα. Λέει ο ένας: «Αν αφήναμε έτσι τα πράγματα, θα μας πνίγανε οι Κοσκωτάδες». Και ο άλλος: «Εεε, λίγα τα λόγια σου για τον Ντέταρι…»».


Κώστας Σταρίδας


Προτού καλά καλά ξεκινήσει η κουβέντα μας, ο Κώστας Σταρίδας πετάει γρήγορα μια παράκληση: «Επειδή την ημέρα της απονομής ξέχασα να ευχαριστήσω τον Νίκο Γραμματικό και τους συντελεστές της ταινίας, ας τους στείλω τις ευχαριστίες μου στο χαρτί της εφημερίδας». Εφτασαν κιόλας…. Την ημέρα της προβολής της ταινίας «Απόντες» ο Κώστας Σταρίδας καθόταν στις πίσω θέσεις της αίθουσας. Εβλεπε και βαριανάσαινε. «Στην ουσία δεν παρακολουθούσα την ταινία. Την αυτοκριτική μου έκανα σε κάθε σκηνή… Ζόρικο να βλέπεις τον εαυτό σου στην οθόνη. Δίπλα μου καθόταν μια παλιά συμμαθήτρια από τη Σχολή του Κρατικού Βορείου Ελλάδος. Μου έδωσε μια γαρδένια και μου είπε: «Βαριαναστενάζεις που βαριαναστενάζεις, τουλάχιστον μύριζε, να έχει ευωδία ο αναστεναγμός…». Αυτό θέλει να έχει και η ταινία για όσους τη δουν. «Αρωμα αισθήσεων. Εμείς, όλα τα παιδιά που παίξαμε στην ταινία, δεθήκαμε και περάσαμε καλά. Ισως γι’ αυτό μπορέσαμε να βγάλουμε στις ερμηνείες μας φυσικότητα, αμεσότητα, ζωντάνια».


Τώρα θέλει λίγο χρόνο να καταλαγιάσουν τα πράγματα. Δεν έχει σκεφτεί ακόμη για νέα δουλειά. «Να καθήσουν τα λάδια, που λένε (γελάει). Η επόμενη μέρα του βραβείου είναι σαν την προηγούμενη. Την προηγούμενη δεν είχες τίποτα και την επόμενη πάλι δεν έχεις τίποτα. Μόνο την ευθύνη που κουβαλάς για τη δουλειά σου, με ή χωρίς βραβείο…».


Είναι 29 χρόνων και πιστεύει ότι η υποκριτική είναι η τέχνη της έρευνας και της αναζήτησης. Ανιχνεύεις τα προσωπικά σου κίνητρα και βιώματα για να αντιμετωπίσεις τη σεναριακή κατάσταση, τον ρόλο. «Αγαπημένες μου ατάκες της ταινίας είναι δύο: «Οι καλύτεροι δεν πιστεύουν πια σε τίποτα και οι χειρότεροι είναι διψασμένοι για νίκες» και «Πας μη βαζέλλην, βάρβαρος»».


Βαγγέλης Μουρίκης


Τα δύο τελευταία χρόνια είναι φορτωμένος με ωραία… βάρη. Βραβεία ερμηνείας το ένα πίσω από το άλλο. Ο Βαγγέλης Μουρίκης τιμήθηκε το 1994 για την ερμηνεία του στην ταινία του Τάκη Σπυριδάκη «Ο κήπος του Θεού» ­ ενώ ακολούθησαν και κρατικά βραβεία ­, στη μικρού μήκους «Αρον άρον» του Βασίλη Ελευθερίου στο φετινό Φεστιβάλ Δράμας και τώρα φρέσκο το βραβείο Β’ ανδρικού ρόλου για την ταινία «Απόντες». «Είμαι ταινιάκιας. Αγαπώ πολύ το σινεμά. Δεν μπορώ να ακούω τις μιζέριες ότι ο κινηματογράφος πεθαίνει, πέθανε και βάλε. Ο μύθος δεν μπορεί να φύγει από τη μέση. Πάντα το φως θα φεύγει από τη μηχανή προβολής και θα τα κάνει όλα «καινούργια», αλλιώτικα…». Τον ακούω να λέει κάτι περί νόμου 178 ή 100 διά κίτρινο ίσον μπλε. Ακαταλαβίστικα ακούγονται. «Α, είναι οι κώδικες που αναπτύξαμε με τα υπόλοιπα παιδιά της ταινίας. Από ένα σημείο και μετά γίναμε σαν την παλιοπαρέα που συνεννοείται με δικά της γλωσσικά τερτίπια. Γίναμε φίλοι, κολλητοί. Περάσαμε καταπληκτικά. Χαλαρά και με φόρτιση δημιουργική…».


Είναι χαρούμενος που η ταινία βρήκε ανταπόκριση στη Θεσσαλονίκη από τα δύο άκρα: και κοινό και κριτικούς. Πιστεύει ότι δίνει ωραία αυτό που τον γοητεύει στο σινεμά. «Οτι τόσο γρήγορα περνούν μπροστά στα μάτια σου ιστορίες ανθρώπων και με ωραίο τρόπο. Δεν είναι περίληψη ζωής, είναι ζωή ολόκληρη. Μια ζωή ολόκληρη με 1.500 φράγκα. Αυτό είναι ο κινηματογράφος. Αλλος λέει «μπαίνω στο τρόλεϊ και με πάει». Δεκτό και αυτό. Το σινεμά όμως μεγεθύνει. Είσαι μέσα και εσύ στην ταινία. Αν είναι καλή, θα σε ρουφήξει. Τι άμυνες να βάλεις, τι ανάποδους εκτοξευτήρες να βάλεις… θα σε πάρει μέσα της».


Αιμίλιος Χειλάκης


Τα βράδια μπορείτε να τον συναντήσετε στη θεατρική σκηνή της «Οδού Κυκλάδων», στο έργο «Ο μισάνθρωπος» του Μολιέρου σε σκηνοθεσία Λευτέρη Βογιατζή. Τον λένε Αιμίλιο Χειλάκη, είναι 26 ετών.


«Η κινηματογραφική εμπειρία μου στην ταινία του Γραμματικού ήταν ένα ωραίο ταξίδι. Ταξίδι στη δική μου εφηβεία με την παρέα των φίλων, που κάναμε πλάκες, που είχαμε κοινά μυστικά, που τελικά χαθήκαμε όταν ο καθένας ακολούθησε διαφορετικούς δρόμους. Ταξίδι και στην τέχνη της τεχνικής, όπως λέω τον κινηματογράφο. «Ο Γραμματικός με τον τρόπο που δούλεψε μαζί μας μάς βοήθησε να βγάλουμε το καλύτερο από μέσα μας ερμηνευτικά. Για τον Νίκο δεν ήμασταν κομμάτι του ντεκόρ. Ξέρει να δουλεύει με τον ηθοποιό, να του κινεί συνεχώς την περιέργεια. Και αυτό νομίζω ότι είναι ίδιον του καλού δασκάλου». Πιστεύει ότι τέχνη είναι να ακολουθείς σε ό,τι κάνεις τη δική σου εποχή ή να την ξεπερνάς. «Θυμάμαι μια σοφή κουβέντα που είχε πει η Μάγια Λυμπεροπούλου: «Δεν μπορούμε να παίξουμε τον Τσέχοφ όπως το ’70». Εχει δίκιο. Ακόμη και η ανία εκφράζεται αλλιώς χρόνο με τον χρόνο. Στη δεκαετία του ’90 βαριόμαστε και ανεβαίνουμε στο τραπέζι να χορέψουμε τσιφτετέλι ή ό,τι άλλο. Οταν βλέπω ένα έργο, μια ταινία, ξέρω ότι αυτό είναι που με κάνει να πω «μου άρεσε» ή «δεν μου άρεσε». Ξετρελάθηκα όταν είδα τον «Νεκρό» του Τζάρμους… Πιστεύω πως οι «Απόντες» είναι σημερινή ταινία».