Ανίδωτο θέαμα: Σημεία που εξαπλώνονται στις επιφάνειες, ανεβαίνουν στα τραπέζια, χυμούν στις σκάλες, εφορμούν στον ουρανό, πάνε εξορία ή στο σπίτι τους, κατακτούν κάθε χώρο. Σημεία και τέρατα –στον πουαντιλισμό, για τον οποίο μια έκθεση στο μουσείο Albertina της Βιέννης, τα πιο ταπεινά στοιχεία ενός ζωγραφικού πίνακα, τα σημεία, εξεγείρονται, χειραφετούνται από τα άλλα στοιχεία του έργου, και αποκτούν για πρώτη φορά ηγεμονικό ρόλο.
Πουαντιλισμός; Ο όρος προέρχεται από το γαλλικό point (σημείο), πουαντιλισμός σημαίνει επομένως σημειογραφία. Στην πράξη, τα σημεία αντικαθιστούν τις χρωματικές γραμμές, κηλίδες και επιφάνειες, που συνιστούσαν μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα τα βασικά κατασκευαστικά υλικά της ζωγραφικής σύνθεσης.
Ο όρος δεν ήταν γενικά αποδεκτός. Οχι λίγοι καλλιτέχνες, τεχνοκριτικοί και θεωρητικοί της τέχνης τον απέρριπταν ως μη επακριβή και προτιμούσαν άλλους: Νεο-ιμπρεσιονισμός, «επιστημονικός» ιμπρεσιονισμός (σε αντίθεση με τον αρχικό, «ρομαντικό» ιμπρεσιονισμό), ντιβιζιονισμός (διαιρετισμός, διάσπαση των χρωμάτων), χρωμολουμιναρισμός (ζωγραφική με φωτεινά χρώματα) και πάει λέγοντας. Ομως και αυτές οι έννοιες δεν ήταν το άκρον άωτον της ακρίβειας, κάτι που υποδήλωνε, όπως λέει ο επιμελητής της έκθεσης Χάιντς Βιντάουερ, τη γενική αμηχανία μπροστά σε ένα είδος ζωγραφικής που «απαιτούσε από το κοινό νέο μάτι και νέο τρόπο θεώρησης».
Σε κάθε περίπτωση, ο πουαντιλισμός ήταν ο θεμιτός διάδοχος του ιμπρεσιονισμού –και συγχρόνως η αντίθεσή του. Η βασική διαφορά τους: ο ιμπρεσιονισμός αποδίδει σκιτσογραφικά μια φευγαλέα κατάσταση, την εντύπωση της στιγμής, ο πουαντιλισμός, αντίθετα, θέλει να συγκρατήσει την ουσία του απεικονιζόμενου αντικειμένου, τη διαχρονικότητά του.
Η ζωγραφική δεν είναι επιστήμη. Η πρώτη έχει υποκειμενικό χαρακτήρα, η δεύτερη αντικειμενικό, στηρίζεται σε φυσικούς και κοινωνικούς νόμους. Οι πουαντιλιστές ήταν οι πρώτοι καλλιτέχνες που έκαναν τη ζωγραφική επιστήμη. Η αφετηρία γι’ αυτό ήταν η επιστημονική ανακάλυψη, ότι το μάτι συνεργάζεται με το μυαλό –η αίσθηση με τη νόηση. Τα εκατομμύρια σημεία, που εντοπίζει κάθε στιγμή το μάτι, συντίθενται από το μυαλό σε χρωματικές ενότητες με τη μορφή εικόνων. Οι πουαντιλιστές εκμεταλλεύθηκαν την ανακάλυψη χρησιμοποιώντας τα αρχικά χρώματα (κίτρινο, κόκκινο, μπλε) για να παράγουν δευτερεύοντα –πράσινο, καφέ, πορτοκαλί, κ.ο.κ. Η παραγωγή τους προέκυπτε όταν έβλεπε κανείς τα αρχικά χρώματα όχι από κοντά, αλλά από ορισμένη απόσταση. Ετσι, με τον συνδυασμό των δύο ομάδων χρωμάτων δημιούργησαν εικόνες που δεν είχε ξαναδεί ανθρώπου μάτι.
Το πρώτο δείγμα του είδους λέγεται «Ενα κυριακάτικο απόγευμα στο νησί Λα Γκραντ Ζατ», που ζωγράφισε ο Ζορζ Σερά, ο θεμελιωτής του πουαντιλισμού, την περίοδο 1884-1886. Η εικόνα δείχνει κλασικούς αστούς (γυναίκες, άνδρες, παιδιά) να κάθονται ή να περιφέρονται στην παραλία του νησιού. Ολα είναι γεωμετρικά διατεταγμένα, ανέκφραστα και ακίνητα. Η ακινησία θέλει προφανώς να συγκρατήσει τον χρόνο και να δώσει στις φιγούρες αναλλοίωτο χαρακτήρα.
Ο πουαντιλισμός ήταν οριακή ζωγραφική. Οι οπαδοί του δεν ζωγράφιζαν πραγματικά, αλλά «κεντούσαν» με χρωματικές τελείες. Οι τελευταίες, δεν έχουν, ως γνωστόν, μια ορισμένη κατεύθυνση και δεν διαφέρουν μεταξύ τους. Μόνες τους δημιουργούν ένα χρωματικό πυροτέχνημα, δεν συνθέτουν όμως μια αμέσως αναγνωρίσιμη εικόνα. Η αναγνώριση γίνεται συνήθως με τη δεύτερη ματιά, όταν ο θεατής πάρει την κατάλληλη απόσταση από την εικόνα. Χωρίς τη δική του ενεργή συμμετοχή δηλαδή δεν ολοκληρώνεται το ζωγραφικό γεγονός.
Σε αντίθεση με τους ιμπρεσιονιστές, που δούλευαν σχεδόν αποκλειστικά στο ύπαιθρο, οι πουαντιλιστές προτιμούσαν το ατελιέ. Αυτό επίτασσε εξάλλου και ο τρόπος της δουλειάς τους, που απαιτούσε απέραντο χρόνο: τελεία δίπλα σε τελεία, που επαναλαμβανόταν χιλιάδες, αν όχι εκατομμύρια φορές. Οι πουαντιλιστές άρχισαν από τη μια να κουράζονται, από την άλλη να «στριμώχνονται» οικονομικά. Παράλληλα αντιλήφθηκαν τα στενά όρια της σκέτης σημειογραφίας. Αρχισαν να παίρνουν ξεχωριστούς δρόμους. Ο Ανρί Ματίς συγκρότησε ένα νέο ριζοσπαστικό κίνημα, τους φωβιστές (άγριους), ενώ ο Πιετ Μοντριάν πέρασε στην «αφαίρεση» μετατρέποντας τα σημεία σε χρωματιστούς γεωμετρικούς τόπους.
Σύντομα ήρθε και η αλλαγή της τεχνικής τους. Το νέο δόγμα του Πολ Σινιάκ, του δεύτερου γκουρού των πουαντιλιστών, έλεγε: Το βασικό για τον πουαντιλισμό είναι τα διαιρεμένα χρώματα (ντιβιζιονισμός), όπως αυτά υπάρχουν στην αρχική, αμιγή τους μορφή. Τα σημεία μπορούν να παραλειφθούν, ή να γίνουν πινελιές, κηλίδες, τελικά και μεγαλύτερες επιφάνειες. Η αλλαγή αποδείχθηκε βέβαια μοιραία, αφού οδήγησε γρήγορα (μόλις 10-15 χρόνια μετά την πρώτη εμφάνισή της) στην εξαφάνιση αυτής της τεχνοτροπίας.
Το ίδιο δόγμα σήμανε και τον εξοστρακισμό της γεωμετρίας. Τη σκυτάλη πήρε η τάση για μουσικότητα. Ο Σινιάκ μιλούσε για «αρμονία των αποχρώσεων» και αριθμούσε τα έργα του, κατά το πρότυπο των συνθετών, με το σύστημα Opus της κλασικής μουσικής. O αμερικανός ζωγράφος Τζέιμς Αμποτ Μακ Νέιλ τιτλοφορούσε τους πίνακές του με παρόμοια ονόματα: «Συμφωνία», «Αρμονία», «Nocturne». Ο Ανρί-Εντμοντ Κρος, πηγαίνοντας πάρα πέρα, μιλούσε για «χορευτικά χρώματα». Την παράσταση έκλεψε όμως ο Ζαν Μέτζινγκερ, ο οποίος δημιουργούσε «χρωματικούς στίχους» κατά το πρότυπο του βυζαντινού μωσαϊκού. Τα χρώματα, έλεγε, «πάλλονται σαν ήχοι, επαναλαμβάνονται σαν στίχοι και μεταφράζουν το αίσθημα, που διεγείρει η φύση, σε μια ποιητική ζωγραφική αίσθηση».
Οι πουαντιλιστές είχαν την τύχη όλων των άλλων επαναστατών: Στην αρχή πολλοί τους περιγελούσαν. Ο Πολ Γκογκέν, για παράδειγμα, τους χαρακτήριζε «νεαρούς χημικούς, οι οποίοι συσσωρεύουν μικρά σημεία». Ο τεχνοκριτικός Φέλιξ Φενόν έβλεπε στα έργα του Μαξιμιλιάν Λους, του εφευρέτη του «προλεταριακού πουαντιλισμού», ένα «πούντιγκ από χρωστικές ουσίες». Σήμερα όμως όλοι εξυμνούν την τεχνική τους ως το τελευταίο αποφασιστικό βήμα στη μετάβαση από την κλασική στη μοντέρνα τέχνη –εκείνη που παραβλέπει την εξωτερική πραγματικότητα και υπακούει μόνο στις επιταγές του χρώματος και του σχήματος. Ως ρεύμα, ο πουαντιλισμός ανήκει πλέον στην Ιστορία. Οι νεωτερισμοί του όμως, όπως τονίζει ο διευθυντής του Albertina Κλάους Αλμπρεχτ Σρέντερ, ζουν και βασιλεύουν. Βάζοντας στη σύγχρονη τέχνη ένα έντονο «σημειογραφικό» αποτύπωμα.
πότε & πού:

Η έκθεση «Δρόμοι του Πουαντιλισμού – Σερά, Σινιάκ, Βαν Γκοχ» στο μουσείο Albertina της Βιέννης θα διαρκέσει ως τις 8 Ιανουαρίου 2017.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ