Οταν η διάσημη χορεύτρια και διευθύντρια του Εθνικού Μπαλέτου της Αγγλίας Ταμάρα Ρόγιο πρότεινε στον Ακραμ Καν να δημιουργήσει μια νέα χορογραφία της «Ζιζέλ», ο 42χρονος χορογράφος πανικοβλήθηκε. Σε ολόκληρη τη ζωή του είχε δει το θρυλικό μπαλέτο των Κοραλί-Περό μόλις μία φορά και η πρώτη του σκέψη συμπυκνώθηκε σε μία φράση: «Είναι πολύ διαφορετικό να βλέπεις τη «Ζιζέλ» ως θεατής από το να τη βλέπεις ως χορογράφος γνωρίζοντας, να πάρει, ότι πρέπει να αναμετρηθείς μαζί της ο ίδιος». Ωστόσο, αποφάσισε να δεχθεί την πρόκληση. Το αποτέλεσμα φαίνεται να τον δικαιώνει αφού η νέα παραγωγή που έκανε πρεμιέρα στο Μάντσεστερ και πλέον περιοδεύει σε πόλεις της Αγγλίας προτού καταλήξει στο Sadler’s Wells του Λονδίνου μεταξύ 15 και 19 Νοεμβρίου έχει προκαλέσει έντονο ενδιαφέρον κάνοντας τον βρετανικό Τύπο να μιλάει για ένα πραγματικό «δώρο στο Εθνικό Μπαλέτο της Αγγλίας» («The Guardian») και ένα μπαλέτο «που μπορεί να θεωρηθεί αριστούργημα του 21ου αιώνα» («Mail on Sunday»).

«Οταν αποφάσισα ότι θέλω να μεταφέρω τη «Ζιζέλ», ένα από τα πλέον παραδοσιακά έργα του κλασικού ρεπερτορίου, στον 21ο αιώνα, σκέφτηκα μόνο έναν χορογράφο ο οποίος πιστεύω ότι διαθέτει τόσο τη γνώση της παράδοσης όσο και την αναγκαία δημιουργικότητα για ένα τέτοιο εγχείρημα»
δήλωνε η Ταμάρα Ρόγιο άμα τη ανακοινώσει της συνεργασίας. «Είμαι απίστευτα ενθουσιασμένη που ο Ακραμ δέχθηκε την πρόκληση. Πιστεύω πως πρόκειται για ένα πολύ σημαντικό βήμα για την ίδια την τέχνη μας και ελπίζω ότι τελικά θα τα καταφέρουμε ώστε αυτό το θρυλικό έργο να καταφέρει να αγγίξει το σημερινό κοινό» συνέχιζε η ίδια.

Ο Ακραμ Καν, από την πλευρά του, ιδιαίτερα αγαπητός και στη χώρα μας, όπου έχει εμφανιστεί επανειλημμένως, αισθάνθηκε ότι πρέπει να βρει τη «Ζιζέλ» –το πρώτο μεγάλης κλίμακας μπαλέτο του, ας σημειωθεί –η οποία θα σήμαινε κάτι για τον ίδιο.
Η δυσκολία του εγχειρήματος


Η αλήθεια είναι ότι το εγχείρημα δεν ήταν εύκολο. Εχοντας χορογραφηθεί στα 1842, το έργο προέρχεται από την «καρδιά» του ευρωπαϊκού ρομαντισμού. Οπως εύστοχα επισημαίνει ο «Guardian», η αφηγηματική πλοκή του είναι μακριά από τις μπανγκλαντεσιανές ρίζες του Καν: η ιστορία της νεαρής χωριατοπούλας η οποία εξαπατάται από τον αριστοκράτη εραστή της, τον Αλμπρεχτ, αλλά εξακολουθεί να τον λατρεύει και πέρα ακόμη από τον τάφο… Μέσα από αυτό το πρίσμα, το κινητικό «λεξιλόγιο» της «Ζιζέλ» είναι εντελώς διαφορετικό από τη «γλώσσα» του ινδικού χορού κατάκ αλλά και από τα διάφορα στυλ του δυτικού σύγχρονου χορού στα οποία ο Καν έχει εκπαιδευθεί…
Παρ’ όλα αυτά, τα τελευταία χρόνια ο ίδιος μοιάζει να «υποκύπτει» κατά κάποιον τρόπο στις «σειρήνες» του κλασικού μπαλέτου. Αρκεί να θυμηθεί κανείς τη συνεργασία του με τη Γαλλίδα Σιλβί Γκιλέμ αλλά και την αποδοχή της πρότασης της Ταμάρα Ρόγιο το 2014 –όταν η ίδια είχε προσφάτως αναλάβει τη θέση της διευθύντριας του Εθνικού Μπαλέτου της Αγγλίας –να δημιουργήσει ένα νέο έργο για το συγκρότημα. Ο λόγος για το «Dust», το οποίο γνώρισε εντυπωσιακή επιτυχία και οδήγησε –ή τουλάχιστον συνέβαλε ουσιαστικά –στη νέα παραγωγή της «Ζιζέλ».
Στο πλαίσιο αυτό ο Καν γοητεύθηκε από την προοπτική να εξερευνήσει το τι ακριβώς μπορούν να του προσφέρουν ως χορογράφο η ιστορία, οι χαρακτήρες και η δομή του συγκεκριμένου μπαλέτου. «Ο σεβασμός στο πρωτότυπο ήταν πολύ σημαντικός για μένα» δήλωσε στον «Guardian» ο χορογράφος. «Με ένα έργο τόσο «ιερό» όσο η «Ζιζέλ» είναι εύκολο να πεις «ας πάει στα κομμάτια» και να κάνεις κάτι τελείως διαφορετικό. Ωστόσο, συνειδητοποίησα ότι πρέπει να το ακούσεις και να είσαι ανοιχτός απέναντί του».
Αντιθέσεις, πλούτος και κοινωνική διαφορά


Επάνω σε αυτή τη λογική ο Καν συνεργάστηκε έναν ολόκληρο χρόνο με τη δραματουργό του Ρουθ Λιτλ. Και οι δυο τους παραδέχονται ότι ήταν πολύ δύσκολο να αντιμετωπίσουν την πλοκή του έργου σε συνδυασμό με τη μουσική του Αντόλφ Αντάμ. Στην ίδια συνέντευξη στον «Guardian» η Ρουθ Λιτλ τόνιζε τον απλοϊκό χαρακτήρα της ιστορίας και παράλληλα το πολύ συγκεκριμένο ύφος της μουσικής, στοιχεία αμφότερα πολύ διαφορετικά απ’ ό,τι συμβαίνει συνήθως στα έργα του Ακραμ Καν. Ωστόσο, η ίδια ξεκαθάριζε πως σαφώς υπάρχει κάποιος λόγος για τον οποίο το μπαλέτο κατάφερε να επιβιώσει τόσο πολλά χρόνια και ταυτόχρονα να «υποστηρίξει» ριζοσπαστικές νέες παραγωγές, μεταξύ των οποίων αυτές του Ματς Εκ και του Μάικλ Κίγκαν-Ντούλαν.

Ωστόσο, όσο περισσότερο οι δυο τους αναζητούσαν τη δική τους «πυξίδα» για τη «Ζιζέλ» τόσο συνειδητοποιούσαν ότι η μεγάλη δύναμη του έργου κρύβεται ακριβώς στον απλό χαρακτήρα της φόρμας του αλλά και στις αντιθέσεις επάνω στις οποίες στηρίζεται ο αφηγηματικός χαρακτήρας του: αγάπη και προδοσία, πραγματικότητα και υπερφυσικό. Περισσότερο χρήσιμο τους φάνηκε το στοιχείο της ισχύος: ο πλούτος και η κοινωνική διαφορά η οποία χωρίζει τους ευγενείς από τους χωρικούς στο μπαλέτο και μετατρέπει την αγάπη μεταξύ των δύο πρωταγωνιστών σε τραγωδία.
Εμπνευση από την έξοδο των μεταναστών


Την περίοδο που ο Καν και οι συνεργάτες του άρχισαν να δουλεύουν επάνω στη «Ζιζέλ», στις σελίδες του Τύπου κυριαρχούσε η προσφυγική κρίση στην Ευρώπη, γεγονός που αποδείχθηκε το «κλειδί» για τη μεταφορά του μπαλέτου στον 21ο αιώνα. Στο πλαίσιο αυτό, η δράση τοποθετήθηκε σε μια κοινότητα μεταναστών εργατών οι οποίοι χάνουν τη δουλειά τους σε ένα εργοστάσιο και προσπαθούν να επιβιώσουν σε ένα αυτοσχέδιο στρατόπεδο. Ο αριστοκρατικός κόσμος του Αλμπρεχτ αντικαταστάθηκε από μια ευνοημένη ομάδα οικονομικών παραγόντων και εργοστασιαρχών οι οποίοι ζουν μακριά από τους εργάτες τους, πίσω από υψωμένους τοίχους.
Σε πρόσφατη συνέντευξή του στο BBC ο Ακραμ Καν παραδέχθηκε πως θέλησε να συνδέσει το μπαλέτο με ό,τι συμβαίνει στην εποχή μας τονίζοντας πως η μετανάστευση είναι «ένα τεράστιο ζήτημα», όπως χαρακτηριστικά είπε. «Λοιπόν, ναι, το μπαλέτο αναφέρεται στην κοινωνική διαστρωμάτωση, στις διαφορετικές τάξεις αλλά και σε ένα σωρό πράγματα τα οποία δυστυχώς είναι διαχρονικά παρόντα σε ολόκληρη την πορεία της Ιστορίας».
Για τον χορογράφο το στοιχείο το οποίο καθορίζει την ηρωίδα δεν είναι η απλοϊκότητά της αλλά η ικανότητά της να ελπίζει. «Βρίσκεται σε μια καταστροφική θέση» δηλώνει στον «Guardian» «αλλά παραμένει ερωτευμένη, βλέπει την ομορφιά παντού και διαρκώς ελπίζει σε κάτι καλύτερο, γι’ αυτό είναι τόσο ευάλωτη απέναντι στον Αλμπρεχτ».
Τον πρωταγωνιστικό ρόλο ερμηνεύουν σε διπλή διανομή η διάσημη ρουμάνα μπαλαρίνα Αλίνα Κογιοκάρου και η ίδια η Ταμάρα Ρόγιο, για την οποία ο Καν εκφράζει τον ειλικρινή θαυμασμό του: «Δεν θέλει ένα καινούργιο «πυροτέχνημα», αλλά μια νέα παραγωγή της «Ζιζέλ» με παρόν και μέλλον. Δεν λέω ότι μπορώ να το κάνω αλλά αποτελεί έμπνευση για όλους μας».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ