Ένα εμβληματικό βιβλίο για τους θιασώτες της εναλλακτικής θεραπευτικής επιστήμης της Ομοιοπαθητικής, που συνέγραψε πριν 39 χρόνια ο Γιώργος Βυθούλκας, επανακυκλοφορεί σε ανανεωμένη έκδοση. Πρόκειται για το βιβλίο «Η επιστήμη της Ομοιοπαθητικής», το οποίο γράφτηκε το 1977 στην αγγλική γλώσσα και έκτοτε μεταφράστηκε σε σε 33 γλώσσες, μεταξύ αυτών και στην ελληνική κατά την δεκαετία του 1980, χωρίς όμως την δική του επίβλεψη, από μία ομάδα μαθητών του «με αποτέλεσμα να μην ερμηνευθούν σωστά πολλά από τα χωρία του βιβλίου», όπως αναφέρει ο ίδιος στον πρόλογο της νέας έκδοσης (κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις της Διεθνούς Ακαδημίας Κλασικής Ομοιοπαθητικής).

Αλλά και η δεύτερη προσπάθεια που έγινε με το να ανατεθεί η μετάφραση σε επαγγελματία μεταφραστή δεν οδήγησε στο επιθυμητό αποτέλεσμα. Έτσι, μετά από τόσα χρόνια «Η επιστήμη της Ομοιοπαθητικής», κυκλοφορεί στην ελληνική γλώσσα στην πλήρη και έγκυρη μορφή της (η μετάφραση έγινε από την φιλόλογο και συνεργάτη του κ. Βυθούλκα, Μαρία Χωριανοπούλου), υπό την επίβλεψή του και με διορθώσεις και επεξηγήσεις που έγιναν, ώστε ο ίδιος να θεωρεί πως «το συγκεκριμένο βιβλίο είναι το αυθεντικό εγχειρίδιο που ήθελα να γράψω για τους Έλληνες ομοιοπαθητικούς».

«Ωστόσο, όντας αναγκασμένος να διαβάσω ξανά ολόκληρο το βιβλίο, διαπίστωσα ότι παρ’ όλο που έχουν περάσει σαράντα χρόνια από τότε που το πρωτοέγραψα, παραμένει, σε όλες του σχεδόν τις απόψεις, ένα εντελώς σύγχρονο και επίκαιρο εγχειρίδιο για όποιον θελήσει να εντρυφήσει σοβαρά στην Επιστήμη της Ομοιοπαθητικής», αναφέρει ο συγγραφέας, τονίζοντας ότι «στο βιβλίο αυτό μαζί με τα online μαθήματά μου μέσω του Προγράμματος E-Learning www.vithoulkas.edu.gr και την Materia Medica VIVA, έχω δώσει όλες εκείνες τις πληροφορίες που χρειάζεται ένας σοβαρός μελετητής της Κλασικής Ομοιοπαθητικής ώστε να μπορεί να συνταγογράψει σωστά, ακόμη και σε δύσκολα περιστατικά».

Παρά τις διαφορετικές προσεγγίσεις, η Ομοιοπαθητική έχει γνωρίσει τεράστια διάδοση στον κόσμο και στην χώρα μας.

Ο κ. Βυθούλκας έχει συντελέσει καθοριστικά σε αυτή την εξέλιξη καθώς θεωρείται παγκοσμίως ως ο σύγχρονος θεμελιωτής της εναλλακτικής αυτής θεραπευτικής, γεγονός για το οποίο άλλωστε βραβεύθηκε ήδη από το 1996 με το Right Livelihood Award (γνωστό και ως Alternative Nobel Prize) με το αιτιολογικό «της εξαιρετικής συνεισφοράς του στην αναβίωση της ομοιοπαθητικής γνώσης και της εκπαίδευσης των ομοιοπαθητικών με τα υψηλότερα standards», ενώ έχει τιμηθεί διεθνώς για την προσφορά του.

«Με το πέρασμα του χρόνου, η θεωρία και εφαρμογή της ομοιοπαθητικής αναδύθηκε μπροστά μου με τον τρόπο που τον παρουσιάζω στο συγκεκριμένο εγχειρίδιο. Σημαντικά ζητήματα, όπως ο πλήρης ορισμός της υγείας, η κατανόηση του ανθρωπίνου όντος ως προς τα τρία επίπεδα της ύπαρξής του, η ιεραρχική σημασία των συμπτωμάτων ή συνδρόμων και της αλληλεπίδρασής τους, η κατανόηση του αμυντικού μηχανισμού, η κατανόηση της θεωρίας των μιασμάτων στην πραγματική της διάσταση και πολλά άλλα προβλήματα αποσαφηνίστηκαν», αναφέρει στο προοίμιο της πρώτης έκδοσης και συνεχίζει: «Πολύ σύντομα κατάλαβα ότι η ομοιοπαθητική, σε σχέση με τη συμβατική ιατρική, έχει –σε επίπεδο θεραπευτικής– τις ίδιες διαφορές που έχει η κβαντική μηχανική σε σχέση με τη νευτώνεια φυσική. Μου ήταν απολύτως σαφές ότι, μετά την είσοδο της ομοιοπαθητικής στο θεραπευτικό πεδίο, ο ιατρός ήταν σε θέση να επηρεάσει κατά τρόπο θεραπευτικό, μέσω του δυναμοποιημένου ομοιοπαθητικού φαρμάκου, το ενεργειακό πεδίο του ασθενούς. Συνειδητοποίησα ότι, μέσω των εννοιών που η ομοιοπαθητική εισήγαγε στην ιατρική, η βάση πάνω στην οποία λειτουργούσε μέχρι τώρα η θεραπευτική είχε μεταφερθεί από το φυσικό σώμα στο ενεργειακό του επίπεδο».

«Αναμφίβολα, με την εισαγωγή της ομοιοπαθητικής στο πεδίο της θεραπευτικής, μία νέα εποχή ανατέλλει για την ιατρική. Η αλήθεια αυτής της τολμηρής διατύπωσης είναι δύσκολο να κατανοηθεί από όλους σήμερα, αλλά, πιστεύω, ότι το νόημά της θα το συλλάβουν πλήρως οι επόμενες γενιές», έγραφε το 1979 ο κ. Βυθούλκας. Από τότε έχουν γίνει μεγάλα βήματα στην εξέλιξη της Ομοιοπαθητικής και την διεθνή αναγνώρισή της αν και οι αντίπαλες απόψεις από το στρατόπεδο της κλασικής ιατρικής αμφισβητούν την συνεισφορά της. Ωστόσο, πληθαίνουν οι φωνές εκείνων που θεωρούν ότι θα μπορούσε να υπάρξει ένα ερευνητικό πεδίο επιστημονικής και θεραπευτικής συνύπαρξης, κάτι που έστω και δειλά έχει δρομολογηθεί (και) στην χώρα μας τα τελευταία χρόνια.